United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτος ήκουε προσεκτικώς, επιδοκιμάζων ενίοτε και συγκεντρών την προσοχήν του. Ακολούθως επήνει ή επέκρινεν, απαιτών διορθώσεις, ή ζητών όπως μερικοί στίχοι περισσότερον φιλοτεχνηθώσιν. Ο Νέρων ησθάνετο ότι ο Πετρώνιος ήτο ο μόνος, όστις ησχολείτο με την ποίησιν χάριν αυτής ταύτης και ότι ήτο ο μόνος ικανός να κρίνη.

Ειπέ λοιπόν εις αυτόν, Κέβη, είπε, την αλήθειαν, ότι έκαμα αυτά τα ποιήματα, όχι με τον σκοπόν να διαγωνισθώ με αυτόν εις την τέχνην, ούτε με τα ποιήματα αυτού· διότι εγνώριζον, ότι δεν είναι εύκολον· αλλά διά να ζητήσω την εξήγησιν μερικών ονείρων και διά να υπακούσω εις αυτά, δοκιμάζων μήπως από τας ωραίας τέχνας ταύτην, δηλαδή την ποίησιν, πολλάς φοράς με διατάττουν να εξασκώ.

Είνε λοιπόν μέγα ή μάλλον μέγιστον ελάττωμα, όταν δεν γνωρίζη κανείς να χωρίζη τα ανήκοντα εις την ποίησιν και τα αρμόζοντα εις την ιστορίαν, αλλ' εισάγη εις την ιστορίαν τα στολίδια της ποιήσεως, τον μύθον και το εγκώμιον και τας σχετικάς υπερβολάς.

Διά τούτο πολύ δικαίως εξανέστησαν κατά καιρούς διάφοροι γλωσσοτέχναι ποιηταί ή συγγραφείς, και πολύ φυσικώς εζήτησαν άλλοι να σύρουν αυτήν εις το άκρον αντίθετον, δηλαδή εις την τελείως αγράμματον και επαρχιακήν γλώσσαν, εις ψυχαρισμόν ή μαλλιαρισμόν ή οτιδήποτε άλλο, διότι μόνον διά της τοιαύτης αντιθέσεως ήτο δυνατόν να ωριμάση η μέση εκείνη και χρυσή πορεία η οποία σήμερον πλέον κατέκτησε όλην την αληθινήν λογογραφίαν από την δημοτικήν ποίησιν έως εις το διήγημα και από τας επιφυλλίδας των εφημερίδων μέχρι των μεταφράσεων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, δια τας οποίας το έθνος θα ευγνωμονή τον αναλαβόντα την πρωτοβουλίαν εκδότην κύριον Γ. Φέξην.

Διά τούτο ευθύς ως η κόρη ανέφερε τον πατέρα της, επωφελήθην την περίστασιν να τρέψω τον λόγον εις αυτόν, μεταβάλλων ανεπαισθήτως το θέμα μας. — Και ο πατήρ σου, είπον, φαίνεται ότι αγαπά πολύ την ποίησιν. Χωρίς άλλο θα έχη αναγνώση πολλούς ποιητάς. Ορίστε; — Ω, βέβαια! είπεν η κόρη, πολλούς πάρα πολλούς. Και ανέγνωσεν εις πολλάς γλώσσας, ως και εις την σανσκριτικήν.

Αλλά των κακών ανθρώπων η κατάστασις και ιδιωτικώς και δημοσίως πραγματικώς δεν είναι ευτυχής, αλλά φαινομενικώς μακαρίζονται πολύ και όχι αρμονικώς, και σε οδηγούν προς την ασέβειαν, διότι και εις την ποίησιν εγκωμιάζονται και εις τους διαφόρους λόγους.

Αύτη ήρχισεν εν Ιταλία διαρκούντος ακόμη του μεσαιώνος. Ο μέγας Δάντης, ο σοβαρώτερος των ποιητών, εθεμελίωσε στενάζων την ιταλικήν ποίησιν, ο δε Ιωάννης Βοκκάκιος, ο ευθυμότατος πάντων των ανθρώπων, εμόρφωσε γελών τον πεζόν λόγον.

Διότι η μεν καθαρεύουσα είνε ακατάλληλος, η δε δημώδης ανεπαρκής· και είνε μεν αύτη αρμοδιωτέρα προς ποίησιν, αλλά τίνι τρόπω θα πλουτισθή, ώστε να εκφράζη τα υψηλότερα διανοήματα και τα βαθύτερα συναισθήματα του σημερινού ανθρώπου; Τούτο θα διδάξη εις τον ποιητήν το ίδιον εαυτού δαιμόνιον και θα συντελέση η πάροδος των χρόνων.

Μη γνωρίζων δε τίνι τρόπω ηδύνατο να παραστήση κοσμίως τα μετέπειτα παρήτησεν ο Βύρων το ποίημα και την ποίησιν και γενόμενος μισάνθρωπος και φιλέλλην εκ της απελπισίας έτρεξε να ταφή εις τους βούρκους του Μεσολογγίου.

Διά να κατασκευάση το δίστιχόν του ο Μανώλης, ηναγκάσθη να κατασκευάση και μίαν νέαν λέξιν, το επίρρημα «σίμα-σίμα». Και έκαμε μίαν αρχήν, η οποία έμελλε να λάβη τας διαστάσεις τας οποίας γνωρίζομεν εις την ποίησιν και την πεζογραφίαν.