United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις την νέαν ταύτην εργασίαν εμετριάσθη και του Μανώλη η δυσθυμία. Ο Καρπάθιος ο πρωτομάστορας του έδιδεν ανά πάσαν στιγμήν αφορμάς ευθυμίας με την αστείαν διάλεκτόν του. Όταν εθύμωνε με τας απροσεξίας του, τον εφώναζε «παλλαρόν». Ο δε Μανώλης τόσον εξεθαρρεύθη, ώστε ήρχισε να τον σκώπτη, μιμούμενος την προφοράν του.

Ήτο μελαγχολικώτερος του συνήθους και εις την ερώτησιν της Αρσινόης διατί η τόση του δυσθυμία, εκείνος απήντησεν ότι ήτο πολύ σκληρός ο περίγελως, αφού κάλλιστα γνωρίζει την αφορμήν . . . Και επρόσθεσε με φωνήν ομοιάζουσαν μάλλον ψιθυρισμόν: — Και να μην ημπορώ ν' απομακρυνθώ . . . — Αλλ' η φιλία τότε; είπεν εκείνη. — Δεν υπάρχει καμμία, απήντησεν εκείνος με πικρίαν. — Ούτε η ιδική μου; είπεν εκείνη ταπεινοφώνως, χωρίς να τον ατενίση . . . Εις τον τόνον της φωνής ο νέος διέκρινε τρυφερότητα . . . η καρδία του υπερεπληρώθη, αλλ' η Αρσινόη ηγέρθη. — θέλω να είσαι εύθυμος, τ' ακούεις; είπε τεταραγμένη· το θέλω.

Είπε να φέρουν το φαγητό στο δωμάτιό του και, αφού έφαγε επήγε έφιππος έξω στον έπαρχο, τον οποίον δεν ηύρε στο σπίτι του. Περπατούσε συλλογισμένος στον κήπο εδώ κ' εκεί και φαινότανε ότι ήθελε σ' αυτές τις τελευταίες του στιγμές να μαζέψη στην ψυχή του όλη τη δυσθυμία των αναμνήσεων.

Την μεταβολήν ταύτην ο Φωκίων την αντελήφθη αμέσως και δεν δυσηρεστήθη· προφανώς εν τη ψυχή της Αρσινόης ετελείτο πάλη. Ήτο πάντοτε η αυτή γαλήνιος και αξιοπρεπής γυνή, αλλά πολύ την δυσηρέστει τώρα η δυσθυμία του Φωκίωνος, όστις εξηκολούθει επιμόνως την αυτήν τακτικήν, προβαίνων μέχρι του μέτρου ν' αποφεύγη όσον ηδύνατο να την βλέπη μόνην . . .

Λείπανε οι παράμερες ομιλίες με τη γυναίκα μου, έλειπε η φαιδρή συναναστροφή με τα παιδιά. Ούτε η γιορτή των Χριστουγέννων, αυτή πολύ λιγότερο, δεν ερχότανε χωρίς το αίστημα της εκνευριστικής βίας, που αφίνει πίσω κούραση, βαριέστισμα και δυσθυμία.

Ταυτόχρονα όμως είδα πως η ιδέα αυτή γέμιζε τη γυναίκα μου με τόση μαγεία, ώστε δεν μπορούσα να πω όχι. Γι' αυτό είπα ναι και την έσφιξα στο στήθος μου για να κρύψω τη δυσθυμία μου. Όταν όμως γυρίζαμε στο σπίτι, σ' όλην την ύπαρξη της Έλσας είτανε χυμένο κάτι σα λάμψη νεανική. Δεν είχε νοήσει τίποτε από κείνο που αιστανόμουνα πραγματικά.

Μόνον το βράδυ-βράδυ, όταν διήλθεν η Πηγή μεταβαίνουσα εις την βρύσιν, η δυσθυμία του εφάνη διαλυθείσα· το μειδίαμα με το οποίον εκείνη συνώδευσε το καλησπέρα της εφώτισε το σκυθρωπόν πρόσωπόν του. Η Πηγή διήρχετο καθ' εκάστην εκείθεν, λοξοδρομούσα επίτηδες, οσάκις μετέβαινεν εις την βρύσιν. Από της ημέρας εκείνης μάλιστα διήρχετο πολλάκις. Η στάμνα της είχε μεταβληθή εις πίθον των Δαναΐδων.

Η κακοβουλία ήτο ανίσχυρος εναντίον Εκείνου, του οποίου η πνευματική και ηθική μεγαλωσύνη ενέσπειρε δέος εις θνήσκοντας κακούργους και απίστους δημίους, και εν τη βαθυτάτη αβύσσω της σωματικής καταπτώσεώς Του. Εν τη εμπαθεί δυσθυμία του Ρωμαίου πραίτωρος ίσως ελάνθανε και νύξις τις σοβαρότητος.