United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς έγραψε πρώτα της Λέλας, να την παρακαλέση, γιατί ξέρει πως είμαι καλός και δεν μπορεί πια να ζήση, αν είναι να μην ξανάρθη... Και δεν τέλειωνε το γράμμα. «Αν είναι να μην ξανάρθηΕίδες εσύ τι λαμπρά που το στοχάστηκε; Θυμήσου τώρα το λόγο της· «Πήγαινε, ο ίδιος να στο πηΤόννοιωσες; Στο περιβόλι μάνι μάνι του μίλησε — «Πρόσεχε, ο Καρλής έχει υποψία, γράψ' του αόρατα θέματα, να τον ξεχνιάσης.» — Κ' η Λέλα το ήξερε πολύ καλά πως θα μου γράψη.

Ποιος κάθισε να συλλογιστή ταπέραντο το χασομέρι, ταπέραντο το κρίμα, που αναγκάζεται το ρωμιόπουλο να ξεμάθη μια γραμματική και να μάθη μιαν άλλη, άφησε που μήτε τη μια δεν μπορεί να ξεμάθη, μήτε την άλλη δεν καλομαθαίνει; Ποιος άνοιξε κορακίστικο βιβλίο, και να το κλείση μάνι μάνι, και να πάη στους δασκάλους να πη. Φτάνει σας πια, το παραξηλώσετε· πήρετε την πόρτα στον ώμο σας.

Στη Γαλλία, διαβάζει, δουλέβει ο κόσμος. Στη Γαλλία, παίρνει κατάκαρδα κανένας ό τι δουλειά κι αν πιάση· ό τι γράψη, ρομάντζα, στίχους, θα χύση μέσα την ψυχή του. Δε θα καθήση να γράψη κανείς για ό τι του κατέβη, για όλα τα μπόσικα, μάνι μάνι. Εκεί, το να γράφη κανείς, τόχουνε δουλειά και τέχνη. Άθρωπος εκεί δεν είναι που να μη δουλέβη και πολύ μάλιστα. Έτσι και το σωστό.

Πηγαίνω και γω κάποτες να διώ, τρέχω με τους άλλους, και μάνι μάνι γυρίζω πάλε σπίτι με το βαποράκι που κατεβαίνει τον ποταμό. Τέτοια κ' η ζωή μου. Έρχουμαι από τα πανηγύρια κι από τις χαρές, και να που βρέθηκα με μιας ολομόναχος στην έρημη τη σπηλιά. Κατοικούσα παλάτι λαμπρό· το είχα χτίσει ο ίδιος. Έβαλα μέσα πλούτο και θησαβρούς, έβαλα χρυσές ελπίδες και μάνταλο χρυσό. Έβαλα μέσα ό τι είχα.

Και για τι σκοπό, για τι όφελος τα βάσανα κι ο κόπος; Για νακούσης την προφορά, για να σου πουν παραμύθια, και κει που σου τα λένε να τους φέβγη η ομιλία, να τρέχουν τα λόγια μάνι μάνι και συ να ταρπάζης. Και μήπως έφκολο είναι να το καταφέρης; Καλήτερα ψήφους να μαζώνης παρά να μαζώνης παραμύθια! Πρέπει σαν το βουλεφτή να ρητορέβης, όλο τα ίδια να κοπανίζης και να μην κουράζεσαι ποτέ.

Σεργιάνιζαν όλη μέρα στους δρόμους, συχνοχαιρετιούνταν, έκαμναν κοπλιμέντα και τσιριμόνιες, κουβέντιαζαν ως και με τα χεράκια τους, μιλούσανε, γελούσανε, φιλοσοφούσαν αναμεταξύ τους. Έπειτα ο καθένας, σαν κάτι πιο καμαρωμένος, πήγαινε στο μικρούτσικό του το σπιτάκι κ' έγραφε μάνι μάνι ένα βιβλίο. Τι λες νάγραφε μέσα στο βιβλίο; Οι μικροπολίτες γράφανε βιβλία ο ένας για τον άλλον.