United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η κόρη του Θεστίου Λήδα εγέννησε τρεις θυγατέρας, την Φοίβην, την Κλυταιμνήστραν, ήτις είναι σύζυγός μου, και την Ελένην. Ταύτης της Ελένης διεκδικούντες την χείρα ήλθον οι πλουσιώτατοι της Ελλάδος ηγεμόνες. Δεινώς δε ηπείλουν και αιματηρώς προς αλλήλους ηγωνίζοντο πώς έκαστος, αποκρούων τους άλλους, να λάβη αυτός την κόρην ως σύζυγον.

Και ο μεν Γειζέριχος απέθανε τέλος το 474 μ.Χ., αλλ' αι ληστοπειρατικαί επιδρομαί των Βανδήλων εξηκολούθουν και επί των διαδόχων του. Δεν περιωρίζοντο δε οι Βανδήλοι εις το να λυμαίνωνται τας Ιταλικάς και Ελληνικάς χώρας, αλλ' επίεζαν δεινώς και τους εγχωρίους Ρωμαίους και Έλληνας κατοίκους των χωρών τας οποίας εξουσίαζαν.

ΧΟΡΟΣ Ιδού το έργον σου, αθλία Ελένη. Παλαίουσιν οι Ατρείδαι προς τα τέκνα των χάριν σού και των ερώτων σου. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ αγαπώ τα τέκνα μου, αλλ' έχω και αρκούσαν σύνεσιν, όπως εννοώ ποία πράγματα είναι άξια οικτιρμού και ποία όχι, διότι άλλως θα ήμην παράφρων. Είναι δι’ εμέ δεινώς αλγεινόν, βασίλισσα, το να τολμήσω ταύτα, αλλ' εξ ίσου αλγεινόν και το να μη τα τολμήσω.

Ότι δε δεν ήτο μικρά η ευεργεσία την οποίαν σου έκαμα, φαίνεται και εξ εκείνων τα οποία μου κατηγορείς. Αφού με μισείς διότι δεν θεραπεύω την γυναίκα σου, η οποία ευρίσκεται εις τα έσχατα και πάσχει δεινώς, έπρεπε μάλλον να με υπεραγαπάς διότι από ομοίαν δυστυχίαν σε έσωσα και να μου γνωρίζης χάριν διά την τοιαύτην ευεργεσίαν.

Μετ' ου πολύν χρόνον, αφού μετέφερον τους θησαυρούς του Οροίτου εις τα Σούσα, συνέβη εις το κυνήγιον θηρίων, ενώ κατέβαινεν από του ίππου, να στραγγαλίση ο Δαρείος τον πόδα του δεινώς, διότι ο αστράγαλος εξήλθεν από την άρθρωσιν. Πεπεισμένος δε προ πολλού ότι είχε πλησίον του τους πρώτους των Αιγυπτίων περί την ιατρικήν, προσέφυγεν εις αυτούς.

Και η Ελένη παρατηρήσασα ότι εσχηματίσθησαν όλα τα μαύρα σκωληκάρια, ενέθηκεν εκεί τρυφερόν φύλλον, εκόλλησαν όλα επ' αυτού, κινούμενα υπό της λαιμάργου ορμής προς το φαγητόν και ούτως η κόρη έθεσεν αυτά εις μεγαλείτερον ταψίον, όπερ ετοποθέτησεν επί καθέδρας, τους τέσσαρας πόδας της οποίας εστήριξεν εντός στάκτης, ίνα μη δύνανται οι μύρμηκες ν' αναβώσι και πνίξωσι τους μικρούς σκώληκας τους οποίους δεινώς καταδιώκουσι.

Κι' οπόταν βλέπω κάποτε Δημόσιον Ταμίαν πώς προσπαθεί τον πειρασμόν να φύγη του παρά, αν και δεινώς μαστίζεται από την βουλιμίαν, να! η κεντρόφυξ δύναμις φωνάζω εν χαρά. Αλλ' όταν τέλος τον ιδώ με όλην του την πάλην ακάθεκτος να σύρεται περί το κέντρον πάλιν ως ότου γίνη άφαντος με το Ταμείον όλον, βλέπω την άλλην δύναμιν, που λέγουν κεντρομόλον.

Την τετάρτην ημέραν είς των ιπποτών ήλθε και μοι έφερε την μικράν κόρην, πάσχουσαν δεινώς, όπως την περιθάλψω. Ότε την είδον, δεν ηδυνήθην να κρατηθώ και είπον απροσέκτως·Και πού είνε ο άνθρωπος, όστις την είχε μαζή του; Τον συνελάβετε και αυτόν; Ήτο η πρώτη φορά, καθ' ην είς των ιπποτών ηναγκάσθη να ρίψη επ' εμέ άγριον βλέμμα. Μ' έκαμε δε να μετανοήσω και εδάγκασα σφοδρώς τα χείλη μου.

Διά τον εαυτόν του, την συμβίαν και τον υιόν του, είχε κρατήσει τας δύο νεοδμήτους οικίας εις την νέαν πόλιν, τα δύο αμπέλια πλησίον ταύτης, δύο ελαιώνας, και ολίγα χωράφιακαι όσα μετρητά είχεν. Έως εδώ είχαν φθάσει αι αναμνήσεις της Φραγκογιαννούς, την νύκτα εκείνην. Ήτον η ενδεκάτη εσπέρα από του τοκετού της κόρης της. Το θυγάτριον είχεν υποτροπιάσει πάλιν, κ' έπασχε δεινώς.

Δύο μέσα ηδύναντο να δοκιμάσωσιν, αν τα εύρισκον τελεσφόρα· ή να συστείλωσι τα ιστία και να προχωρήσωσι με τας κώπας, καταφρονούντες τον αφόρητον διά τας γυναίκας μάλιστα σάλον, περιβρεχόμενοι από τα θραυόμενα και εισπηδώντα εις το σκάφος κύματα, ριγούντες και δεινώς πάσχοντες, ή ν' αποβιβασθώσιν εις την ξηράν και να δοκιμάσωσιν αν θα εύρισκον δρομίσκον τινά, όχι πολύ πλακωμένον από την χιόνα, ώστε να είνε βατός εις ανθρώπους.