United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η φύσις, διατηρούσα το κράτος της, επιβάλλει και εις τους ανθρώπους την απλότητά της. Και εδώ οι Αθηναίοι δεν κινούνται πλέον ως νευρόσπαστα, αλλά περιπατούν ως άνθρωποι· και τίποτε δεν τους εμποδίζει ναφεθούν εις την γοητείαν της φαληρικής εσπέρας.

Αλλ' αν ακουόμεναι εκείναι αι ομιλίαι του λαλιστάτου Αθηναίου φιλοσόφου τόσην γοητείαν επροξένουν, φαντασθήτε τώρα πόσον ψυχαγωγική είναι η ανάγνωσις των διαλόγων αυτών, όπως ετεχνούργησεν αυτούς ο μάγος της Ελληνικής γλώσσης χειριστής, ο θείος Πλάτων, ο οποίος εις τα έξοχα χαρίσματα, με τα οποία η φύσις είχε πλουσιώτατα προικίσει τον Σωκράτην, προσέθηκεν ως ωραία κεντήματα τα ολόχρυσα στολίσματά του με την χαριτωμένην γραφίδα του αρχαίου αττικού λόγου, ώστε να μη ηξεύρη κανείς πλέον σήμερον ποίον να θαυμάση περισσότερον, τον εύστροφον φιλόσοφον ή τον ηδύμολπον συγγραφέα, του οποίου ο Λουκιανός τόσον εξαίρει «την δεινώς αττικήν καλλιφωνίαν και την θαυμαστήν μεγαλόνοιαν».

Εγώ και τότε και σήμερον διατείνομαι ότι δεν πρέπει να μετανοήτε διά τα άπαξ αποφασισθέντα, εάν θέλετε να αποφύγετε τους τρεις βλαπτικωτάτους διά την πολιτείαν σκοπέλους, τον οίκτον, την από τους λόγους γοητείαν και την επιείκειαν.

Τον είλκε προς αυτήν η ανομοιότης, όπως τον είλκε προς την Πηγήν η ομοιότης. Δι' αυτόν η Μαργή είχεν, εκτός του θελγήτρου της γυναικός, την γοητείαν κομψοτεχνήματος. Εις τα χέρια του θα ήτο παιγνιδάκι.

Ο Έρως, μη δυνάμενος να αντιστή εις την γοητείαν των δακρυσμένων οφθαλμών της μητρός του, και πρόσφατον έτι έχων την γεύσιν των φιλημάτων της, υπεσχέθη πρόθυμος ό,τι του εζητήθη, και ανεχώρησε συλλογιζόμενος, ότι η άγνωστος εκείνη της μητρός του εχθρά θα ήτο βεβαίως πολύ, παραπολύ ωραία, ίνα κινήση τόσον την ζηλοτυπίαν της αγαθής του μητρός, και ότι αφεύκτως έπρεπε να την ίδη.

Είνε αληθές ότι αφ' ότου επρόσεξεν εις την κόρην της χήρας, τα λευκά και αβρά θέλγητρα της Μαργής εξήσκουν άλλου είδους γοητείαν εις την ψυχήν του ημιαγρίου εφήβου και όταν την έβλεπε τον ώθει αγρία ορμή να την περιβάλη με τους ρωμαλέους βραχίονάς του και να λυώση εις την λαύραν των πόθων του την μικροκαμωμένην και γαλακτώδη εκείνην ξανθήν.

Μία χειρονομία, μία του προσώπου έκφρασις πόσα ισχυρά αποτελέσματα πολλάκις δεν φέρουσι; . . . Την άφωνον των κινήσεων γοητείαν δυνάμεθα να εκτιμήσωμεν καλώς εις τα διά των Κινηματογράφων έργα.

Αρχή συν Θεώ αγίω. Εις τας ημέρας του πολυχρονεμένου βασιλέως Ιωάννου εζούσεν άνθρωπος ονόματι Γεώργιος Γεμιστός, αγγείον του Σατανά και γεμάτος από κάθε λογής γοητείαν και ασέβειαν.

Αυθορμήτως ο Μαθιός ύψωσε τας κώπας και τας εκράτησεν επί μακρόν επί της κωπαστής, και έμεινεν εν ηρεμία, όμοιος με το λευκόν πτηνόν της θαλάσσης, το κύπτον χαριέντως προς το κύμα, ακινητούν επ' ολίγας στιγμάς, με την μίαν πτέρυγα κάτω, την άλλην άνω, πριν εφορμήση και συλλάβη το κολυμβών οψάριον και το ανυψώση ασπαίρον και λαχταρίζον εις τον αέρα. Ησθάνετο γοητείαν άρρητον.

Έπος ολόκληρον συνερράφη προχείρως κ' εψάλλοντο κ' εξυμνούντο αι ξανθόμαλλοι Νεράιδες της νήσου, του σατυρικού παρωνύμου αποκτήσαντες πλέον λάμψιν και κάλλος και γοητείαν.