United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί που αυτοί κουβέντιαζαν, ο Μιχάλης, δεμένα τα χέρια του πίσω, σεργιάνιζε τριγύρω στην εκκλησιά και κοίταζε τα πάμπολλα μνήματα, τις λιγωστές πλάκες, το βαθύ και τολόγεμο χωνευτήρι. Στάθηκε και λόγιαζε τα κιτρινιασμένα τα κόκκαλα, του καθενού μακαρίτη σε ξέχωρο σακκί τυλιγμένα, σακκί σάπιο και ξεπαραλυμένο εδώ και κει, με τα κόκκαλα μισοβγαλμένα από την κάθε του τρύπα. Λογής λογής κόκκαλα.

Η ντόνα Ρουθ σιωπούσε την ώρα που κουβέντιαζαν οι αδελφές της, ίδρωνε όμως ακουμπισμένη στη ράχη της καρέκλας. με τα χέρια να κρέμονται σαν νεκρά στα πλευρά της.

Ναί, αφτό θα φημιστεί ως εκεί που χύνει φως ο ήλιος, μα τι μ' αφτό; Σα φύγουνε οι παινεμένοι Αργίτες με τα καράβια τους ξανά στην ποθητή πατρίδα, 460 τότες το κάστρο γκρέμισ' το και σκόρπα το στο κύμα, και μ' άμμο σκέπασε ξανά τ' απλόχωρο ακρογιάλι462 Έτσι κουβέντιαζαν οι διο. Και βασιλέβει ο ήλιος, 464 και τότες τέλιωσε η δουλιά των Αχαιών.

Έτσι κουβέντιαζαν οι διο. Κι' ο Αίας πια στο πλοίο 101 δεν έστεκε, τι οι κονταριές τον έσφιγγαν των Τρώων. Του Δία τον νικούσε ο νους κι' οι τόσοι αντάμα Τρώες βαρώντας· κι' έβγαζε φριχτή τριγύρω στα μηλίγγια, σαν το χτυπούσαν, ταραχή τ' αστραφτερό του κράνος, 105 γιατί όλο στα καλόφτιαστα στεφάνια το βαρούσαν.

Η μοναχή κουβέντα, πώκαναν μέσα στην εκκλησιά, είταν το φάνισμα του ισκιωματιού τη νύχτα μέσα στο χωριό, και τόσο πολύ η κουβέντα αυτή έπαιρνε κι' έδινε, ώστε κι' οι άντρες κουβέντιαζαν, πράμμα που μόνον οι γυναίκες τώκαναν ως τα τότε, κι' έκαναν πάντα τον παπά να τους φωνάζη μες από το γιερό: — «Σωπάστε, γυναίκες»!...

Έξη πουλάρια τούκαναν στους στάβλους του οι φοράδες· 270 τέσσερα ο ίδιος στο παχνί κρατάει κι' ακριβοθρέφει, και τ' άλλα διο τα χάρισε του γιου του τ' αντριωμένου. Αφτά αν τα πάρουμε, λαμπρό θα γίνει τ' όνομά μαςΑφτά κουβέντιαζαν οι διό.

Σεργιάνιζαν όλη μέρα στους δρόμους, συχνοχαιρετιούνταν, έκαμναν κοπλιμέντα και τσιριμόνιες, κουβέντιαζαν ως και με τα χεράκια τους, μιλούσανε, γελούσανε, φιλοσοφούσαν αναμεταξύ τους. Έπειτα ο καθένας, σαν κάτι πιο καμαρωμένος, πήγαινε στο μικρούτσικό του το σπιτάκι κ' έγραφε μάνι μάνι ένα βιβλίο. Τι λες νάγραφε μέσα στο βιβλίο; Οι μικροπολίτες γράφανε βιβλία ο ένας για τον άλλον.