Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Άμα εισήλθε, τεταραγμένη, έβαλε το μάνδαλον και τον σύρτην. — Μαρουσώ, είσ' επάνω; έκραξε με σιγανήν, αλλά συριστικήν φωνήν, ανερχομένη την σκάλαν. Μία γυνή κοντούλα, ροδοκόκκινη, εξήλθεν από την θύραν ενός θαλάμου, κ' επαρουσιάσθη μειδιώσα, αλλά και ανήσυχος το βλέμμα. — Πούαυτόν τον κόσμο, θεια Χαδούλα; ηρώτησε.

Έσυραν την λέμβον των υπό τινα πυκνόν θάμνον, αόρατον εν μέσω των βράχων εκάλυψαν ακόμη αυτήν και διά τινων πυκνών και ακανθωτών αγριοβάτων και ανήλθον ως έλαφοι την άνω του ορμίσκου σκληράν της γης λοφιάν, βραχώδη μεν και ολισθηράν, πλην κεκαλυμμένην υπό δάσους ερείκων, κομάρων, πρίνων και σκολιών τινων πευκών, τας κορυφάς των οποίων φαρμακόνει η άλμη του κύματος ως άχνη ανερχομένη έως επάνω όταν μαίνεται κάτω η τρικυμία.

Αργοστόλιστος ήτο πάντοτε, τον ήξευρεν. Αλλά τώρα ήτο σκοτεινή ακόμη νυξ και μόνον τα άστρα έλαμπαν άνω, ολίγω ύστερον ανέτελλεν η σελήνη, και τότε ελπίς ήτο να έλθη. Παρήλθον δύο ώραι και η σελήνη ανέτειλε κολωβή από το σκοτεινόν βουνόν άνω, ανερχομένη βραδέως εις το στερέωμα, και αι τάξεις των άστρων ηραιώθησαν επ' άπειρον και όλα σχεδόν ημαυρώθησαν εις την διάβασίν της. Παρήλθεν ακόμη μία ώρα.

Και η βαρκούλα του μπάρμπα-Στεφανή με το ανθρώπινον φορτίον της, εχόρευεν, εχόρευεν επάνω εις το κύμα, πότε ανερχομένη εις υγρά όρη, πότε κατερχομένη εις ρευστάς κοιλάδας, νυν μεν εις την ακμήν να καταποντισθή εις την άβυσσον, νυν δε ετοίμη να κατασυντριβή κατά της κρημνώδους ακτής.

Του εφάνη μόνον ότι το αίμα εφούσκωνεν ως πλήμμυρα ανερχομένη, και έμελλε να εκχειλίση από τον περίβολον του φονικού θεάτρου και να καταπλημμυρήση την Ρώμην ολόκληρον. Δεν ήκουε πλέον ούτε τας ωρυγάς των κυνών, ούτε τας φωνάς των αυγουστιανών, οίτινες αίφνης έκραξαν: — Ο Χίλων ελιποθύμησε! Ούτος τω όντι, λευκός ως σινδών, εκάθητο με υπτίαν την κεφαλήν, με το στόμα χάσκον και εφαίνετο ως νεκρός.

Ενόμιζες ότι αυτή εδώ η οικία εθρήνει· και ιδού η κόρη μετά πατάγου ορμητικώς ανερχομένη ως να εδιώκετο, και καθώς εκράτει εις χείρας την σκούπα συνεκρούσθη εκεί προς την επί της έδρας αναιβασμένην μητέρα της· και ιδού κατά γης και γραία και έδρα και ο καθρέπτης πάρα πέρα, γενόμενος θρύμματα. Η κόρη εμαρμάρωσε. Δεν ήξευρε τι να είπη. Εφοβήθη διά την μητέρα της περισσότερον.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν