United States or Spain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επανέβλεπε τον λαμπρόν εκείνον Βινίκιον, ωραίον ως ημίθεον των εθνικών, όστις της είχεν ομιλήσει περί έρωτος εις την οικίαν των Αούλων και όστις είχεν εξεγείρει την καρδίαν της. Εφοβείτο ότι ηδύνατο να έλθη στιγμή, καθ' ην ο έρως του ανδρός τούτου θα την εκυρίευε και θα την συνήρπαζεν ως λαίλαψ.

Είχε σιγήσει ο φοβερός τυφών, και είχε κοπάσει η λαίλαψ, και η θάλασσα έβραζεν ακόμη, με υπόκωφον βοήν, δεχομένη τα χωματόχροα και θολά ρεύματα των χειμάρρων, και ο άσπιλος πόντος είχε μιανθή από της γης τας ύλας. Ο ήλιος είχε φανή εις μίαν γωνίαν του ουρανού, τα σύννεφα είχαν συμμαζευθή εις μίαν άλλην γωνίαν.

Όλοι οι περιηγηταί εκ συμφώνου μαρτυρούσι πόσον βίαιαι και αιφνίδιαι γίνονται εις την λίμνην εκείνην αι μαρτυρίαι. Τοιαύτη λαίλαψ ανέμου μεγάλη κατέβη τότε εις την λίμνην, ως διηγώνται οι ιεροί Ευαγγελισταί. Εν ακαρεί σφοδρότητος ανεμοστρόβιλος ενέσκηψε, και τα κύματα ωρχούντο μανιωδώς. «Το πλοίον εκαλύπτετο υπό τον κυμάτων.

Εάν ήτο ο Μεσσίας, διατί να μη τους δώση άρτον εξ ουρανού, ως ο Μωυσής; πού η βροντή του Σαμουήλ και η φλοξ του Ηλία; διατί ο ήλιος να μη σκοτισθή και η σελήνη να μη τραπή εις αίμα; διατί να μη φανή πύρινος στήλος και να μη ενσκήψη λαίλαψ και καταιγίς όπως επικυρώση τους λόγους Του;

Και είδε τότε τον καπετάν- Φώκαν, ως φάντασμα, τυλιγμένον με την βαρείαν γούναν του, ιστάμενον εν μέσω του σκάφους και θεωρούντα κύκλω την φρίσουσαν τρικυμίαν με βλέμμα απλανές. Μ' οξύτατα λαλήματα η λαίλαψ κατέρριπτεν επ' αυτόν τας χιονονιφάδας τηςχιονόνερον παγωμένον — κ' η κόμη του, ασκεπούς όντος, ωρθούτο υπό του ανέμου, ως από φόβον.

Είχον &εξιπασθή&, επειδή ο Γιώργος των, ο υιός της μεν, της δε αδελφός, είχε «βγη καθηγητής απ' το Πανεπιστήμιο, στην Αθήνα». Ήσαν εκ ταπεινού γένους και πάμπτωχοι. Ο γέρο-Σταύρος ο Κακαβάρης, αποθαμμένος προ ολίγων ετών, ήτον ξένος, φερμένος εις τον τόπον από την μεγάλην νήσον, την Έγριπον. Η λαίλαψ του πολέμου, εις την αρχήν του αιώνος, είχε σκορπίσει όλην την οικογένειάν του.

Ο ίππος ήσθμαινεν απελπιστικώς επί της ελικοειδούς οδού της αγούσης εις την Αρικίαν. Την στιγμήν εκείνην είς ιππεύς ερχόμενος εκ Ρώμης και τρέχων και εκείνος ως λαίλαψ έκραξε συναντών τον Βινίκιον: — Η Ρώμη εχάθη! Οι θεοί . . . και διήλθε.

Η χιονώδης λαίλαψ, εκ δυσμών προβαίνουσα προς ανατολάς, κατεκάλυψε νυν το πέλαγος και την ξηρόνησον αυτήν, ως με άχνην αναβράζοντος ατμού. Ήδη εξηφανίζετο και η Σκόπελος, μόλις διακρινομένη ως όπισθεν αραχνοϋφούς πέπλου. Ο καιρός ήτο «εις τον μάστορη» κατά την κοινήν έκφρασιν.