Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Ο Γιάννης ο Μπουκώσης επεθύμει ν' αρνηθή, αλλά δεν ετόλμα. Εφορτώθη τα δύο σταμνία κ' εξεκίνησε διά την πηγήν του Χαιρημονά, ήτις απείχε περί τα δύο μίλια, και ήτις έτρεχε τόσον φειδωλή ως το δάκρυ των εξηντλημένων οφθαλμών. Εχρειάζετο σωστήν μίαν ώραν διά να υπάγη να γεμίση τα σταμνία και να επιστρέψη.
Και μετά την εκ της πόλεως επάνοδον, εξηκολούθει να πηγαίνη το βράδυ εις την βρύσιν, όπου εμάνθανε τα γυναικεία νέα της ημέρας, τι είπεν η μία και τι έκαμεν η άλλη, τι ύφαινεν η μεν και τι εξύφαινεν η δε. Εκεί, αποθέτουσαι τα σταμνιά επί του γεισώματος της κρήνης και περιμένουσαι σειράν, νέαι και ηλικιωμέναι γυναίκες εφλυάρουν επί τινα ώραν και έπειτα μία μία απήρχοντο με το σταμνί επ' ώμου.
— 'Σ εσένα πέφτει ο κλήρος, παιδί μου Γιάννη, είπεν αποτεινόμενος προς τον Μπουκώσην. Σύρε να γεμίσης τα δυο σταμνιά, νάχης την ευκή του παπά μας, και σε καρτερούμε, δεν τρώμε... Πάρε και μια αναμμένη λαμπάδα να βλέπης στο δρόμο, και πάτει γερά, ώμορφα ώμορφα... να μη σπάσης τα σταμνιά, και το πάθης σαν το τραγούδι που λένε... και μας αφήσης κ' εμάς χωρίς νερό.
Δεν έπρεπε να βάλης συ τα ρούχα τα δικά σου; πως τα δικά μου φόρεσες και μ' άφησες φουστάνια, και μ' άφησες σαν το νεκρό, που μόνο τα στεφάνια και τα σταμνιά του λείπανε; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Αλλά και η αρβύλες μου μαζύ σου ταξιδέψανε και το ραβδί. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα και γι' αυτό τα ρούχα δεν μου κλέψανε, γιατ' έσερνα, καθώς εσύ, στο χώμα τα ποδάρια, ενώ με τη μαγκούρα σου κτυπούσα τα λιθάρια.
Το ξέρω συ πως μ' αγαπάς, και τώρα ίσως θ' απορής πούρθες στην πόρτα να με βρης. Έλα κοντά, και δώσε μου το στόμα το γλυκό σου. ΝΕΑΝΙΑΣ Α μπα: φοβάμαι, μάτια μου τον αγαπητικό σου. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν; ΝΕΑΝΙΑΣ Α, τον ενδοξότερο απ' όλους τους ζωγράφους. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν; ΝΕΑΝΙΑΣ Που στολίζει τα σταμνιά που βάζουνε στους τάφους! Κρύψου λοιπόν να μη σε ιδή στην πόρτα, πως κατέβης
Η ιδέα ότι θα ξόδευαν λιγώτερα δεν τους αφήκε και να λογαριάσουν ότι ο δρόμος, όσο λίγος κιαν ήτο, θα χειροτέρευε τον άρρωστο. Ο γιατρός που τον κάλεσαν να τον κυτάξη είπε πως είχε πνευμονία. Είδε συνάμα πως η μύτη του ήτον κόκκινη και ρώτησε αν έπινε. — Ου! αποκρίθηκαν οι δικοί του, σταμνιά πίνει. Ο γιατρός έκαμε μορφασμό που σήμαινε: «Διάολε! αυτό 'νε κακό».
Πόσα δε μούπαν όλοι τους, βλαμάκια και ξαδέρφοι, πόσα δεν έκαναν αφτού να με βαστάξουν σπίτι! 465 Τι πλούσια θέλεις πρόβατα, τι τραχηλάτα βόδια μούσφαζαν, τι καλόθρεφτα καψάλιζαν γουρούνια, π' αστράφτανε του πάχους τους στρωμένα μες τις φλόγες· πόσο κρασί δεν πιόθηκε απ' τα σταμνιά του γέρου!
Και παίρνει κι' ακουμπάει σταμνιά με μέλι και με λάδι 170 στο νεκροκράβατο. Έπειτα βαρβάτα τέσσερα άτια ρήχνει στενάζοντας βαριά μες στο σωρό των ξύλων. Εννιά 'χε ο βασιλιάς λαμπρούς του τραπεζιού του σκύλους· διο κι' από δάφτους έσφαξε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν