United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Βινίκιος, βεβαιωθείς ότι δεν ηδύνατο να διέλθη έφιππος, κατήλθε του ίππου του αψηφών τους κινδύνους. Έτρεξεν. Ωλίσθαινε κατά μήκος των τειχών και ενίοτε ανέμενεν ίνα το πλήθος των φυγάδων τον αντιπαρέλθη. Εσκέπτετο ότι αι προσπάθειαί του ήσαν φανταστικαί. Η Λίγεια ίσως δεν ήτο πλέον εις την πόλιν, δυνατόν να είχε φύγει.

Είπε να φέρουν το φαγητό στο δωμάτιό του και, αφού έφαγε επήγε έφιππος έξω στον έπαρχο, τον οποίον δεν ηύρε στο σπίτι του. Περπατούσε συλλογισμένος στον κήπο εδώ κ' εκεί και φαινότανε ότι ήθελε σ' αυτές τις τελευταίες του στιγμές να μαζέψη στην ψυχή του όλη τη δυσθυμία των αναμνήσεων.

Ο γέρος έπαρχος ήρθε βιαστικά έφιππος μόλις άκουσε την είδηση· εφίλησε τον ετοιμοθάνατο με τα πιο θερμά δάκρυα. Οι μεγαλύτεροί του γυοί ήρθαν αμέσως πεζή, εγονάτισαν μπρος στο κρεββάτι για να εκφράσουν τη μεγάλη λύπη τους, του εφίλησαν τα χέρια και το στόμα, και ο πιο μεγάλος, που πάντα περισσότερο τον αγαπούσε, εκόλλησε τα χείλια του έως ότου κείνος ξεψύχησε και τον έβγαλαν με τη βία.

Όστις δε κρατών τον χρυσόν διαρκούσης της εορτής αποκοιμηθή εν υπαίθρω, αυτός, λέγουσιν οι Σκύθαι, δεν ζη εκείνον τον χρόνον, και διά τούτο δίδεται εις αυτόν τόση γη όσην δύναται να διατρέξη έφιππος εις μίαν ημέραν. Επειδή δε η χώρα είναι μεγάλη, ο Κολάξαϊς την διένειμε διά τους υιούς του εις τρία βασίλεια, και εξ αυτών έν έκαμε μέγιστον, εκείνο όπου φυλάττεται ο χρυσός.

Και επί τη διαβάσει του χιλιάδες πίλων ερρίφθησαν εις τον αέρα και βροντώδης ζητωκραυγή εκυλίσθη εις απέραντον μήκος: — Ούρρα ο στρατάρχης Δόλλαρ!... Ο Έδισσων! ο Έδισσων! ο στρατηγός Έδισσων! Έφιππος εις ίππον σιδηρούν, του οποίου οι οφθαλμοί εκπέμπουν ηλεκτρικάς λάμψεις και οι ρώθωνες πυρ, διαβαίνει ο Μόλτκε των Αμερικανών. — Τι νέα από την Ελλάδα μας, κόρνελ; μ' ερωτά με δημοκρατικήν αφέλειαν.

Ο δε Πολύβιος ο υιός του Λυκόρτα ο Μεγαλοπολίτης, επιστρέφων εκ του κτήματός του έφιππος, έπεσεν εκ του ίππου, και εκ τούτου ασθενήσας απέθανεν εις ηλικίαν ογδοήκοντα δύο ετών. Ο Υψικράτης ο Αμισηνός, ο οποίος υπήρξε συγγραφεύς πολλών και διαφόρων, έζησεν ενενήκοντα δύο έτη.

Ο δε Άσανδρος, ο υπό του σεπτού αυτοκράτορος από εθνάρχου αναγορευθείς βασιλεύς του Βοσπόρου, εις ηλικίαν ενενήκοντα ετών, διεκρίθη και ως έφιππος και ως πεζός πολεμιστής. Όταν δε είδε τους οπαδούς του ν' αποσκιρτούν προς τον Σκριβώνιον, απέθανεν εξ εκουσίας ασιτίας, αφού έζησεν ενενήκοντα και τρία έτη.

Το καλλίτερον λοιπόν είνε, ενώ η σκέψις θα πορεύεται έφιππος, η έκφρασις να παρακολουθή πεζή και κρατουμένη από το εφίππιον, ούτως ώστε να μη υστερήση.

Ως βλέπεις το φοβερόν τούτο κτύπημα έγεινε μάλλον εξ αιτίας της ορμής του ίππου παρά εκ της θελήσεως και της δυνάμεως του ανθρώπου. Ηγανάκτει λοιπόν ο Αρσάκης διότι ετάσσετο εις την αυτήν με τους άλλους τάξιν και απήτει να καταβή έφιππος. Ο δε Ορείτης είχε τόσον αβρούς τους πόδας, ώστε ούτε να σταθή, ούτε να βαδίζη ηδύνατο.

Επήγα διά να τον αποχαιρετήσω· γιατί μου ήλθεν η όρεξη να κάμω ένα γύρον έφιππος εις τα βουνά, αφ' ότου τώρα και σου γράφω· και καθώς πηγαινοέρχομαι εις το δωμάτιον, μου πίπτουν εις τα μάτια τα πιστόλιά του. — Δάνεισέ μου τα πιστόλια, είπα, για το ταξείδι μου. — Ευχαρίστως, είπεν, αν θέλης να λάβης τον κόπον να τα γεμίσης· εγώ τα έχω κρεμασμένα μόνον διά τον τύπον.