United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την τελευταίαν στιγμήν καθ' ην ο Σκούντας κατέφερε τον σφοδρόν εκείνον κτύπον κατά του γέροντος πυλωρού, η Αϊμά εκ του κινήματός του υπώπτευσε πάλιν ότι δεν ήτο ο Μάχτος. Αλλ' όμως δεν επεθύμει πλέον να επανέλθη εις την ειρκτήν της, και απεφάσισε νακολουθήση καρτερικώς την τύχην της, όπου έμελλε να την οδηγήση αύτη. Υπέρ βωμών και εστιών.

Προσέθετε την επωδόν την επώδυνον και η γραία μήτηρ, μία γραία ξηρά και μονοκόκκαλη ως λύκαινα: Και το εύμορφο εκείνο σπιτάκι επάνω εις τον Βράχον, που ήτο ως κλουβί ευτυχίας, ως νεοσσιά χαράς, ολίγον κατ' ολίγον μετεβλήθη εις ειρκτήν δυστυχίας, εις δεσμωτήριον δακρύων, όπου κατεδικάσθη εις άλυτα δεσμά η κοντούλα η Ξενιώ η νειόνυμφη. — Ούτε γράμμα, ούτε απολογία!

Διότι εφαίνετο ολιγωρούμενος ου μόνον υπό του Θεού άνω, αλλά και υπό του ζώντος Υιού του Θεού επί της γης. Ο Ιωάννης ετήκετο εις την ειρκτήν του Ηρώδου, και ο Ιησούς εν τη χαρμοσύνω απλότητι της πρώτης εν τη Γαλιλαία διδασκαλίας Του εκήρυττεν εις φαιδρά πλήθη μεταξύ των κρίνων του αγρού ή από των κυμάτων της λίμνης της τερπνής.

Δυνάμεθα όμως να είπωμεν το «έρχου και ίδε»· υπό άλλο πνεύμα, Έρχου και ίδε ένα ετοιμοθάνατον κόσμον αναζωογονηθέντα, ένα κόσμον παρηκμακότα όστις εγεννήθη, ένα γηραλέον κόσμον ανακτήσαντα σφρίγος της νεότητος· έρχου και ίδε την αγάπην εισχωρούσαν εις την ειρκτήν του καταδίκου, την ελευθερίαν αποδιδομένην εις τον σιδηροδέσμιον δούλον· έρχου και ίδε τους πτωχούς και τους αμαθείς και τους πολλούς χειραφετηθέντας διά παντός από την αφόρητον τυραννίαν των πλουσίων, των πεπαιδευμένων και των ολίγων· έρχου και ίδε νοσοκομεία και άσυλα φιλανθρωπικά, ορθούμενα εις αιωνίαν φιλανθρωπίαν παραπλεύρως των ερειπίων των κολοσσαίων αμφιθεάτρων, τα οποία άλλοτε εβάφοντο με ανθρώπινον αίμα· έρχου και ίδε την εξαγνισθείσαν οικογένειαν· έρχου και ίδε τα άντρα της χλιδής και της τυραννίας μεταβληθέντα εις γλυκείας και ευδαίμονας οικίας, τους αθέους εις πιστούς χριστιανούς, τους πολυθεϊστάς εις αγίους.

Εγκαταλειφθείς ούτως ο Χοσρόης συνελήφθη υπό του υιού του Σιρόου και ερρίφθη δέσμιος εις ειρκτήν, αφού υπέστη την φοβεράν τιμωρίαν να ίδη έμπροσθεν του σφαζόμενον τον αγαπητόν του εκείνον υιόν, χάριν του οποίου ήθελε να παραγκωνίση τον Σιρόην και τα άλλα τέκνα του. Αλλά τούτο δεν ήτο το τέρμα της συμφοράς.

Πάραυτα το εσταμάτησαν το ωραίον βρίκιον οι άγριοι της θαλάσσης κατακτηταί, τα κατέσχον μετά του φορτίου, δυνάμει του πολεμικού αποκλεισμού και τον ατυχή καπετάν-Θοδωρή συνέλαβον κ' έρριψαν εις την ειρκτήν της ναυαρχίδος, απολύσαντες τους ναύτας, αφού πρώτον καλώς τους εμαστίγωσαν.

Τότε εσκέφθη να πάρη το καλάθι της και το ραβδί της, να εξέλθη από την μικράν κόγχην, ν' αναβή επάνω εις την λόχμην την σύδενδρον, και να πάρη σιγά το ρέμμα-ρέμμα, και ν' αρχίση πάλιν, την παλαιάν της τέχνην, να ψάχνη προς ανεύρεσιν βοτάνωντα οποία δεν ήξευρε πλέον εις τι θα της εχρησίμευον, αφού δεν είχε πλέον εις τον κόσμον άλλο άσυλον, ειμή την ειρκτήν και μόνην.

Κ' εφαντάζετο ότι έφευγε το υπόγειον και την ειρκτήν, και η ειρκτή και η Κόλασις ήτο μέσα της. Ώρα ήτον ως δύο μετά τα μεσάνυκτα, νυξ ασέληνος αστροφεγγής. Αρχάς Μαΐου, δευτέραν εβδομάδα μετά όψιμον Πάσχα. Η εξοχή ευωδίαζεν, η αύρα εμυροβόλει. Ολίγα άγρυπνα πουλάκια έμελπον το όρθριον επάνω εις τα κλαδιά.

Και ο Αντίπας αναπνεύσας βαθέως, εζήτησε πληροφορίας περί του Ιωχανάν, τον οποίον επικαλούμεν Άγιον Ιωάννην τον Βαπτιστήν. — Εφάνησαν έκτοτε οι δύο εκείνοι άνθρωποι, εις τους οποίους προ μηνών είχα επιτρέψη εξ επιεικίας την είσοδον εις την ειρκτήν του, και έμαθες τι ήλθαν να κάμουν; Ο Μαναή απήντησε. — «Αντήλλαξαν μαζύ του, κάτι λόγια μυστηριώδη, όπως οι κλέπται το βράδυ στα τρίστρατα.

Είχε δε ο τύραννος Μαιάνδριος αδελφόν ολίγον παράφορον, όστις εκαλείτο Χαρίλαος· ο αδελφός ούτος ήτο δέσμιος εις την ειρκτήν διά σφάλμα τι. Ακούσας κατ' εκείνην την στιγμήν τα γινόμενα και κύψας διά της οπής της ειρκτής, είδε τους Πέρσας ησύχως καθημένους και εφώναξε ζητών να ομιλήση με τον Μαιάνδριον. Ακούσας τούτο ο Μαιάνδριος, διέταξε να τον λύσωσι και να τον φέρωσιν ενώπιόν του.