Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Ο Καραϊσκάκης για ντρόπιασμα των δειλών είχε μαζί του ένα παλιόβρακο, που τόξεραν όλοι μ' αυτό τ' όνομα «το βρακί της Κατερίνας» και υποχρέωνε όσους έπιανε φοβιτσάρηδες να το φορέσουν. Ο Μπούσγος όμως, αφού δεν έφταιγε σε τίποτα, άναψε κι' αυτός από το θυμό του. Τραβιέται πίσω, κι' όξω την κουμπούρα!

Ο ήλιος βασιλεύει το σκότος αρχηνάει και το λαμπρό της θώρι η μέρα αποσκολνάει· Τα μαύρα φορεμένη, στην όψι μελανή σιωπηλή διαβαίνει η νύχτα σιγανή Και το χλορό φεγγάρι με φως σκοταδερό, στο αργυρό του αμάξι κινιέται οκνηρό. Αναμεράν τα ζώα, κουρνιάζουν τα πουλιά, πας άνθωπος τραβιέται και παύει από δουλιά. Νυστάζει αποσταμένη η φύση η ζωντανή, τα μέλη της συνάζει σ' ανάπαψι κοινή.

Η υπομονή μας ήταν μεγάλη μέσ' την καρδιά μας, μα η ησυχία που καταΐσκιωνε σαν θείο χέρι ως τώρα τα γαληνεμένα μας στήθια, άρχεψε να τραβιέται απάνου και ν' αφανίζεται σαν την αντάρα της λίμνης μας την πρωινή, κι' ο βοργιάς της στέρησης της εκκλησιάς άρχιζε ν' αναταράζη τα βάθητά μας. — Πώς θα περάσουμε χωρίς εκκλησιά τέτοιες μέρες!

Αυτού απάνω στραβομουριάζει η Μαυρουδού και τραβιέται μέσα, τάχα να φέρη το δίσκο. Ήρθε ως τόσο και ο δίσκος με το νεράντζι, ήρθε κι ο αναπόφευγος ο καφές. Κατόπι άνοιξαν απέραντες ομιλίες οι γέροι για τα δημοτικά τους, φόρους, κρίσες, διαθήκες, τόνα, τάλλο, και σ' αυτό το μεταξύ ξαναμπήκε η γριά να δώση χέρι στις παρακόρες, να γίνη της ανθρωπιάς το φαεί.

Ακούεται κ' η φωνή της μάνας, οπώδενε τ' άλογο στον ταβλά. Και σύνωρα, πατήματα βιαστικά ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια του απάνου σπιτιού. Ο Λάμπρος χάνει με μιας όλες τες προτερινές σκέψες του, τραβιέται αλλαξοπρόσωπος από το παραθύρι και πάει κατά την πόρτα. Μες το πρώτο σκαλοπάτι απαντάει το γιο του ανεβασμένον.

Και σαν τον είδε, τρόμαξε ο φοβερός Διομήδης. Πώς άντρας μαλακόψυχος περνάει μεγάλο κάμπο και στέκει ομπρός σε ποταμού την άκρη φουσκωμένου που τρέχει κατά το γιαλό, καθώς τον δει με κρότους π' αφρολογάει, και βιαστικός τραβιέται πίσω πάλι· τότε έτσι κώλωσε κι' αφτός και μίλησε στ' ασκέρι 600 «Βρε τι σαστίζουμε, παιδιά, τον Έχτορα σα δούμε κι' είναι άφοβος πολεμιστής και στο κοντάρι πρώτος; Μα κείνος ένα απ' τους θεούς έχει κοντά του πάντα που τον γλυτώνει από σφαγή, σαν που και τώρα ο Άρης, τηράτε! μ' άντρα μιάζοντας θνητό μαζί του τρέχει.

Μα μόλις ο θεόμορφος Αλέξαντρος τον είδε 30 μες στους προμάχους άξαφνα, τον πιάνει λες αντράλα, και πίσω ως στους συντρόφους του κολώνει μη την πάθει. Πώς ο διαβάτης του βουνού τη λαγκαδιά σα βλέπει δαγκάρα οχιά, ξανάστροφα τραβιέται τρομασμένος, και πίσω φέβγει και χλωμιά τα μάγουλά του βάφει· 35 έτσι κι' αφτός φοβήθηκε τον καστανό Μενέλα και πίσω χώθηκε ξανά μες στο σωρό των Τρώων.

Ο Βιζυηνός, μολονότι καλοσπούδασε φιλοσοφικά στη Γερμανία, δε φαίνεται πώς άμεσα τραβιέται από τα θέματα τα φιλοσοφικά, ποίηση και φιλοσοφία κρατιούνται από κείνον η καθεμιά στα σύνορά της μέσα απαρασάλευτη, εξαιρετικά η καθαρή σκέψη παίρνει να τραγουδήσει στους στίχους του, και «η Αφροδίτη», το αστέρι και το τραγούδι της Αγάπης το διανοητικό, είναι σαν ένας ήχος πλάγιος βαρύς που τον ακούμε κάπως ξαφνισμένοι.

ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Ιδέ, μ' ανοικτό βήμα τραβιέται! ΟΡΑΤΙΟΣ Στάσου! Ομίλει! σ' εξορκίζω, ομίλει! ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Εχάθη και ν' αποκριθή δεν θέλει. ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Τώρα, Οράτιε, τι; συ τρέμεις κ' είσαι αχνός· δεν είναι το πράγμα κάτι πλέον παρά φαντασία; Πώς το εξηγείς; ΟΡΑΤΙΟΣ Μα τον Θεόν, δεν θα ημπορούσα να το πιστεύσω δίχως την ομολογίαν την αισθητήν και αληθινήν των οφθαλμών μου.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν