United States or Laos ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχα ακούσει για ταγρίμια τω βουνώ μας, είδος άγριες αίγες, μεγαλείτερες από τις ήμερες, που τρέχουν σα λάφια και πηδούν βάραθρα φοβερά, αλλά δεν έτυχα να δω. Τότε ήσαν ακόμη, αλλ' έως σήμερο λιγόστεψαν πολύ, με τη μεγάλη καταδίωξη που τους έκαμαν οι κυνηγοί. Δεν είδα κανένα κείχα απελπιστή αν θάβλεπα.

Πάρε την γυναίκα αυτήν και να μου την φυλάξης ως να γυρίσω απ' των Θρακών την χώρα που πηγαίνω να πάρω εκείνα τάλογα που των Βιστόνων έχει ο βασιλεύς στο άρμα του, αφού θα τον σκοτώσω. Αν τύχη—ο μη γένοιτονα μην το επιτύχω και δεν γυρίσω, πάρε την, για δούλαν μέσ' στο σπήτι. Αλήθεια, εκοπίασα πολύ για να την πάρω. Σε κάποιο αγώνα έτυχα, που ήτανε βραβεία άξια για τους νικητάς.

Την ερχομένην ημέραν, μη έχοντας ησυχίαν από τον έρωτα, εξαναπήγα διά να την ματαϊδώ, όμως δεν έτυχα του ποθουμένου, και γυρίζοντας την άλλην ημέραν εστάθηκα πλέον ευτυχισμένος, επειδή την είδα εις το ίδιο παραθύρι.

Διότι αυτό δεν είναι συνήθεια του τόπου σας ούτε νόμιμον. Εγώ όμως έτυχα να ευρεθώ εις πολλάς και εις πολλά μέρη· και εκτός τούτου δι' όλας, ημπορώ να ειπώ, ερώτησα, και σχεδόν εις το σύνολόν της μεν δεν είδα να γίνεται καμμία ορθώς ούτε ήκουσα, αλλά μέρη μόνον μικρά και ολίγα, τα δε περισσότερα όλα σχεδόν γίνονται λανθασμένα. Πώς τα εννοείς λοιπόν αυτά, καλέ Ξένε; Ειπέ μας ακόμη καθαρώτερα.

Χάμου εκεί πέρα ο Έχτορας σωριάστηκε στις σκόνες, 330 κι' έσκουξε του Πηλέα ο γιος περήφανα από πάνου «Έχτορα, εσύ ίσως έλεγες, σα μούσφαζες το βλάμη, δεν έχει φόβο, θα σωθείς, τι έτυχα εγώ μακριά σου... Άμιαλε! πίσω ξοφλητής στα βαθουλά καράβια καρτέραε ένας πιο γερός, εγώ που εδώ με βλέπεις, εγώ που σ' έσφαξα.

Μα αυτή σηκώνοντάς με μέ εξέτασε τι όνομα έχω, και από ποίον τόπον είμαι, και πώς έτυχα και έπεσα εις τας χείρας της αδελφής της. Εγώ της απεκρίθηκα εις όσα με ερώτησε, χωρίς να της κρύψω το παραμικρόν. Και τελειώνοντάς την ομιλίαν μου αυτή μου είπεν·

Όθεν μίαν νύκτα που εκοιμώμεθα, ευρίσκοντας ευκαιρίαν, μας έρριψαν εις το πέλαγος και το βασιλόπουλο ευθύς επνίγη· εγώ έτυχα κατά τύχην εις ένα σανίδι και έπλεα όλην την νύκτα βοηθουμένη από το σανίδι· προς την αυγήν ο άνεμος με έβγαλεν εις ένα ξερονήσι, είκοσι μίλια μακρύτερα από την στερεάν· εκεί ευρίσκοντας οπωρικά και γλυκό νερό έλαβα ελπίδα διά να ζήσω ολίγον ακόμη καιρόν.