United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι τα βλέπουνε στην Εβρώπη, έτσι τα είπα κι ο ίδιος μιλώντας σ’ Εβρωπαίους, που τους φαίνεται και νόστιμο, με το πνέμα του, με το κουράγιο του, με τη μαργιολιά του, να νίκησε δέφτερη φορά ο νικημένος το νικητή, ο Ρωμιός το Ρωμαίο, με τρόπο που να του πάρη ως και τη δόξα την καμαρωμένη του, τόνομά του .

ΚΡΕΟΥΣΑ Στα χέρια της τον πήρε τα παρθένα χωρίς να τον γεννήση αυτή. ΙΩΝ Τον είχε παραδώση κατά που ιστορήθηκε, σε μιαν εικόνα απάνου; ΚΡΕΟΥΣΑ Τον έδωκε στου Κέκροπος της κόρες, δίχως όμως εκείνες να τον βλέπουνε. ΙΩΝ Άκουσα που η παρθένες άνοιξαν το κιβώτιο της Αθηνάς κρυφά. ΚΡΕΟΥΣΑ Γι' αυτό χαθήκανε κι' αυτές και με τα αίματά τους τους βράχους χρωματίσανε. ΙΩΝ Έτσι το λεν, αλήθεια.

Αχάριστος όμως, όπως είναι ένας άνθρωπος μόλις ξέφυγε έναν κίντυνο που δεν τον είχε νοιώσει, απολάβαινα την αλλαγή, χωρίς να τη συλλογίζουμαι. — Μήπως κλαις όταν δε σε βλέπουνε; ρώτησα. Κ' αιστάνθηκα να ξυπνά μέσα μου ένας ίσκιος της παλιάς μου δυσπιστίας. Μα η Έλσα δεν το παρατήρησε. Έστεκε μπροστά μου ολόφωτη από τόση νιότη, σα να μην είχε σκοτεινιάσει ποτέ σύννεφο το μέτωπό της.

Ο Νίκος βαστούσε ένα μεγάλο κλαδί μυγδαλιάς στο χέρι σαν τρόπαιο και στο πρόσωπό του, καθώς κύτταζε μπροστά του κι αψηλά, έπεφτε λίγη λάμψη απ' το θρίαμβο του Παρθενώνος που σιγοπύρωνε με τη θύμηση των φιλιών του ήλιου... Καθώς ανέβαιναν τον τελευταίο ανήφορο πούβγαινε πίσω απ’ το σπίτι τους βλέπουνε να ξεπροβάζη απ’ τη γωνιά της μάντρας τους, η θεια Ελέγκω σε μεγάλες φούριες. . . Άμα τους είδε, ξεφώνισε, σβαρνίζοντας τον κατήφορο : Μπράβο σας ! Έμ δεν είπαμε δα και να νυχτωθούμε ! Τρέχω να προφτάσω τον Κωλοσούρτη δεν μπόρεσα να κάτσω πιο πολύ, γιατί έχω να μουσκέψω κάτι ρούχα και να σηκωθώ δυο ώρες νύχτα : μια πλύση τρικούβερτη ! στης κυρίας Αθανασάκη-την ξέρετε δα, πουν' ο άντρας της στο υπουργείο, πήρε προίκα αυτή πολλή . . καλέ πουχ’νε το σπίτι στη ρούσσικια εκκλησία!-ας ήναι!. . . Μπρέ- μπρέ-μπρέ-μπρέ ! Για μένα τα κουβαλήσατε όλα τούτα!

ΑΔΜΗΤΟΣ Ω Μοίρα, τέτοια γυναίκα ευρέθηκες να μου στερήσης! ΑΛΚΗΣΤΙΣ Νοιώθω τα μάτια να βαραίνουνε• το βλέμμα μου θολώνει. ΑΔΜΗΤΟΣ Εχάθηκα, αν μου φύγης συ, γυναίκα μου.... ΑΛΚΗΣΤΙΣ Και όμως πάρε το πια απόφασιν πως μ' έχασες.... ΑΔΜΗΤΟΣ Σηκώσου και λάβε θάρρος. Μην αφήνης μόνα τα παιδιά σου. ΑΛΚΗΣΤΙΣ Μήπως κ' εγώ το ήθελα; Χαίρετε τώρα. ΑΔΜΗΤΟΣ Ιδέ τα, κύτταξε πως σε βλέπουνε.

Οι καρδιές τους κτυπούσαν τώρα πολύ κοντά η μια με την άλλη και κυττάζανε κ' οι δυο με γέλια και πειράγματα την κερένια κούκλα, που είχε τόσα κάλλη η καϋμένη και μόνο καρδιά δεν είχε. Ο Παύλος έδωκε ό,τι είχε στην Παυλίνα κ' εκείνη καθεμέρα του ζητούσε ένα καινούργιο χάρισμα. — Δος μου τα μάτια σου, Παύλο. Να είναι δικά μου και μόνο δικά μου και να μη βλέπουνε τίποτε άλλο στον κόσμο από μένα.

Τα μεγάλα, καταγάλανα μάτια της, που ποτέ δεν είχανε βασιλέψει για να βλέπουνε τις ομορφιές του κόσμου, βασιλεμένα τώρα προς το χώμα, στάζανε δάκρυα μυστικά. Μα τώρα το φως έμπαινε από άλλο παράθυρο στις δυο ζυγές ψυχούλες. Τώρα η Μαρία έβλεπε με τα μάτια του τυφλού. Κι ο Πέτρος μέσα στο καμίνι που τον έκαιγε, μιλούσε με μια φωνή περίσσια γλυκειά, με μια φωνή δροσιά γεμάτη.

Ούλη μου τη ζωή επέρασα τίμια, χωρίς ν' αδικήσω και να που εκατάντησα. Από τι; Από κάτι κακό που τόφερε η Τύχη. Δε νοιώθω τι είν' αυτά, μα είνε πολύ παράξενα. Ούλη μου τη ζωή τίμιος και για μια στιγμή παν όλα. Με βλέπουνε πως χάνομαι, βυθίζομαι και κανένα χέρι δεν απλώνει να με πιάση.

Αυτή ίσια ίσια η αργή ανάπτυξη της φύσης πλημμυρούσε και τους δυο μας με μια νέα ευτυχία, βυθισμένοι καθώς είμαστε στην ψυχική διάθεση μαςΒλέπεις, εδώ έρχεται αργότερα, όπως τότε»! — «Ξέρεις όσα κάθουνται στα νησιά βλέπουνε δυο φορές την άνοιξη

Αυτός μόνος και κατάμονος. Όλοι οι άλλοι νησιώτες ήσαν ίσιοι σαν τις λαμπάδες. Κι' ο Λαζαράκης το είχε καϋμό. Όλοι οι άλλοι, οι σακάτηδες και οι σημειωμένοι, είχανε κάποιο σύντροφο να τον βλέπουνε και να παρηγοριούνται. Στραβοί, κουτσοί, κουλλοί, βλογιοκομμένοι, αλλοίθωροι, πιασμένοι, τσεβδοί, τρεμουλιάρηδες, είχανε όλοι το ταίρι τους.