Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Κι' αφτός δε χόρταινε να σφάζει, κι' έβαφε μ' αίμας μελανό τ' αζύγωτά του χέρια.

Το τρεχαντήρι σε κάθε λιμάνι το έβαφε, το εστόλιζε, το επάστρευε, το εγλυκοκύταζε σαν καλός καβαλάρης το άλογο του· πολλές φορές άνοιγε κουβέντα μαζί του. Το παιδί κάθε βράδυ στα γόνατα το έπαιρνε, το εκύλαε, το εψηλαφούσε στα ξανθόσγουρα μαλλιά, το εφιλούσε παθητικά σαν ερωμένη. — Παιδί μουΜπιούτη μου! ετρυφεροψιθύριζε.

Μόνον ο καταρράχτης της σιμοτινής λαγκαδιάς θορυβούσε τα σκότη. Φυφύριζαν τα βρεμμένα ξύλα της πύρας μας κ' η απλωτερή λάμψη της έβαφε με το πορφύρινο χρώμα της τα κοτρώνια και τες όψες μας, που καθόμασταν αραδαριά σταυροπόδι ολόγυρά της. — Τι χάση κόσμου που ήτον αυτή! Λέει ο Μπαρμπούτας, αναγυρίζοντας τα σύδαυλα της φωτιάς. — Τέτοια νεροποντή ποτέ δε με μετάχε βρη, λέει ο Πολιάνος.

Αλλ' ακούραστος και τετραπέρατος γραία, συχνά την έβαφε μόνη της και ανεξόδως, κατασκευάζουσα το χρώμα από της γης τας βοτάνας, ων εγνώριζεν ως έμπειρος ιατρός την ιδιότητα και φύσιν. Αλλ' ούτω συμβαίνει εις αυτόν τον παληόκοσμον. Ο ράθυμος φθονεί πάντοτε τον φιλόπονον, κ' ευρίσκει πάντοτε τρόπον να εμπαίξη και υποβιβάση η οκνηρία τα έργα της φιλοπονίας.

Μόνον η κιτρινάδα που έβαφε το πρόσωπό του και το χάλπωμα των ματιών του φανέρωναν τη μεγάλη του συγκίνηση. — Ακούστε, είπε ο Περαχώρας, διαβάζοντας δυνατά και ρυθμικά : Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερόν έστιν η Πατρίς· και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ' ανθρώποις τοις νουν έχουσι. ..

Εν αρχή του «Αστραπόγιαννου» ευρίσκομεν ετέραν ουχ ήττον εναργή ομοιότητα προς την θαυμασθείσαν εικόνα των Ψαλμών «η οδός αυτού σκότος και ολίσθημα και άγγελος διώκων αυτόν. » Ούτως εδιώκετο εν ζοφερά νυκτί επί ατραπού εκ του αίματος ολισθηράς και ο δυστυχής Λαμπέτης υπό σπείρας Αλβανών: Το αίμα του έβαφε το μονοπάτι. Εμπρός τρισκότειδο και πίσω εχθροί.

Σηκώθηκε βιαστικά κι άνοιξε το παράθυρο. Έξω χαμόφεγγε ακόμη. Ο ήλιος βασίλεψε, μα η φεγγοβολή του έβαφε χρυσά και μενεξεδένια τα συγνεφάκια. Η βρύση της αυλής μουρμούριζε συγκρατητό και βαθύ παράπονο. Τ' ανθισμένο αγιόκλημα κ' οι τριανταφυλλιές έχυναν άρωμα δυνατό και του πείραζαν τα νεύρα.

Η χιαστή αύτη διασταύρωσις των δύο χρωμάτων έδιδεν εις την φυσιογνωμίαν του έκφρασιν παράδοξον. Εάν έβαφε τας λευκάς τρίχας, ηδύνατο να θεωρηθή ως εύμορφος μάλλον, αλλ' ότε πρώτον ήλθεν εις Σύραν, τις εκεί εσκέπτετο περί κομψότητος!

Ο κόσμος χόρευε και έπαιζε μουσική, το ηλιοβασίλεμα έβαφε τριανταφυλλί το καμπαναριό, τις στέγες, τα δέντρα τριγύρω. Από την εκκλησία έβγαιναν ψαλμωδίες δοξολογίας που συνόδευαν τη χορευτική μουσική, και μια μοσχοβολιά από λιβάνι που μπερδευόταν με τις μυρωδιές των περιβολιών. Όσο όμως και αν έψαξαν, δεν βρήκαν τον ψεύτικο άρρωστο στην αυλή, ούτε στην εκκλησία ή στους δρόμους τριγύρω.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν