Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Ιουλίου 2025


Πάρε την γυναίκα αυτήν και να μου την φυλάξης ως να γυρίσω απ' των Θρακών την χώρα που πηγαίνω να πάρω εκείνα τάλογα που των Βιστόνων έχει ο βασιλεύς στο άρμα του, αφού θα τον σκοτώσω. Αν τύχη—ο μη γένοιτονα μην το επιτύχω και δεν γυρίσω, πάρε την, για δούλαν μέσ' στο σπήτι. Αλήθεια, εκοπίασα πολύ για να την πάρω. Σε κάποιο αγώνα έτυχα, που ήτανε βραβεία άξια για τους νικητάς.

Όμως, μα την αλήθειαν, αν δεν τον εύρης εις το διάστημα τούτου του μηνός, θα τον μυρισθής καθώς ανεβαίνεις την σκάλαν προς την αίθουσαν. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Αμλέτε, αν θέλεις να φυλάξης την ζωήν σου, 'πού μας είναι ακριβή, καθώς πολύ μας θλίβει τούτη σου η πράξις, πρέπει ογλήγορα να φύγης.

Αμ' δεν είπαμε δα, γυναίκα, ν' αρχίσωμε τα κλάμματα! υπέλαβεν ο ανήρ, βλέπων αυτήν σπογγίζουσαν τα δάκρυά της, και προσπαθών να νικήση και αυτός την συγκίνησιν, ήτις τον κατελάμβανεν. Έλα, σήκω τώρα και πάρ' τ' αυτά να τα φυλάξης. — Πού να τα φυλάξω; είπεν εγειρομένη η Μαριώ, αφού επέρανε την υπέρ του μεγαλοδώρου ευεργέτου θερμήν αυτής δέησιν. — Ξεύρω' γώ; όπου θέλεις.

ΑΠΟΛΛΩΝ Πάντα μαζί μου τάχω Αυτή είν' η συνήθεια. ΘΑΝΑΤΟΣ Δεν είναι η συνήθεια• το τόξο σου επήρες, για να φυλάξης άδικα το σπίτι αυτό. ΑΠΟΛΛΩΝ Με θλίβει η συμφορά, που απειλεί αγαπημένον φίλον. ΘΑΝΑΤΟΣ Ώστε και δεύτερον νεκρόν θέλεις να μου στερήσης; ΑΠΟΛΛΩΝ Μήπως τον πρώτον σ' άρπαξα εγώ διά της βίας;

Και πώς; είπεν η Δηλαρά, θέλεις εσύ να φυλάξης αυτόν τον τυραννικόν όρκον; ήξευρες εσύ, οπόταν τον έκαμες, πως ήμουν εγώ εκείνη που έταξες διά να τον φυλάξης, και περιπλέον στοχάζεσαι ότι η Δηλαρά να μην αχρήζη περισσότερον από μίαν επιορκίαν; α, Κουλούφ, ακολούθησεν αυτή κλαίοντας, εσύ δεν με αγαπάς, και διά τούτο θέλεις να με χωρίσης.

Ειδεμή ξεντύσου τη φουστανέλα κ' έλα να σου δέσω το μαντήλι μου στο κεφάλι, να σου βάλω και τα σιγγούνια μου, και κάτσε εσύ εδώ να φυλάξης το ρημαδιακό μας. Για γυναίκα σου πρέπει εσένα σήμερα κι όχι γι' άντρας. Εγώ σηκώνομαι με το Φώτο και φεύγουμε. Για το πού 'νε το το ρωμέικο, ουδ' εδώ, στην Άρτα.

Ούτω δε μετά παλμών αληθινής αγάπης και ακραιφνούς ευγνωμοσύνης συνώδευσα αυτόν εις την μικράν του οικίαν, όπου, μόλις εισελθών, συνήντησε την σύζυγόν τον, φαιδράν και ροδοκοκκίνους έχουσαν τας παρειάς γυναίκα, πλύνουσαν αφελώς εντός μικράς σκάφης χονδρά τινα ασπρόρρουχα. — Νά! γυναίκα, είπεν· αυτό να το φυλάξηςτην τύχην της κόρης μας!

Αυτοί σου παράδωκαν τη λαμπάδα να τη φυλάξης απ' τους ανέμους, αγαπημένε. Κι' εσύ που την έκλεισες μέσ' τη σιωπή σου, καταφρονώνταςωιμέ! — τη νειότη σου και τη στοργή μας, προχώρησε στο Δημιουργό μπροστά, και στήσε το θρίαμβο της φλόγας σου! Τους παλμούς σου βλέπω μέσα στη νύχτα φάρετην έγνοια σου για το ναύτη και τον τυχοδιώκτη!

Όχι δεν έρχομαι, παιδιά μου· ώρα καλή. — Καλό βράδυ. — Κύτταξε να μου φυλάξης το γρέκι! είπεν η Μπήλιω αστειευομένη. Ο Δημήτρης ήτο καθ' όλην την ημέραν ανήσυχος. Τον εβασάνιζεν η ιδέα ότι οι βλάχοι εις την κωμόπολιν ήτο αδύνατον να μη μάθουν τον αφόρισμόν του και άλλα ακόμη εξωγκωμένα.

Και λέγοντας αυτά, άνοιξε μια κασσέλα, έβγαλε τρία ψωμιά και του τα έδωσε, λέγοντάς του: — Σε συμβουλεύω αυτά τα τρία ψωμιά να τα φυλάξης στο δρόμο που θα πας, και να τα πας σπίτι σου απείραχτα. Εκεί, άμα φτάσης με το καλό, κόψε και φάτα με την γυναίκα σου.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμβαλλόμεναι

Άλλοι Ψάχνουν