Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Οι αήθεις εκείνοι εχθρικοί ήχοι, αι ερυθραί εκείναι λάμψεις των φανών και των δάδων, ήρκουν διά να δείξωσιν ότι ο Ιούδας είχε προδώσει το μυστικόν του καταφυγίου Του, και ήτο ήδη εγγύς. Έτι δε Αυτού λαλούντος, ο Ιούδας ο προδότης επέστη.

Γιατί γύρισε; Με είχε προδώσει, και θέλησε παραπανιστά, να μ' εξευτελίση: αυτό είναι! Δε τον έφταναν τα παληά μαρτύριά μου; Ας γυρίση λοιπόν, ντροπιασμένος κι' αυτός, στην Ιζόλδη με τα Λευκά χέριαΕκάλεσε τον Περινίς τον Πιστό, και του είπε της ειδήσεις που είχε φέρει ο Μπλεχερή.

Θυμήθηκε την ημέρα όπου η Ιζόλδη η Ξανθή τούδωσε αυτό το δώρο: μέσα στο δάσος του τώδωκε, στο δάσος όπου προς χάρι του είχε κακοπαθήσει στην τραχειά ζωή. Και ξαπλωμένος τώρα δίπλα στην άλλη Ιζόλδη, ξαναείδε την καλύβα του Μορουά. Τι τρέλλα χτύπησε την καρδιά του ώστε να μπορέση να κατηγορήση τη φίλη του για προδοσία; Όχι· αυτή υπόμενε για χάρι του όλες της δυστυχίες, μόνο αυτός την είχε προδώσει.

Τότε τα ψηλά δένδρα τον λυπηθήκανε, μετανόησαν που τον είχαν προδώσει με το βουητό τους, και το ψηλό το κυπαρίσσι, που άγγιζε με την κορφή του το φεγγάρι, τούγνεψε από ψηλά και του είπε: — Σαν θέλης να ξανάβρης την αγάπη σου, βάλε ατσάλι στην καρδιά και σίδερο στα πόδια και τράβα το μονοπάτι που ανεβαίνει στο βουνό. Το βασιλόπουλο αναστέναξε.

Ο Πείσανδρος, πεπεισμένος ότι ο Φρύνιχος δεν ήτο ευνοϊκώς διατεθειμένος υπέρ της καθόδου του Αλκιβιάδου, τον διέβαλε λέγων ότι είχε προδώσει την Ίασον και τον Αμόργην. Επισκεφθείς δε όλας τας δι' όρκου των μελών συστημένας πολιτικάς εταιρείας, αι οποίαι υπήρχαν πρότερον εις τας Αθήνας διά τας δίκας και τας αρχάς, ταις συνέστησε, να ενωθούν και να συνδιασκεφθούν διά την κατάλυσιν της δημοκρατίας.

Εκείνη τη στιγμή ένας από τους Λεντζαίους, για να γλυτώση το σκυλλί, αρπάζει το μαχαίρι, που έφερε ακόμα το αίμα του δολοφονημένου απάνω στο λεπίδι σκουριασμένο . Ο Φετάνης άλλο από την επίθεση του Γκεσούλη, κι' άλλο από το άρπαγμα του φονικού μαχαιριού, νόμισε, ότι κάποιος τον είχε προδώσει και φώναξε απελπισμένα: — Ήμαρτον! ήμαρτον! Μη με σκοτώνετε! Σχωράτε με!

Και το βασιλόπουλο ξεκίνησε πάλι, διάβηκε όρη και βουνά, διάβηκε θάλασσες και ποτάμια κ' έφτασε ένα δειλινό στο μαγεμένο περιβόλι. Τα δένδρα σαν το είδαν από μακρυά, μετανόησαν που το είχανε προδώσει με το βουητό τους, το λυπηθήκανε και τούδειξαν μακρυά, στην κορυφή του βουνού, το σιδερένιο πύργο, που ήταν κλεισμένη η βασιλοπούλα.

Βροντή δεν είχεν επέλθη· άγγελος δεν κατήλθεν εξ ουρανού να Τον ελευθερώση· πυρ δια θαύματος δεν τους κατέφαγε. Έβλεπον ενώπιόν των άνθρωπον άοπλον και κεκμηκότα, τον οποίον είς των ιδίων οπαδών Του είχε προδώσει, και εις του οποίου την σύλληψιν παρίσταντο απλώς εν ανισχύρω αγωνία ολίγοι έντρομοι Γαλιλαίοι.

Με θλιβερόν πρόσωπον κεκλιμένον προς τα κάτω, εθεώρει τον άνθρωπον όστις τον είχε προδώσει, όστις του είχεν αφαιρέσει την σύζυγον και το τέκνον του, τον είχε προσελκύσει εις ενέδραν δολοφόνων, και όστις, αφού όλα τα εγκλήματα τω είχον συγχωρηθή εν ονόματι του Χριστού, τον είχε και πάλιν παραδώσει εις τους δημίους. Οι οφθαλμοί του Γλαύκου ήσαν προσηλωμένοι επί του προσώπου του Έλληνος.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν