United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Καπετάν πασάς με την αρμάδα κατέπλευσε και άραξε, ανάμεσα στον Μέγαν Γιαλόν κ' εις τον Μικρόν Γιαλόν. Καράβια εγέμισε ο τόπος ο υγρός, εμαύρισε όλ' η θάλασσα.

Επειδή δεν το θαρρούσανε σωστό, αφού σίμωνε ο χειμώνας, να εμπιστευθούνε στη θάλασσα μεγαλύτερη αρμάδα. Κι ο στρατηγός, αφού αμέσως την άλλη μέρα ανοίχτηκε στο πέλαγο, καθίζοντας στο κουπί τους ίδιους τους στρατιώτες, έπεφτεν επάνω στα χτήματα των Μιτυληνιών, που ήτανε στ' ακρογιάλια.

Η αρμάδα η τουρκική ηύρε το ρέμμα της θάλασσας, και το ρέμμα-ρέμμα, δω τους είχε, κει τους είχε, τους έφτασε απ' το πλάι. «Ως τόσο οι καπεταναίοι οι δυο τους αντρειώθησαν. Ήταν παλλικάρια, που δεν πιστεύω να εστάθησαν άλλοι, τους εγνώρισα εγώ πολύ καλά.

Μα αν πάρα σούναι μισητός τ' Ατρέα ο γιος, κι' εκείνος 300 κι' αφτά τα δώρα του, μα εμάς λυπήσου καν τους άλλους π' όλους μάς έσφιξε ο οχτρός, κι' εμείς θα σε τιμούμε σάμπως θεό· τι σ' ολωνών θ' ανυψωθείς τα μάτια — σ' το τάζωτώρα σφάζοντας τον Έχτορα, γιατί ήρθε κοντά πολύ, σαν πούναι τος γιομάτος άγρια λύσσα, 305 τι λέει, κανένας ίσος του δεν είναι απ' τους Αργίτες, όσοι κι' αν ήρθανε ως εδώ με την αρμάδα οχ τ' Άργος

Όταν έλαβα τα σκήπτρα της βασιλείας, επρόσταξα να ετοιμασθή μία αρμάδα αποτελουμένη από πενήντα καράβια, διά να υπάγω εις περιήγησιν εις όλα τα νησιά του βασιλείου μου, διά να τα στερεώσω εις την υποταγήν και με την παρουσίαν μου να τα βεβαιώσω διά το ενδιαφέρον μου.

Κι' όταν η αρμάδα έγεινε άφαντη, τότε το έμαθαν, κ' εγύρισαν πίσου στο νησί μας, για να θάψουν το Νικοτσάρα, που πέθανε κρατώντας με τα χέρια τ' άντερά του για να μη χυθούν, με τα δόντια την ψυχή του διά να μη φύγη. Κ' ήρθαν και τον έθαψαν, κάτου στο Λεχούνι, κοντά στην άμμο, στο γιαλό, και τότες του βγάλανε και τραγούδι.

Κι' ο Αίας όλο φώναζε στα παλικάρια γύρω 501 «Παιδιά, ντροπής μας! Έφτασε στιγμή κι' ή θα χαθούμε, ή θα σωθούμε αν σώσουμε απ' το χαμό τα πλοία. Μη δα θαρρείτε, τώρα εδώ αν πάρουν τα καράβια, πως περπατώντας το γιαλό ως στ' Άργος θα διαβείτε; 505 Για δεν ακούτε στους οχτρούς τον Έχτορα που σ' όλους κράζει να τρέξουν και λυσσάει να κάψει την αρμάδα; Σε πόλεμο, όχι σε χορό, το ξέρτε, τους φωνάζει.

Σαν τρελό περνάει τα στήθια τ' όπλο πετώντας ομπρός, κι' ο Δόλοπας σωριάστη με τα μούτρα. Όμως στον Αία ο Έχτορας τον ξακουστό χοιμίζει. 415 Και γιά 'να πλοίο πιάστηκαν οι διο, μα δε μπορούσαν μήτε τον Αία διώχνοντας να κάψει αφτός το πλοίο, και μήτε ο Αίας πάλε αφτόν να τον αμπώξει πίσω μιας και του Δία ο ορισμός τον πήγε ως στην αρμάδα.

'Σάν θυμωμένο φίδι, Και χύνεται μέσ' 'ςτήν Τουρκιά κι' αλλού της καίει αρμάδα Αλλού της καίει τα χωριά· κι' απ' άκρηάκρη ανάφτει Μεγάλη η Επανάστασι, σπαθί ολούθε αστράφτει. Κ' αλύσια κόβονται βαρηά και πέφτουν και βροντούνε 'Σάν να χτυπιούνται απ' αστραπή και 'σάν να ξεψυχούνε Χίλιαις χιλιάδες δαίμονες ....

Ειδέ τα πλήθη εγώ να πω και ναν τα νοματίσω, κι' αν είχα δέκα στόματα και γλώσσες δε μπορούσα, κι' αν άσπαστη είχα τη λαλιά και σίδερο τα στήθια. 490 Όμως θα πω τους αρχηγούς και χώρια κάθε αρμάδα.