Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Το λεωφορείο σταμάτησε στη μέση του δρόμου. Οι επιβάτες γύρισαν με περιέργεια και κύτταξαν τη γυναίκα που έμπαινε. Ήταν ντυμένη κατάμαυρα και φορούσε ένα μαύρο μαντήλι στο κεφάλι. Από κάτω απ' το μαντήλι ξεχείλιζαν να ξανθά της μαλλιά και το πρόσωπό της ήτανε μικρούτσικο σαν παιδιακίσιο, παραπονεμένο κι' όμορφο. Η γυναίκα κάθησε σε μια γωνιά με τα μάτια σκυμμένα κάτω.

Διότι ενώ αι παρακείμεναι οικίαι φαίνονται αλυπήτως κολοβωμέναι υπό της ευρύνσεως του δρόμου, η της Οθωμανίδος διακρίνεται δι' ενός προαυλίου, στενωτάτου μεν νυν, και επιτρέποντος τοις εν τω εξώστη καθημένοις να βλέπωσιν υπέρ τον χαμηλόν αυτού τοίχον πάντα τα εν τη οδώ, όπως δήποτε όμως λειψάνου της προτέρας ευρυχωρίας.

Το νεκροταφείον μας, καθώς ενθυμείσθε, κείται ολίγον μακρύτερα, προς δυσμάς. Αμπέλια δεξιά, το βουνόν αριστερά, και ανάμεσα ο δρόμος από τ' Αλώνια το νεκροταφείον. Εις το μέσον περίπου του δρόμου, προς του βουνού το μέρος, ίσως παρετηρήσατε έν μεγάλον πεύκον· τα γηρασμένα του κλωνάρια σχηματίζουν μικράν όασιν σκιάς, όταν ο ήλιος φλογίζη την άδενδρον εκείνην έκτασιν.

Επειδή όμως, καθώς μου φαίνεται, συ βαρύνεσαι φοβούμενος τον κόπον, εγώ ο ίδιος θα γίνω οδηγός σου και θα σε βοηθήσω με προθυμίαν να δέσης τους ορισμούς σου, ώστε να μη φεύγουν, διά να μου εξηγήσης εις την εντέλειαν τι πράγμα είναι το ευσεβές, χωρίς να σταματήσης εις το μέσον του δρόμου, πριν φθάσης εις το συμπέρασμα . Παρατήρησε λοιπόν αν δεν σου φαίνεται ότι είναι απόλυτος ανάγκη κάθε πράγμα ευσεβές εν γένει να είναι συνάμα και δίκαιον.

Ο μελαχροινός κύριος ευχαρίστησε τη γυναίκα μ' ένα γλυκό χαμόγελο, έφερε τους μενεξέδες στα χείλη του με μια βαθειάν αναπνοή που έμοιαζε σαν αναστεναγμός κ' έπειτα τους έβαλε με προσοχή στην κουμπότρυπά του. Στο στρίψιμο του δρόμου η γυναικούλα έγνεψε στον οδηγό.

Ενίοτε έχαναν το χάραγμα του δρόμου, απεπλανώντο κ' ευρίσκοντο αίφνης επί της κορυφής πελωρίων βράχων, κατά των οποίων άβυσσος ήνοιγε το στόμα της, και πάλιν κατέβαινον με τρεμουλιαστά γόνατα, κρατούμενοι εκ των πετρών και των θάμνων.

Κάμποσα πατήματα αφήκε στην εποχή του ο Αυτοκράτορας τούτος. Και καθώς συνέβηκε με πολλούς άλλους και προτερινούς και κατοπινούς του, έτσι και του Ζήνωνα η ιστορία είναι ανακατεμένη και με τα δυο τα στοιχεία που πλάγι πλάγι απαντιούνται από τη μιαν άκρη στην άλλη του δρόμου μας.

Αλλ' η θεια Μυγδαλίτσα, κάθιδρως εκ του επιπόνου και φοβισμένου δρόμου της, ούτε ήκουε τας αστειότητας των ποιμένων, αλλά πεσούσα σχεδόν επάνω εις την ανθρακιάν εθερμαίνετο. — Μεσάνυχτα! Νά, μεσάνυχτα, διέκοψε τότε ο Κουτσογεώργης, μετά ώραν σιωπής καταβιβάσας την κουκούλαν της κάπας και θεωρών σοβαρώς τους αστερισμούς. — Νά ο αστέρας!

Περνώντας μπροστά από το σπίτι του ντον Πρέντου φώναξε τη Στεφάνα και της είπε ότι έπρεπε να φύγει για δικές του δουλειές και ότι δεν ήξερε πότε θα γυρίσει. «Πες μου τουλάχιστον πού πας.» «Στο ΝούοροΔυο μέρες του πήρε μέχρι που να φτάσει στο Νούορο. Ανηφόριζε σιγά σιγά, με σύντομα διαλείμματα, πέφτοντας στην άκρη του δρόμου όταν κουραζόταν. Έκλεινε τα μάτια, αλλά δεν κοιμόταν.

Έσωσα πες το κάρβουνό μου, έσβυσαν οι φωτιές, εκρύωσαν τα λεβέτια κ' εστάθηκα. Και καλά που έφτασα ως εδώ! Φαντάσου αν έμενα καταμεσίς του δρόμου ν' αφήσω την αδερφούλα μου παραπονεμένη!... Τόραώρα μου· δεν δίνω μια πεντάρα. Άσπρος άγγελος μονάχα και ας έρθη το γρηγορώτερο. Κ' εστύλωσε τα μάτια του πάλι στο κύμα με κάποια έκφρασι σιγαλού πόθου, λέγεις κ' επερίμενεν απεκεί την απολύτρωσι.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν