Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Και της ευχής ο αντίλαλος απ' το καλύβι μέσα Ως όξω εχύθη, ως τα μαντριά, 'ς τους οβορούςτες στρούγγες: — Να σου χιλιάσουν, τσέλλιγγα, να ζήσης μύρια χρόνια!

Και αι απαντήσεις επανελάμβανον την γλυκείαν προσφώνησιν αντιφωνούσαι: — Αληθώς Ανέστη! συνοδευόμεναι υπό γενναίων πυροβολισμών των ναυτικών ισχυρών όπλων, ων ο αντίλαλος βαρύς και βροντερός εφέρετο διά του ηρεμούντος αιγιαλού προς τα κατασκότεινα βουνά της μακρονήσου Ευβοίας.

Βόσκουν αυτά με την δροσιά και με το κρύο της νύχτας Σε γούπατον, σε λαγκαδιά καιόχτους απλωμένα. Γλυκός γλυκός αντίλαλος χύνεται απ' τα κουδούνια, Κάποτε ο νυχτοκόρακας, κάποτε αγρίμι σκούζει, Κάποτε σκύλου βάβυσμα βαθιά βαθιά γροικιέται Μέσ' 'ς τη μαυρίλα την πυκνή.

Από τους λευκούς βράχους ο αντίλαλος πάραυτα εκτιναχθείς, ως κρότος τηλεβόλου, προσέκρουσε κάτω, προς τας προκυμαίας και τας οικίας της παραλίας και επανελήφθη, κάτω βαθειά, ως διά βραχνής σάλπιγγος δαίμονος, εν τη σιωπή της νυκτός: — Μόλα μπουρίνα, τίρα μόλα!

Πύργος διπλοθεμέλιωτος και μαρμαροχτισμένος. Χτυπάει τ' αλόγου τα πλευρά να κατεβή 'ςτόν κάμπο, Γλυκά ροδίζ' η ανατολή. 'Σ ολίγο δίνει ο ήλιος. Λαμποκοπάν η αχτίδες του 'ςτά χιόνια τα στρωμένα, Λαμποκοπάν τα ρέμματα, λαμποκοπάει ο πύργος, Κ' ένας βαθύς αντίλαλος, οπού ξυπνάει την πλάση, Από τον πύργο τον ψηλό γλυκό τραγούδι φέρνει.

ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Γιατί το καλύτερο που έχει να μας δώση δεν είναι παρά ένας αντίλαλος μιας πλούσιας μουσικής ή θολή σκιά μιας φόρμας με καθαρό διάγραμμα.

Την είχε πάρει ο Διάκος Χρονιάρικη ’ς τα Γιάννινα κι' από τ' αστέρι πούχε Καταμεσής ’ς το μέτωπο την έκραζεν Α σ τέ ρ ω. Έβραζ' ο πόλεμος μακρά και κούφια τη βοή του Την έφερν' ο αντίλαλος σα μούγκρισμα πελάγου. Όλοι προσμένουνε βουβοί... Κανένας πεζοδρόμοςτο ξάγναντο δε φαίνεται... ο Μήτρος, πουν' ο Μήτρος;

Κι' όθε περάση ο ίσκιος μου, ορίζω εγώ... Το ξέρει. — Πόλεμο θέλω... πόλεμο... Ποιος είσαι συ που κρένεις; — Πιστεύω, ό,τι πιστεύετε... — Αφωρεσμένος νάσαι Πώχεις ψυχήτη γλώσσα μας, 'ς αυτόν τον Άγιον Τάφο Να βλαστημήσης προδοσαίς... Αφωρεσμένος νάσαι... Κι' ο αντίλαλος εφτά φοραίς από σπηληαίς σε βράχους Από βουνά σε λαγκαδιαίς φαρμάκεψε ταγέρι Μ' εκείνον τον αφορεσμό.

Από μακρυά, αχ' το βουκουλιό, ακούγεται φλογέρα. Κάπου βροντάει μια τουφεκιά ή κυνηγού ή δραγάτη, Και κάπου κάπου ο αντίλαλος βραχνό τραγούδι φέρνει Του αλογολάτη, του βαλμά, οπού γυρνάει κ' εκείνος. Του κάμπου τάγρια τα πουλιά γυρνούν αχ' τες βοσκές τους, Και μ' άμετρους κελαϊδισμούς μέσ' στα δέντρα κουρνιάζουν· Σκαλώνει ο γκιώνης στο κλαρί και κλαίει τον αδερφό του.

Αρπάσας δε από το παρακείμενον παράθυρον βαρύ εκκλησιαστικόν βιβλίον, το ύψωσεν απειλητικώς, και του ιερού θόλου ο αντίλαλος επανέλαβε μετά φρίκης μίαν βλασφημίαν: — Διάλε τσ' αποθαμένους σου! Αλλ' οι παριστάμενοι είχον ήδη παρέμβει, κατάπληκτοι προ πάντων διά την βλασφημίαν εκείνην εντός του ναού.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν