Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Επροχώρησε λοιπόν κατά μήκος της ακτής έχων μέρος τι του στρατού· αλλ' οι Τυρρηνοί, οίτινες εφύλατταν εις το μέρος τούτο, βλέποντες τους εχθρούς πλησιάζοντας ατάκτως, επροχώρησαν και επιπεσόντες εναντίον των πρώτων τους έτρεψαν εις φυγήν και τους έρριψαν εις την λίμνην την καλουμένην Λυσιμέλειαν.

Ο δε Νικίας και ο Δημοσθένης βλέποντες την λυπηράν κατάστασιν του στρατού, την εντελή έλλειψιν των τροφών και τον μέγαν αριθμόν των τραυματισμένων απεφάσισαν να ανάψουν, διαρκούσης της νυκτός, όσα ηδύναντο περισσότερα πυρά και να οδηγήσουν τον στρατόν ουχί πλέον διά της οδού, την οποίαν κατ' αρχάς εμελέτησαν να ακολουθήσουν, αλλά κατά διεύθυνσιν εναντίαν των θέσεων, τας οποίας εφύλατταν οι Συρακούσιοι, δηλαδή προς την θάλασσαν.

Μετά ταύτα ο Βελισάριος επέστρεψεν εις την Κωνσταντινούπολιν φέρων τον Γελίμερον και τους Γότθους μεγιστάνας αιχμαλώτους, καθώς και τα λάφυρα, όσα είχαν αρπάσει οι Βανδήλοι εκ των Ρωμαϊκών και των Ελληνικών χωρών και εφύλατταν εις την Καρχηδόνα. Μετά μεγάλου ενθουσιασμού υπεδέχθησαν εις την Κωνσταντινούπολιν τον εξ Αφρικής επιστρέφοντα δαφνοστεφή στρατηγόν και τον νικηφόρον στρατόν.

Οι δε Αθηναίοι κατέστρεψαν τους υπογείους οχετούς, οι οποίοι έφερναν το ύδωρ εις την πόλιν· και παρατηρήσαντες ότι οι Συρακούσιοι απεσύροντο εις τας σκηνάς των κατά την μεσημβρίαν, ότι πολλοί μάλιστα απήρχοντο εις την πόλιν και ότι οι εις τα χαρακώματα μένοντες εφύλατταν αυτά αμελώς, έστειλαν τριακοσίους εκλεκτούς καί τινας διαλεκτούς και καλώς ωπλισμένους ψιλούς διατάξαντες αυτούς να τρέξουν αιφνιδίως προς το υποτείχισμα.

Ο Κόνων, ο οποίος ήτο άρχων του στρατού εις την Ναύπακτον, ήλθεν επίσης προς τους στρατηγούς τούτους, διά να τους αναγγείλη ότι τα εικοσιπέντε πλοία των Κορινθίων, τα οποία εφύλατταν προ της πόλεως εκείνης, όχι μόνον δεν έπαυαν τας εχθροπραξίας, αλλ' έμελλον και να ναυμαχήσουν.

Τα πάντα λοιπόν αμελήθησαν και ανεβλήθησαν επ' αόριστον. Κατά τον αυτόν χειμώνα οι Ολύνθιοι προσέβαλαν αιφνιδίως την Μηκύβερναν, την οποίαν εφύλατταν οι Αθηναίοι, και την εκυρίευσαν. Αλλ' οι Βοιωτοί απεκρίθησαν ότι δεν τα απέδιδαν πριν οι Λακεδαιμόνιοι συνομολογήσουν και μετ' αυτών ιδιαιτέραν συμμαχίαν, καθώς συνωμολόγησαν μετά των Αθηναίων.

Ο Κομποδήμος ιδών κενόν το παρατεθέν ταψίον με ολίγην παγωμένην ακόμη σάλτσα, τώρα συνήλθεν από της μέθης, ξεζαλισθείς ολίγον. — Το πήρε η οργή, κολλήγα, ανεφώνησεν. Θα μας το άρπαξαν οι γάτοι· γιατί, όταν επήγα προτήτερα να το φέρω, δεν με άφησες; τους είδα κ' εφύλατταν απόξω καραούλι, ο ένας από 'δω και ο άλλος από 'κεί από την πόρτα. — Μήπως άφησες ανοικτή την πόρτα, κολλήγα;

Δηλαδή οι Πέρσαι, όταν εφύλατταν τον μέτριον βαθμόν της δουλείας και ελευθερίας επί Κύρου, πρώτον μεν αυτοί ήσαν ελεύθεροι, έπειτα δε κυρίαρχοι πολλών άλλων. Διότι οι άρχοντες μετέδιδαν την ελευθερίαν εις τους εξουσιαζομένους και σύροντες αυτούς μάλλον προς την ισότητα ήσαν φίλοι οι στρατιώται με τους στρατηγούς και προθύμως επρόσφεραν τον εαυτόν των εις τους κινδύνους.

Από τας απολαύσεις ήσαν διάτρητοι, καθώς τα σάπια βαλάντια• ώστε και αν συνέβαινε να εισαγάγη κανείς εις αυτούς σοφίαν ή ελευθεροστομίαν και αλήθειαν εξέφευγεν αμέσως και κατέρρεε, καθότι ο πυθμήν δεν ηδύνατο να υποβαστάση• δήλα δή κάτι ανάλογον με εκείνο το οποίον παθαίνουν αι θυγατέρες του Δαναού που προσπαθούν να γεμίσουν το τρύπιο πιθάρι• τον χρυσόν όμως εφύλατταν με δόντια και νύχια και με πάντα τρόπον.

Εξ άλλου η μεταφορά των εκ της Ευβοίας στελλομένων σιτηρών, πού άλλοτε ενηργείτο κατά ξηράν εκ του Ωρωπού διά της Δεκελείας, καθίστατο τότε δαπανηρά διά θαλάσσης, κάμπτουσα το Σούνιον· όλα ηναγκάζετο η πόλις να λαμβάνη έξωθεν, και αντί να είναι πόλις, κατέστη φρούριον, διότι την μεν ημέραν οι Αθηναίοι εφύλατταν κατά διαδοχήν τας επάλξεις, την δε νύκτα όλοι ομού εκτός των ιππέων· οι μεν ήσαν πλησίον των όπλων οι δε επί των τειχών και εταλαιπωρούντο θέρος και χειμώνα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν