United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανάμεσα εις τα χορεύοντα κύματα, εις το έρεβος της νυκτός και το χάος, ο Νικολός κι' ο φίλος του είδαν έξαφνα έν φως μικρόν, ως λαμπυρίς, να σείεται, ν' αφανίζεται, και πάλιν ν' ανακύπτη. Κάποιον πλοίον αγωνιούσε κ' επαράδερνεν εκεί εις το μαύρον πέλαγος. — Να, ένα καΐκι, είπεν ο Νικολός το Πιτς. — Καράβι μεγάλο είνε! είπεν ο υιός της Γαλοντζίτσας.

Διότι κατά την ημέραν, επειδή είναι εις ενέργειαν αι αισθήσεις και η διάνοια, απωθούνται αι κινήσεις αυταί και αφανίζονται, όπως αφανίζεται το ολίγον πυρ πλησίον του πολλού πυρός και αι μικραί λύπαι και ηδοναί πλησίον των μεγάλων.

Όμως τα ζώα, τα οποία έχουσι μικράν δύναμιν, ζητούσι να αναπνέωσι συχνότερον• αλλ' αποθνήσκουσι ταύτα και, ως λέγεται, πνίγονται, όταν γίνηται πλήρες το στήθος αυτών και αφανίζεται το υγρόν, το οποίον είναι εις το υπόζωμα αυτών. Διά τούτο, και όταν μείνωσι πολύν χρόνον εις την τέφραν, εγείρονται πάλιν.

Το αίμα της ηρωικής τους της εποχής σ' εφτά δεκαριές χρόνια δεν μπορούσε να ξεθυμάνη. Τέτοιο αίμα εύκολα δεν αφανίζεται μέσα σ' ένα καφκί φράγκικο τσάι, μήτε σ' ένα ποτήρι δασκαλήσιο νερό. Το έθνος έχει ακόμα μεγάλη δουλειά να κάμη, κ' έχει τη δύναμη να την κάμη. Το νοιώθει μες στην καρδιά του πως του χρειάζεται γης και θάλασσα να ξαπλώση τη δύναμή του και τη ζωή του.

Και ούτως εκείνο, εις το οποίον έκαστον εκ των πραγμάτων τούτων, όταν γεννάται, εμφανίζεται, και πάλιν εκείθεν αφανίζεται, εκείνο 50. | μόνον δυνάμεθα να ονομάζωμεν μεταχειριζόμενοι τας λέξεις &τούτο& και &εκείνο&, το δε άλλο, οποιονδήποτε είναι, ή θερμόν ή λευκόν, ή οτιδήποτε εκ των εναντίων, και παν ό,τι γεννάται εκ τούτων, κανέν από ταύτα δεν πρέπει να καλήται ούτως.

Μέγα τι αμυδρόν σύνολον υπάρχει προ της ψυχής μας το αίσθημά μας αφανίζεται καθώς μέσα σ' αυτό και ο οφθαλμός μας, και ποθούμεν, αλλοίμονον, να παραδώσωμεν όλην την ύπαρξίν μας διά να χορτάσωμεν την ηδονήν ενός μόνου, μεγάλου λαμπρού αισθήματοςκαι όταν σπεύδωμεν εκεί, όταν το εκεί γίνεται εδώ και τότε όλα είναι όπως και πριν, ξαναευρισκόμεθα εις την πτωχείαν μας, εις τα στενά μας όρια, και η ψυχή μας ποθεί μίαν ηδονήν που της εξέφυγε.

Διότι, όταν τις αφαιρών αυτάς και εκ νεκρού και πηχθέντος αίματος τας συνάγη, τότε όλον το λοιπόν αίμα αφανίζεται. Εάν όμως αφεθώσιν εκεί, ταχέως θα το πήξωσι με την βοήθειαν του περικυκλούντος αυτό ψύχους.

Η υπομονή μας ήταν μεγάλη μέσ' την καρδιά μας, μα η ησυχία που καταΐσκιωνε σαν θείο χέρι ως τώρα τα γαληνεμένα μας στήθια, άρχεψε να τραβιέται απάνου και ν' αφανίζεται σαν την αντάρα της λίμνης μας την πρωινή, κι' ο βοργιάς της στέρησης της εκκλησιάς άρχιζε ν' αναταράζη τα βάθητά μας. — Πώς θα περάσουμε χωρίς εκκλησιά τέτοιες μέρες!