United States or Russia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήδη απεμακρύνθη του Κάστρου, ενώ το χιονόνερον ετίναζεν εις την πρύμνην της «Γαλανομμάτας» τον τελευταίον αντίλαλον της Αλτανούς, πένθιμον πάντοτε, ως στεναγμόν πνιγομένου: — Μανωωωώληηη! Η χήρα η Αλτανού, μία υψηλή-υψηλή χήρα, 'σαν λεύκα, με μια μαύρη μανδήλα πάντοτε, και με μια πλέον μαύρη καρδιά, καρδιάν θαλασσοκαμένην, είχε χάσει πολλούς, όλους, εις την θαλασσαν, η άτυχος.

Συγχρόνως χιονόνερον κατάπυκνον εθάμβωσε τους οφθαλμούς του και δεν είδε πλέον τίποτε. Ήκουσε μόνον ροήν αφρίζοντος ύδατος, πληρούντος την «Γαλανομμάταν» κ' ησθάνθη τον πάτερ-Γαλακτίωνα μυκώμενον: «Του οποίου πνιγήκαμε, καπετάνιο μουΆλλο τίποτε δεν ήκουσε πλέον ο Μανώλης, ούτε είδε.

Και είδε τότε τον καπετάν- Φώκαν, ως φάντασμα, τυλιγμένον με την βαρείαν γούναν του, ιστάμενον εν μέσω του σκάφους και θεωρούντα κύκλω την φρίσουσαν τρικυμίαν με βλέμμα απλανές. Μ' οξύτατα λαλήματα η λαίλαψ κατέρριπτεν επ' αυτόν τας χιονονιφάδας τηςχιονόνερον παγωμένον — κ' η κόμη του, ασκεπούς όντος, ωρθούτο υπό του ανέμου, ως από φόβον.

Επανέλαβε πάλιν μίαν φοράν ο αντίλαλος, θρηνητικώτερον, πενθιμώτερον ακόμη. . . Το ονάριον έστρεψε την κεφαλήν του αντιθέτως, ίνα μη προσπίπτη εις το κτηνωδώς ακίνητον πρόσωπόν του το χιονόνερον, όπερ ήρχισε να επιρρίπτη ορμητικώς ο γραίγο-λεβάντες την στιγμή εκείνην εκραγείς μετά βίας. Η σκαμπαβία έπλεε ταχέως.