United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά τα χαρτία δυστροπούσι φοβερά, και μάτην επικαλείται η κυρία εις βοήθειάν της πάσαν δυνατήν και θεμιτήν καλπονόθευσιν. Τα χαρτιά απλούνται ήδη δι' ογδόην φοράν επί της τραπέζης, ότε η θύρα σημαίνει. Είνε η δεσποινίς Ασπασία και ο νεαρός Τηλέμαχος, υιός και θυγάτηρ του Κ. Περδίκη, επιστρέφοντες από του φαληρικού θεάτρου.

Ο Μανώλης εξέτεινε προς αναγνώρισιν τα χέρια του· έπειτα περιβαλών με τους βραχίονάς του την κοιμωμένην, την εσήκωσεν ομού με τα σκεπάσματα, κατέβη τας βαθμίδας του σοφά και διηυθύνθη προς την θύραν. Μετ' ολίγας στιγμάς ευρίσκετο εις τον δρόμον και έφυγε με το φορτίον του και με την μεγαλειτέραν δυνατήν ταχύτητα των παραπαιόντων ποδών του.

Όταν λοιπόν πλησίον εκείνου ακούση κανείς τούτον τον νόμον, ημπορεί να σκεφθή δι' έκαστον αν πρέπει να γίνωνται όλοι διπλοί με την δυνατήν συντομίαν, διά να πείθουν συγχρόνως και να απειλούν, ή αν πρέπει να μεταχειρίζωνται μόνον την απειλήν και να είναι απλοί εις το μήκος των. Σύμφωνον με τον Λακωνισμόν, καλέ Ξένε, είναι να προτιμώμεν πάντοτε τα συντομώτερα.

&Ιστορία του δευτέρου δερβίση, υιού βασιλέως.& Ο βασιλεύς πατήρ μου, βλέποντάς με, όντας ακόμη παιδί εις την ηλικίαν, να έχω αρκετήν ευφυίαν και επιθυμίαν διά την σπουδή, εσύναξε τους πλέον σοφούς επιστήμονας, που ευρίσκοντο εις όλον του το βασίλειον, τους οποίους υπεχρέωσε με πολυποίκιλα δώρα να με διδάξουν τας επιστήμας όπου ήξευρον με όλην την δυνατήν τελειότητα.

Και με φωνήν δυνατήν σπρώχνουσα τον Τετράρχην: — Ο Καίσαρ μας αγαπά. Ο Αγρίππας είνε στη φυλακή! — Ποιος σου του είπε; — Το ξεύρω! Και προσέθηκε. — Φαίνεται πως ήθελε ν' ανεβάση στον θρόνο τον Γάιον. Αν και ο Αγρίππας έζη εκ της ελεημοσύνης των, εζήτει με ραδιουργίας να θηρεύση τον τίτλον του βασιλέως τον οποίον αυτοί εφιλοδόξουν όπως και εκείνος. Αλλ' εις το εξής κανείς πλέον φόβος.

Οπόταν η Ζεμπρούδα ήλθεν εις τον χοντζερέ της, βλέποντας το αηδόνι ψόφιο, έβγαλε μίαν φωνήν τόσον δυνατήν, που έτρεξαν όλες οι δούλες της. Κυρά, της είπαν, τι έπαθες; σου εσυνέβη κανένα εναντίον; α πιστές δούλες μου, εγώ είμαι απελπισμένη, τους απεκρίθη κλαίοντας πικρώς· το πτωχόν αηδόνι μου, το αγαπημένον μου αηδόνι εψόφησεν.

Διά να μ’ εννοήσης καλλίτερα, σπεύδω προς στιγμήν να υποθέσω δυνατήν και μάλιστα προσεχή την πλήρωσιν πασών ανεξαιρέτως των επαγγελιών και αυτών των παραβολωτάτων ονείρων των αισιοδόξων.

Διότι ημείς μεν οι Λακεδαιμόνιοι νομίζοντες ότι και προ του πραγματικού μας ερχομού θα έλθωμεν εις συμμάχους κατά το φρόνημα τουλάχιστον, και ότι η παρουσία ημών θα ήτο ευάρεστος, απετολμήσαμεν τοιούτον κίνδυνον διερχόμενοι επί πολλάς ημέρας διά χώρας ξένης και καταβάλλοντες κάθε δυνατήν προθυμίαν· δεινόν δε θα ήτο αν υμείς έχετε άλλα κατά νουν και θέλετε όχι μόνον να εναντιωθήτε εις την ιδικήν σας ελευθερίαν, αλλά και εις την των άλλων Ελλήνων· διότι εκτός της αντιστάσεως την οποίαν δεικνύετε σεις, εκείνοι προς τους οποίους θα μεταβώ θα με δεχθούν με ολιγωτέραν προθυμίαν και θα προφασισθούν ότι σεις, τους οποίους επεσκέφθην κατά πρώτον, σεις, όπου είσθε πολίται σημαντικής πόλεως, σεις, όπου φημίζεσθε διά την φρόνησίν σας, δεν με εδέχθητε· την αιτίαν της μη παραδοχής μου δεν θα ηξεύρω πώς να καταστήσω πιστευτήν και θα φανώ ότι ή φέρω δολίαν ελευθερίαν ή ότι είμαι αδύνατος και ασθενής να σας υπερασπισθώ, εάν επήρχοντο καθ' ημών οι Αθηναίοι.

Εν τούτοις οι Κορίνθιοι ανεχώρησαν εκ της Λευκάδος μετά των άλλων πλοίων και επροχώρουν με όλην την δυνατήν ταχύτητα· είς εκ των στρατηγών των, ο Γόγγυλος, αναχωρήσας τελευταίος μεθ' ενός πλοίου, έφθασε πρώτος εις τας Συρακούσας, ολίγον προ του Γυλίππου.

ΧΟΡΟΣ Είθε ή να μη γεννηθή κανείς εις τον κόσμον, ή να γεννηθή από γονείς ευγενείς και οικογένειαν δυνατήν. Διότι, όταν πάθη κανείς κάτι κακόν, οι ευγενείς δεν μένουν χωρίς βοήθειαν. Και εις τας ευτυχίας οι δυνατοί έχουν τιμήν και δόξαν. Το γήρας δεν αφαιρεί τα ίχνη των μεγάλων ανδρών, η δε αρετή των λάμπει και μετά τον θάνατόν των.