Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Αλλ' οι Τούρκοι, επιορκούντες, εισώρμησαν, αφού τους αφώπλισαν, και τους κατέσφαξαν όλους, πλην ενός νέου, Εμμανουήλ Μπριλάκη ονομαζομένου, όστις προλαβών ανερριχήθη και εκρύβη εις την καπνοδόχην. Εκείθεν, μόλις κρατούμενος εκ του τρόμου, ήκουσεν ούτος τας κραυγάς των σφαζομένων και όλον τον φρικτόν θόρυβον της πάλης μεταξύ των αόπλων και των ωπλισμένων.

Και την απεχαιρέτισε: — 'Σ το καλό, κόρη μου! 'Σ το καλό, Θωμαή μου! Το βρατσερί του καπετάν Αποσπερίτη, στραβά-στραβά, άνοιξε τα δύο πανάκια του, ως ήτο σκολιάν και το σκάφος, από τα σκαριά ακόμη, και εκρύβη όπισθεν των ακρωτηρίων. Ο καιρός ήτο εύδιος και ο άνεμος ούριος. — 'Σ το καλό, κόρη μου, 'ς το καλό, Θωμαή μου! Ηυχήθη άλλην μίαν φοράν η γρηά-Κυρατσού, υψηλά από τον βράχον του χωρίου.

Πού λοιπόν εκρύβη η ξένη; Η Αϊμά παρετήρησε γύρω εις όλα τα μέρη τα ύποπτα, εις όλα τα κοιλώματα, όπου ηδύνατο να κρυβή προσκαίρως άνθρωπος. Ούδαμού εύρεν ουδέ ίχνος της ξένης. Παρέτεινε τας ερεύνας της επί πολλήν ώραν. Ουδαμού. Η ξένη είχε γείνει άφαντος. Τότε η Αϊμά ησθάνθη φόβον και επέστρεψε σύννους εις την καλύβην. Εις μάτην εβασάνιζε τον νουν της. Δεν ηδύνατο να λύση το αίνιγμα τούτο.

Ήρχισε λοιπόν να με περιτριγυρίζη και να προσπαθή να μου επιτεθή πότε από 'δώ και πότε από 'κεί. Και διά να με φέρη εις σύγχυσιν μετεμορφόνετο άλλοτε μεν εις σκύλον, άλλοτε δε εις ταύρον ή λέοντα. Εγώ δε μεταχειρισθείς τον φρικτότερον εξορκισμόν εις Αιγυπτιακήν γλώσσαν, τον περιώρισα εις μίαν γωνίαν σκοτεινού δωματίου• και αφού είδα πού εκρύβη, ησύχασα.

Ενώ εσήκωνε και έδενε τα κλήματα εις τους στύλους, επλησίασε το ερπετόν και τον εδάγκωσε εις τον μεγάλον δάχτυλον και αυτό μεν επρόφθασε και εκρύβη πάλιν, ο δε αμπελουργός ήρχισε να φωνάζη από τρομερούς πόνους.

Κάποιος παρεπίδημων απόστρατος, αγαπών τ' οψάρευμα, είχεν εξέλθει προς άγραν, ομού με δύο εξ επαγγέλματος αλιείς. Η Φραγκογιαννού, μόνον είδεν ότι ήτο «ταχτικός», και γαλασμένη εκρύβη βαθύτερα όπισθεν του βράχου. Την νύκτα απεκοιμήθη εις την κρύπτην της, μέσα εις την υγράν άλμην της Σπηλιάς. Βόμβοι εθορύβουν εις τα ώτα της. Το κύμα υπό τους πόδας της ερρόχθει, με παρατεταμένους ωρυγμούς λύσσης.

Όταν ο ήλιος εκρύβη εις την κορυφήν του βραχώδους βουνού, κ' εσκίασεν η κοιλάς, και ήτο δειλινόν πλέον, εστενοχωρήθη και προέκυψε την κεφαλήν έξω της κρύπτης. Εκύτταξεν άνω και κάτω, εις την κοιλάδα την κατάφυτον από ελαιώνας, αλλά ψυχή δεν εφαίνετο.

Αλλ' εφαίνοντο τόσον προσηλωμένοι αμοιβαίως, ώστε και αν εστρέφοντο προς εμέ, δεν θα μ' έβλεπον ίσως. Όπισθεν ενός κορμού εστάθησαν και οι δύο. Ω! εκεί αντηλλάσσετο μυστικώς ο μακρός, γλυκύς, — γλυκύς και πικρός ασπασμός του αποχωρισμού. Επί τέλους αι δύο μορφαί προέβαλον πέραν του κορμού. Είς έτι ασπασμός, και η νέα φέρουσα την ποδιάν επί των οφθαλμών της εκρύβη και πάλιν όπισθεν του κορμού.

— 'Σου είπα δεν είν' εδώ· επέμεινεν ούτος οργίλως. Ο Δημήτρης έτρεμεν όλος. Πριν φθάση εις το κατάστημα είχεν ίδη τον κυρ Γιάννη εντός του γραφείου του. Φαίνεται ότι και ούτος τον είδε και, υποθέτων ότι επήγαινε να ζητήση το οφειλόμενον ημεροδούλι του, το έδωσεν εις τον υπηρέτην και αυτός εκρύβη.

Δύο χωροφύλακες, ακούσαντες τα παράπονα πολλών ανθρώπων, τον εκυνήγησαν διά να τον πιάσουν, και τον πάρουν «μέσα» ή «στην Καζάρμα». Αλλ' ο Μώρος, λίαν ευκίνητος, τους έφυγεν, εγύρισε και τους εμυκτήρισε μακρόθεν, και πάλιν τραπείς εις φυγήν, εκρύβη εις μέρος απρόσιτονεις το μέσα μέρος του υποστέγου ταρσανά ενός ναυπηγού, εξαδέλφου του.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν