United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μειδιάματα, φιλοφρονήσεις, γλυκείς λόγους, όλα δι' αυτήν τα είχε. Τώρα όμως έπαυσε και να μειδιά και να ομιλή προς αυτήν. Ενώπιον αυτής ήτο σύννους και κατηφής. Ότε όμως εκείνη ήτο απούσα, αν ευρίσκετό τις όστις να είπη κακόν λόγον εναντίον της, ο Μάχτος θα τον εφόνευε. Παρεμέριζεν ότε εκείνη διέβαινε, χωρίς να τη απευθύνη λόγον.

Ουδαμού Αϊμά. Ο Μάχτος επέστρεψεν εις την καλύβην, ελπίζων ότι η νέα θα επανήλθεν ήδη αυτόσε και έμελλε να την εύρη. Απούσα η Αϊμά. Ο νέος έκαμε και άλλον γύρον, και μετέβη προσέτι και εις όσους τόπους σπανιώτατα ευρίσκετο εκείνη, ουδ' είχε μεγάλην πιθανότητα ότι ήθελε την εύρει. Ώχετο η Αϊμά. Τέλος επέστρεψε το δεύτερον εις την καλύβην, πεποιθώς ότι θα την εύρισκε τέλος. Αλλ' όμως δεν την εύρεν.

Όλα ταύτα ήρχοντο συχνά εις την μνήμην της Αμέρσας, κ' επανήλθον ακόμη και κατά τας μακράς ώρας, της νυκτός, τας εσπερινάς και ορθρίας, οπότε αύτη έχανε τον ύπνον της εις τον οικίσκον, πλησίον της κοιμωμένης Κρινιώς, της μικράς αδελφής, ενώ η μήτηρ των απούσα κατά τας αυτός ώρας ηγρύπνει επί νύκτας τώρα, εις τον θάλαμον της λεχούς, εις την οικίαν της άλλης, της μεγάλης κόρης της, και όταν επέστρεψεν εις τον οικίσκον μετά την νυκτερινήν έξοδον, την οποίαν είχεν επιχειρήσει, ως «αλαφροΐσκιωτη» που ήτον, κατ' ακολουθίαν του ονείρου εκείνου, είδεν εις το αμυδρόν φως της κανδήλας, της καιούσης εμπρός εις την μικράν παλαιάν και μαυρισμένην εικόνα της Παναγίας, είδεν ότι η μικρά αδελφή της, το Κρινιώ, εκοιμάτο ακόμη, και δεν εφαίνετο να είχε σεισθή από την θέσιν της.

Την επιούσαν ήμεθα από πρωίας συνηγμένοι κατά το σύνηθες εις την ισόγειον της οικίας είσοδον, ήτις εχρησίμευεν ως κοινή αίθουσά μας. Καθήμενοι εις των θυρών τα κατώφλια και επί των βαθμίδων της κλίμακος συνεσκεπτόμεθα, ως πάντοτε, περί του πρακτέου, αναμένοντες τι η ημέρα θα μας φέρη και υπολογίζοντες πότε ηδυνάμεθα να περιμένωμεν απόκρισιν εκ Ψαρών. Η Ανδριάνα μόνη ήτο απούσα.

Τρία μεγάλα σκάφη είχον σκαρωθή από των πρώτων ημερών του Μαρτίου, και συ δεν έπαυες να τρέχης καθ' εκάστην, έως το ναυπηγείον, σταματών επί ώρας πολλάκις, παρά τον ανεμόμυλον, καθεζόμενος επί των κάτω κειμένων καταρτιών πάλαι ποτέ υπαρξάσης γολέττας, αναπολών ότι εις το μέρος εκείνο εστάθη προ μηνών η Πολύμνια, όταν σου εζήτησε να δρέψης προς χάριν της ίτσια· αλλ' η Πολύμνια ήτο μακράν απούσα.