United States or Monaco ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΒΡΑΑΜ Διατί μας δαγκάνεις το δάχτυλόν σου, Κύριε; ΣΑΜΨΩΝ Δαγκάνω το δάχτυλον μου, Κύριε. ΑΒΡΑΑΜ Δι' εμένα το δαγκάνεις, Κύριε; ΣΑΜΨΩΝ, μυστικώς προς τον Γρηγόρην. Αν του ειπώ ναι, είμεθα εις το δίκαιόν μας; ΓΡΗΓΟΡΗΣ Όχι. ΣΑΜΨΩΝ Όχι, Κύριε· δεν το δαγκάνω δι’ εσένα, αλλά δαγ- κάνω το δάχτυλόν μου, Κύριε. ΓΡΗΓΟΡΗΣ Πόλεμον θέλεις, Κύριε; ΑΒΡΑΑΜ Πόλεμον, Κύριε; Όχι, Κύριε.

Βλιθρούδης εν Μοσχάβη», απεκρίθη έκπληκτος ο γέρων, τείνων τον τρέμοντα δάχτυλον προς ανατολάς.— «Ευχαριστώ», απήντησεν η Ιωάννα, και σφίγξασα της εσθήτος τον ζωστήρα ηκολούθησε την υποδειχθείσαν διεύθυνσιν, σπεύδουσα εις κατάκτησιν των αγαθών, άτινα υπεσχέθη αυτή η αγία Λιόββα.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ Τι; να με αποχαιρετήσης; Θα φύγης; ΣΑΜΨΩΝ Μη με φοβάσαι. ΓΡΗΓΟΡΗΣ Εσένα θα φοβηθώ; ΣΑΜΨΩΝ Άφησε να ήμεθατο δίκαιόν μας. Ας κάμουν εκείνοι την αρχήν. ΓΡΗΓΟΡΗΣ Θα σουφρώσω τα φρύδια μου καθώς περνώ, και ας το πάρουν όπως τους αρέσει. ΣΑΜΨΩΝ Ή όπως τους βαστά. Θα τους δαγκάσω το μεγάλον μου δάχτυλον, να τους σκυλιάσω! Αν το υποφέρουν, εντροπή ιδική των .

Τώρα δε το ποτήρι είχεν αρχίση να κυκλοφορή και μεταξύ των άλλων συμποτών και προπόσεις εγίνοντο, αι ομιλίαι εζωήρευσαν και φώτα έφεραν οι υπηρέται, διότι είχεν αρχίση να νυκτώνη. Μετ' ολίγον επλησίασε διά να πάρη το ποτήρι του Κλεοδήμου, και ο Κλεόδημος του έσφιγξε το δάχτυλον και συγχρόνως με το ποτήρι τού έδωκε δυο δραχμάς, νομίζω.

Εκείνος λοιπόν, τον οποίον ανέφερα, περιέγραψε και τραύματα λίαν παράδοξα και θανάτους αλλοκότους, ως λ.χ. ότι κάποιος πληγωθείς εις τον μεγάλον δάχτυλον του ποδός αμέσως απέθανε και ότι μόνον διότι εφώναξεν ο στρατηγός Πρίσκος είκοσι επτά εκ των εχθρών απέθαναν. Ακόμη δε και εις τον αριθμόν των νεκρών και παρά τας επισήμους εκθέσεις εψεύσθη.

Ενώ εσήκωνε και έδενε τα κλήματα εις τους στύλους, επλησίασε το ερπετόν και τον εδάγκωσε εις τον μεγάλον δάχτυλον και αυτό μεν επρόφθασε και εκρύβη πάλιν, ο δε αμπελουργός ήρχισε να φωνάζη από τρομερούς πόνους.

ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Ήρχισε να βραδυάζη, κυρά μου· διότι το δάχτυλον της ώρας εγαργάλισε πλέον το μεσημέρι. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Δεν με ξεφορτόνεσαι; Τι λογής άνθρωπος είσαι του λόγου σου; ΡΩΜΑΙΟΣ Είναι, κυρά μου, ένας άνθρωπος, οπού ό Θεός τον έπλασε κατ' εικόνα του, διά να κάμη άδικον του εαυ- τού του. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Καλά και το λέγεις τω όντι!

Και προσθέτει, μεταφέρον με αλλαχού: — Θα βλέπης όλα τα προβλήματα λυόμενα προ των οφθαλμών σου, μέχρις ότου και οι οφθαλμοί σου τυφλωθούν από της αποκαλύψεώς των το φως. Αλλά το πρόβλημα τούτο, ουδ' εγώ ηδυνήθην να λύσω. Και εκτείναν τον δάχτυλον, έδειξε προς εμέ το Φάσμα παράδοξον εικόνα.

Το όνομά της ήκουον οι άνθρωποι ανατριχιάζοντες, ως το όνομα του διαβόλου. Τον πρώτον άνδρα της εμαρμάρωσεν εν τη ιδιοτροπία της μίαν ημέραν, περάσασα εις τον δάχτυλόν του ένα μαγευμένο δακτυλίδι.