United States or Guadeloupe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και αυτές τες κουβέντες μας τες έκανεν εις τον καιρόν που έτρωγεν· και έξω από αυτές αυτός εγελούσε·, εμετωρίζονταν καθώς οι άλλοι άνθρωποι, και ημείς ηθέλαμεν τον εύρει πολλά νόστιμον, αν ήμεθα εις κατάστασιν να λάβωμεν ηδονήν από τα μετωρίσματά του, και να χαρούμεν.

Και ναι μεν τα πρώτα εκείνα αισθήματα ηλλοίωσε βεβαίως ο χρόνος ουχ ήττον η φιλία υφίσταται πάντοτε, τουλάχιστον ο Κλέων αισθάνεται ότι αγαπά πολύ το Ισίδωρον και τώρα ακόμη, θα είνε δε ευτυχής αν δυνηθή να τω χρησιμεύση. Διότι, αν ηθέλαμεν κρίνη εκ του εξωτερικού του, τα πράγματα του Ισιδώρου δεν ήσαν βεβαίως πολύ ρόδινα.

Όνομα δε δεν εδόθη εις αυτήν , αρμόζει όμως περισσότερον το όνομα φιλία. Διότι όστις έχει την μέσην διάθεσιν είναι όπως θα ηθέλαμεν να χαρακτηρίσωμεν τον καλόν φίλον, εάν προστεθή και η στοργή. Έχει δε την διαφοράν από τον φίλον, ότι είναι χωρίς αισθήματα και χωρίς στοργήν. Διότι δεν ωθείται από την αγάπην ή από την έχθραν, διά να παραδεχθή εκάστην γνώμην καθώς πρέπει, αλλά διότι είναι φιλόφρων.

Και χαρά εις ημάς αν ηθέλαμεν ακολουθήση πάντα με αυτόν τον τρόπον· μα η φαντασία που εκαρφώθη εις το κεφάλι αυτής της γυναικός μας έκαμε να έλθωμεν εις αυτήν την κατάστασιν.

Αν δεν ήρχισαν όμως ακόμη τα λουτρά, ήρχισαν αι παραστάσεις. Παραστάσεις! θα αναφωνήσης βέβαια. Και εφέτος λοιπόν πάλιν παραστάσεις; Μάλιστα! και εφέτος πάλιν παραστάσεις εις το πείσμα σου, διά να ζηλεύης. Τι τάχα ενόμισες, ότι επειδή πέρυσι και προπέρυσι απέτυχε κάπως το θέατρον του Φαλήρου, ηθέλαμεν αποκάμει εφέτος και βαρυνθή; Διόλου· και ηπατήθης πολύ, αν το ενόμισες.

Αυτή βλέποντας που εφανήκαμεν ενάντιοι εις την επιθυμίαν της άρχισε να κλαίη και να αναστενάζη, ονειδίζοντας την σκληροκαρδίαν μας και πως είμεθα η αιτία που θέλη να χαθή, και να αποθάνη από το πάθος της, αν δεν ηθέλαμεν την υπακούσει, και να κλίνωμεν εις την θέλησίν της.

Δεν έδειξα δυσκολίαν διά να δεχθώ το πρόβλημα που μου είπεν. Έκαμες καλά, μου απεκρίθηκαν, να κλίνης θεληματικώς, επειδή και στανικώς, ηθέλαμεν σε φέρει εις την συντροφιάν μας.

Ελάβαμεν όμως την καλήν τύχην να φυλαχθώμεν υγιείς, ελευθερώσαμεν ομοίως και όλα τα αναγκαία φαγητά, που είχαμεν, και το πλέον εκλεκτότερον και ελαφρότερον από τας πραγματείας μας· αλλά τι το όφελος; πάντα μάταια· διότι αφού ηθέλαμεν σώση τας τροφάς μας, εξ ανάγκης έπρεπε να αποθάνωμεν.

Δηλαδή, εάν μεν επρόκειτο να είναι παραλία και με καλούς λιμένας και όχι πολύ εύφορος αλλά στερουμένη πολλών, τότε θα εχρειάζετο κανένα μεγάλον σωτήρα και κάποιους θείους νομοθέτας, εάν δεν ηθέλαμεν να αποκτήση ήθη άστατα και μηδαμινά, αφού έγινε εκ φύσεως τοιαύτη. Τόρα όμως έχει ως ανακούφισιν το διάστημα των ογδώντα σταδίων.

Και ο ξανθός Μενέλαος απάντησεν εκείνης• 265 «Ναι, τούτα είν' όλ' αληθινά, γυναίκα, όπως τα λέγεις• ήδη πολλών εγώ 'μαθα την σκέψι και την γνώμη ανδρών ηρώων, και εις πολλά της γης εβγήκα μέρη• αλλ' άνθρωπον τα μάτια μου τέτοιον ποτέ δεν είδαν, ως ήταν μεγαλόψυχος ο φίλος Οδυσσέας. 270 όπως και αυτό κατώρθωσε με τόλμην ο ανδρείος, 'ς τ' άλογον ότε το ξυστόν οι πρώτοι των Αργείων όλοι κρυμμένοι εφέρναμε τον όλεθροτους Τρώαις• και συ 'λθες τότε αυτού• θεός πρέπει να σ' έχη σπρώξει, των Τρώων δόξαν θέλοντας να δώση• και σιμά σου 275 έρχονταν ο θεόμορφος Δηίφοβος• και γύραις τρεις έκαμες, την βαθουλή καθίστρα ψηλαφώντας. κ' εφώναζες με τ' όνομα των Δαναών τους πρώτους, με την φωνή της γυναικός του καθενός εκείνων. με τον Τυδείδη τότ' εγώ και ο θείος Οδυσσέας 280 ακούσαμε, καθήμενοιτην μέση, την βοή σου• κ' εμείς οι δυο με προθυμιάν ηθέλαμεν ορμώντας έξω να βγούμε, ή μέσαθεν ευθύς ν' αποκριθούμε• αλλ' όσο και αν ηθέλαμε, μας κράτησ' ο Οδυσσέας. και τα παιδιά των Αχαιών κει μέσα εσίγαν όλα• 285 ο Άντικλος ηθέλησε μόνος να σ' απαντήση• αλλά τον έσφιξ' ο Οδυσσηάςτο στόμα με τα χέρια τ' ανδρειωμένα, κ' έσωσε των Αχαιών το γένος, κρατώντας, ως 'που επήρε σε κείθε η Παλλάδ' Αθήνη».