Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Του κάκου φώναζαν οι δικοί μας κ' ενεργούσανε χρόνους τώρα εναντίο τω Γότθων του κάκου του τάψελνε του Βασιλέα κι ο πατριώτης ο Συνέσιος, φερμένος τότε στην Πόλη, καθώς θα δούμε, να του προσφέρη κορώνα από την πατρίδα του την Κυρήνη· του κάκου πήγαν τα φρόνιμα λόγια του, σαν του θύμιζε του νωθρού Αρκαδίου πως ο στρατός του είτανε λύκους γεμάτος, κι όχι μαντρόσκυλα καθώς τους ήθελε ο Πλάτωνας τους φρουρούς της Πολιτείας, και πως οι Γότθοι και μέσα στα σπιτικά τους ακόμα πλημμύρισαν, αφού άλλο δεν έβλεπες παρά Γότθους παραγιούς και παρακόρες.

Είπε, κι' αποθυμιά γλυκιά μες στην ψυχή της χύνει τον πρώτο για τον άντρα της, τη Σπάρτη, τους γονιούς της. 140 Και ρήχνει απάνου βιαστικά την κάτασπρή της μπόλια, κι' απ' το γιατάκι ξεκινάει στα δάκρια βουτημένη, όχι μονάχη, πάγαιναν μαζί διο παρακόρες, η Αίθρα η κόρη του Πιθιά, κι' η καστανιά Κλυμένη. Κι' απέ σε λίγο σώσανε κοντά στο Ζερβοπόρτι. 145

Και τη βρήκε στον πύργο απάνου με πολλές τριγύρω παρακόρες, και με το χέρι την τραβάει οχ τ' αραχνιό φουστάνι, 385 όμια με μια παλαιϊκιά γηριά μαλλοτεχνίτρα, που τα πολύτιμα μαλλιά τής δούλεβε σαν είταν στον τόπο της, και πιο πολύ την αγαπούσε απ' όλες· όμια μ' αφτή, της μίλησε η ρόδινη Αφροδίτη «Έλα, κι' ο Πάρης σε ζητάει στον πύργο να γυρίσεις. 390 Αχ στολισμένο α θε τον δεις απ' ομορφιά πώς λάμπει μες το γιατάκι, απάνου εκεί στο τορνεφτό κρεβάτι!

Είπε, και τρόμαξε η Λενιό η διογεννημένη, κι' έφυγε αγάλιασκεπαστή με την κατάσπρη μπόλιακρυφά απ' τους Τρώες· κι' η θεά πήρε το δρόμο πρώτη. 420 Κι' άμα στου Πάρη φτάσανε τ' αρχοντικό παλάτι, τρέξανε αμέσως στη δουλιά οι άξιες παρακόρες, κι' εκείνη απάνω ανέβηκε, η λατρεφτή γυναίκα.

Αυτού απάνω στραβομουριάζει η Μαυρουδού και τραβιέται μέσα, τάχα να φέρη το δίσκο. Ήρθε ως τόσο και ο δίσκος με το νεράντζι, ήρθε κι ο αναπόφευγος ο καφές. Κατόπι άνοιξαν απέραντες ομιλίες οι γέροι για τα δημοτικά τους, φόρους, κρίσες, διαθήκες, τόνα, τάλλο, και σ' αυτό το μεταξύ ξαναμπήκε η γριά να δώση χέρι στις παρακόρες, να γίνη της ανθρωπιάς το φαεί.

Τι γυναίκα του θα πήτε σα δύστροπη· μα το κορίτσι είχε πάρει από τον πατέρα κι όχι από τη μάννα. Όλη του λοιπόν η αγάπη στη Σμαράγδα του καταστάλαξε. Όσο για τη μάννα της την Αμερισούδα, για λόγου της άλλο δεν είχε παρά μαριόλικο χαμογέλοιο κάθε φορά που αρχινούσε λογομαχητά, πότε με παρακόρες, πότε με γειτόνισσες, και κάποτες και με τη μικρή.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν