United States or Tanzania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μέχρις ώρας η άσκησις δεν συνετέλεσεν εις ελάττωσιν του πάχους, αλλά τουλάχιστον έθεσε φραγμόν εις την αύξησίν του. Τούτο εξηκρίβωνεν ο Κ. Πλατέας διά των κατά μήνα ζυγίσεών του εις την πλάστιγγα του τελωνείου, όπου η φιλία ενός ελεγκτού τού παρείχε το προνόμιον των τοιούτων δοκιμών. Παρεκτός του περιπάτου, ο ιατρός είχε συμβουλεύσει και τα θαλάσσια λουτρά ως μέσον αντιπαχυντικόν.

Τέλος διέταζε τους Λυδούς να θυσιάσωσιν εις τον θεόν ό,τι ηδύναντο να προσφέρωσι. Τελειωθείσης της θυσίας, εχύθη κατά διαταγήν του άπειρος ποσότης χρυσού εξ ου κατεσκευάσθησαν εκατόν δεκαεπτά ημιπλίνθια μιας παλάμης πάχους, τα μεν μεγαλείτερα έχοντα έξ παλαμών μήκος, τα δε βραχύτερα τριών.

Βόδια πολλά 'στρώσαν στη γης με τους λαιμούς κομένους, 30 πρόβατα ασπρόμαλλα πολλά κι' ακροπατούσες γίδες· κι' ένα σωρό καψάλιζαν καλόθρεφτα γουρούνια π' αστράφτανε του πάχους τους στρωμένα μες στις φλόγες. Κι' έτρεχε γύρω στο νεκρό παντού το αίμας βρύση.

Άλλως δε επανελάμβανον πολλάκις την αρίθμησιν, και η απόστασις δεν ήτο τοσαύτη, ώστε να μη διακρίνουν εύκολα το μέρος, το οποίον ήθελον. Την μεν καταμέτρησιν λοιπόν των κλιμάκων τοιουτοτρόπως έλαβον, εικάσαντες το μέτρον εκ του πάχους μιας πλίνθου. Το δε τείχος των Πελοποννησίων τοιούτον ήτο κατά την οικοδομήν.

Μόνον το εσπέρας εξήλθε μετά κόπου κ' εκάθισεν έξω παρά την θύραν της καλύβας. Οι αμνοί της Λαμπρής, κάτασπροι ωσάν τα χιόνια εκ του πάχους, εκρέμαντο προ της θύρας των καλυβών καθ' όλα έτοιμοι διά το σουβλί.

Το δε ύψος ήτο το ήμισυ εκείνου όπερ διενοήθη, διότι ήθελε διά του μεγέθους και του πάχους των να αποκρούουν τας προσβολάς των πολεμίων· και ενόμιζεν ότι προς υπεράσπισίν των ήθελον αρκέσει ολίγιστοι άνθρωποι, οι μάλλον αδύνατοι, οι δε άλλοι να επιβιβάζωνται εις τα πλοία· διότι εις τα πλοία προ πάντων επέμενεν, ιδών, ως φρονώ, ότι η στρατιά του βασιλέως ευκολώτερον έκαμνε τας εφόδους διά θαλάσσης ή διά ξηράς.

Πόσα δε μούπαν όλοι τους, βλαμάκια και ξαδέρφοι, πόσα δεν έκαναν αφτού να με βαστάξουν σπίτι! 465 Τι πλούσια θέλεις πρόβατα, τι τραχηλάτα βόδια μούσφαζαν, τι καλόθρεφτα καψάλιζαν γουρούνια, π' αστράφτανε του πάχους τους στρωμένα μες τις φλόγες· πόσο κρασί δεν πιόθηκε απ' τα σταμνιά του γέρου!

Μετ' ολίγον εισήλθεν ο οικοδεσπότης, εύσαρκος κύριος, ομοιάζων προς οικόσιτον ινδικήν όρνιθα, στρογγύλην έχων και λάμπουσαν εκ του πάχους την μορφήν, στρέφων δε τον αδρόν αυτού μύστακα διά της μιας αυτού χειρός, και βυθίζων την άλλην εις το θυλάκιον της αναξυρίδος του.