United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διά τούτο ο ψευδόμαντις υπέρ πάσας τας πόλεις του Πόντου εμίσει την Άμαστριν, καθότι εγνώριζεν ότι οι οπαδοί του Λεπίδου και άλλοι ομόφρονες με αυτούς ήσαν πολυάριθμοι εις την πόλιν εκείνην.

Διατί λοιπόν συνέβαιναν εις αυτόν όλα αυτά τα αλλεπάλληλα αδικήματα; Διατί τον κατέτρεχαν ούτω οι άνθρωποι, ενώ αυτός δεν εμίσει και δεν επείραζε κανένα; Τι κακόν είχε κάμη εις τον Θωμάν, τι κακόν είχε κάμη ιδίως εις τον Στρατήν και τον κατεδίωκε με τόσην μανίαν; Τι κακόν είχε κάνη εις εκείνους οι οποίοι του εκόλλησαν ένα γελοίον «παρανόμι»; Δύο τραύματα είχε λάβη την ημέραν εκείνην, το μεν διά σφαιριδίων, το δε με το παρανόμι το οποίον του έρριψε κατά πρόσωπον ενώπιον της Πηγής ο Στρατής.

Αυτή του αντέστη, ήλθεν ο αδελφός της, ο οποίος προ πολλού ήδη τον εμίσει, ο οποίος προ πολλού ήδη επιθυμούσε να τον ιδή έξω από το σπίτι, γιατί εφοβείτο ότι με ένα νέο γάμο της αδελφής του ήθελαν αποστερηθή τα παιδιά του της κληρονομιάς, η οποία τώρα που αυτή είναι άτεκνη τους παρέχει ωραίες ελπίδες· αυτός τον έδιωξε παρευθύς, και τέτοιο θόρυβο έκαμε, ώστε η γυναίκα, και αν ήθελε, δεν θα ηδύνατο να τον δεχθή πάλιν.

Εγνώριζεν ότι ο Χοπ-Φρωγκ εμίσει το κρασί, διότι το κρασί διήγειρε τα νεύρα του πτωχού καμπουράκου μέχρι τρέλλας, και η τρέλλα δεν έχει τίποτε το εξαιρετικώς ευχάριστον. Αλλ' ο βασιλεύς αγαπούσε τας χονδράς φάρσας, και δι' ατομικήν του ευχαρίστησιν έδωκε να πίη ο Χοπ-Φρωγκ . . . διά να τον «ευχαριστήση», όπως έλεγεν.

Και όλοι εξέφραζον φόβους ότι θ' απερρίπτοντο, διότι τον ένα εμίσει ο ελληνιστής, τον άλλον δεν εχώνευεν ο «Γάλλος», ο άλλος είχε πάρει πολλά μηδενικά από τον καθηγητήν των λατινικών. — Α! αυτός ο Λατίνος! ανεφώνησεν είς εξ αυτών, είνε ο Κατιλίνας μου!

Ουδεμία δε υπάρχει αμφιβολία ότι εις την μεγάλην επιρροήν αυτής επί την ψυχήν του τυράννου πρέπει ν' αποδοθή η σωτηρία πολλών. Αλλ' όσον ο Βεζήρης ηγάπα την Βασιλικήν τόσον εμίσει τον αδελφόν αυτής Γεώργιον Κίτζον, τον όντως μεγαλοπρεπή και ωραιότατον οπλαρχηγόν της Πλεσσοβίτζας, τον διά της ανδρείας αυτού απαθανατίσαντα μετά ταύτα την αιματόφυρτον του Μεσολογγίου Λουνέταν.

Εξ εναντίας η Μαργή, αποδίδουσα εις αυτόν τα αίτια διά τα οποία ο Γιαννάκος την απηρνήθη και επροτίμησεν άλλην, τον εμίσει περισσότερον. Φοβουμένη δε πάντοτε, αφού έβλεπεν ότι και ως φυγόδικος ο Πατούχας ετόλμα να έρχεται εις το χωριό, διενυκτέρευε πολλάκις εις συγγενικά σπίτια. Αλλά και της χήρας τα βάσανα εξηκολούθουν, επιδεινούμενα μάλιστα ημέραν με την ημέραν.

Τον εκάλουν εις το σπίτι των και έπειτα τον απέπεμπον. Ο πατέρας τον ήθελεν, ο υιός τον εμίσει. Και ενώπιον της αδελφής του τον εξεδίωκε με τον πλέον βάρβαρον τρόπον. Επήγε να του ομιλήση διά τον Τερερέν και αυτός επήρε το μέρος του Τερερέ και εθύμωσεν εναντίον του ... Α! δεν ήθελε να πηγαίνη στο σπίτι των; πολύ καλά, δεν θα 'πήγαινε ποτέ πλέον.

Και όμως την εμίσει. Εκείνη θα του έδιδε θάρρος. Δεν είχον δε ακόμη κοπεί όλοι οι δεσμοί των οποίων άλλοτε η γοητεία τον είχεν υποδουλώση. Ότε εισήλθεν εις τον κοιτώνα της, κινάμωμον ελιβάνιζεν εντός πορφυρού δοχείου. Πούδραι, αλοιφαί, αραχνοειδείς οθόναι, κεντήματα ελαφρότερα πτερών, ήσαν εσκορπισμένα εδώ και εκεί.

Η σκέψις του δεν εφέρετο προς την πατρίδα την καταρρέουσαν. Ανελογίζετο την στάσιν και τας απαγγελίας, δι' ων θα παρίστατο το μέγεθος της καταστροφής. Εμίσει την πόλιν ταύτην, εμίσει τον λαόν, δεν ηγάπα ειμή μόνον το άσμα το ιδικόν του, και τους στίχους του! Και εν τη καρδία του ευφραίνετο, διότι έβλεπε τέλος μίαν τραγωδίαν αυτούσιον.