United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τι μ' αυτό; γυρίζει και του κραίνει η Μιχάλαινα με σουφρωμένα φρύδια και με χείλη που στάζανε φαρμάκι. — Και τι μ' αυτό; Μηγαρής τίμια σου φέρθηκε αυτή να σε μπλέξη στη βρακοζώνη της; Και δεν το κατέχω τάχα πως χρόνους και χρόνους σε παραμόνευε να σε πιάση, κ' είχε δεν είχε το κατάφερε να σε κωλοσύρη εχτές εκεί κάτου σαν πεινασμένο γατί;

Τα μεγάλα, καταγάλανα μάτια της, που ποτέ δεν είχανε βασιλέψει για να βλέπουνε τις ομορφιές του κόσμου, βασιλεμένα τώρα προς το χώμα, στάζανε δάκρυα μυστικά. Μα τώρα το φως έμπαινε από άλλο παράθυρο στις δυο ζυγές ψυχούλες. Τώρα η Μαρία έβλεπε με τα μάτια του τυφλού. Κι ο Πέτρος μέσα στο καμίνι που τον έκαιγε, μιλούσε με μια φωνή περίσσια γλυκειά, με μια φωνή δροσιά γεμάτη.

Μα είχανε κ' έναν προστάτη, θα πης. Σα δεν έχη έναν προστάτη στον κόσμο η γυναίκα, το αδύνατο το μέρος, βλέπεικαλή ώρα! — τα καλά που είδε κ' η Ταρσίτσα! Τα χείλια της στάζανε φαρμάκι Είχε γίνει χλωμή σα θειαφοκέρι απ' το κακό της. Ο παπάς άρχισε να τη βαρυέται και χασμουρήθηκε δυνατά, κάνοντας το σημείο του Σταυρού με το ένα δάχτυλο μπροστά στα δύο τρία δόντια που τούχανε απομείνει.

Σαν ετελείωσε το γλυκό τραγούδι, η βασιλόπουλα έσκυψε απ' το ψηλό παράθυρο και τα δάκρυά της στάζανε κάτω στο χώμα. Το φεγγάρι φιλούσε τα δάκρυά της και τάκανε μαργαριτάρια. Τότε το βασιλόπουλο σήκωσε ψηλά τα μάτια του και είδε δυο ζαφείρια. να λάμπουν, σαν άστρα, μέσα στο σκοτάδι του παραθυριού. Και σαν τα είδε είπε μέσα του: — Αυτά είναι τα μάτια της αγαπημένης μου.