United States or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δεν γίνεναι άλλος τρόπος; — Σαν τι τρόπος; — Να με διορίσης εμένα αντιπρόσωπό σου, διά να φυλάξω εγώ τον λόγο σου, αφού δεν ειμπορείς να τον φυλάξης εσύ; Ο Τρανταχτής εκάγχασεν. — Έχεις βλέπω μεγάλας απαιτήσεις, είπε. — Χάριν αν θέλης να σου κάμω, είπεν απαθώς ο Σκούντας, άλλως δεν ανακατόνομαι. — Καλά.

Επεδόθη εις την μαγικήν τέχνην και εις ολίγον καιρόν την έμαθεν, εις τόσον που με αυτήν την μαγείαν μετεμόρφωσε, τον μεν υιόν μου εις μοσχάρι, την δε μητέρα του εις αγελάδαν· έπειτα κράζει τον ζευγίτην και του λέγει· ιδού σου παραδίδω ταύτην την αγελάδαν με το μοσχάρι της, διά να τα φυλάξης έξω εις το χωρίον διά χρείαν του σπιτιού, κατά την παραγγελίαν του αυθέντου μου.

Βασιλιά, μη διστάζης να προστάξης, προστάζει με το στόμα σου ο θεός, που σ' έχει εδώ σταλμένο να φυλάξης ό τι έχει μέγα θεμελιώσει αυτός. Το έργο χρόνια που ακλουθάς με κόπο λαμπρότερο στον κόσμο να στηθή, το θρόνο σου να υψώσης και τον τόπο, να κάμης την πατρίδα μας τρανή

Μα εσύ μου εγλύτωσες με την έγνοια των θεών για νάχουμε περισσότερους γεροκόμους. Μήτε λοιπόν εσύ να μου φυλάξης ποτέ πάθος για το πέταμα, επειδή δεν το αποφάσισα θέλοντας, μήτε κ' εσύ Άστυλε να λυπηθής, ότι θα πάρης ένα μερίδιο αντί για όλη την περιουσία. Μα ν' αγαπάτε ο ένας τον άλλο κι όσο για πλούτη και με βασιλιάδες παραβγαίνετε.

Να σου ειπώ, απάντησεν η γριά πρόθυμη· να σου ειπώ αμέσως. Και τήραξε να το φυλάξης κληρονομιά πολύτιμη στον νου σου. Εγώ δεν θα είμαι πάντα δίπλα σου όπως σήμερα να σ' εμποδίζω. Μα τη χειρότερη δυστυχία να βρης σφουγγαράς να μη γένης. Εσύ δεν τους επρόφτασες τους Ραφαλιάδες, της Ύδρας δυο στοιχεία, και δυο λαχτάρες της θάλασσας.

Ειδεμή ξεντύσου τη φουστανέλα κ' έλα να σου δέσω το μαντήλι μου στο κεφάλι, να σου βάλω και τα σιγγούνια μου, και κάτσε εσύ εδώ να φυλάξης το ρημαδικό μας. Για γυναίκα σου πρέπει εσένα σήμερα κι όχι γι' άντρας. Εγώ σηκώνομαι με το Φώτο και φεύγουμε. Για το πού 'νε το Ρωμέικο, ουδ' εδώ, στην Άρτα.

Ω βασιλέα αστόχαστε και αδύνατε, διατί να μη φυλάξης την σιωπήν; ηξεύρεις εσύ ποία ήτον η φωτιά, εις την οποίαν έρριξα το παιδί; εκείνη ήταν μία Λάμια, της οποίας εμπιστεύθηκα την ανατροφήν εκείνου του βασιλοπούλου· και η σκύλλα που είχες ιδεί ήτον μία Νεράιδα, η οποία μετά χαράς έλαβε το βάρος διά να αναθρέψη την βασιλοπούλα, και διά να πιστωθή, υπόμεινε διά να ιδής.

Βρίσκει εκεί πλήθος μεγάλο ο Αυτοκράτορας. Έβραζαν όλοι τους. Τους ορκίζεται με το Βαγγέλιο στο χέρι πως θα τους χαρίση αμνηστία, πως θα λησμονήση τα περασμένα, και πως θα κάμη το θέλημα των υπηκόων του. «Ψεύδεσαι, γάδαρετου φώναξαν αποκάτω. «Όπως φύλαξες τον όρκο σου με το Βιταλιανό, έτσι θα τονέ φυλάξης και μετά μας ». Σηκώθηκε ο Ιουστινιανός και γύρισε άπραγος στο Παλάτι.

Κύριε, είνε χρειαζόμενον να μου τάξης πως θα φυλάξης ένα πράγμα· εγώ δεν ζητώ από λόγου σου αυτό το τάξιμο διά άλλο, παρά διά κοινόν μας καλόν· αυτό είνε εξ αποφάσεως αναγκαίον διά να μου το κάμης και με επιμέλειαν να το φυλάξης, διατί αν από κακήν τύχην δεν ήθελες το φυλάξει, ημείς και οι δύο θέλομεν γένει πολλά δυστυχισμένοι.

Δεν σ' έφτασε που εμπόδισες τον θάνατο του Αδμήτου και που της Μοίρες γέλασες με τέτοιαν απιστία, αλλά σε βρίσκω πάλι εδώ με τόξα και με βέλη, για να φυλάξης τη ζωή της κόρης του Πελία, που εδέχθη να πεθάνη αυτή για να γλυτώση εκείνος; ΑΠΟΛΛΩΝ Ησύχασε• έχω κ' εγώ τους λόγους μου. Και έχω μαζί μου εγώ το δίκαιον. ΘΑΝΑΤΟΣ Αφού το δίκηο έχεις, τι θέλουνε τα βέλη σου;