United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο ήδη τρίτη ώρα μετά τα μεσάνυκτα, και ο πετεινός ελάλησε και πάλιν. Το θυγάτριον, το οποίον μόλις είχεν ησυχάσει, προ μικρού, άρχισε να βήχη εκ νέου οδυνηρώς. Είχεν έλθει ασθενικόν εις τον κόσμον, και προσέτι, φαίνεται ότι είχε κρυώσει την τρίτην ημέραν, εις τα «κολυμπίδια», όταν το είχαν λούσει εντός της σκάφης, και κακός βήχας το είχε κολλήσει.

Ο Έρως όμως, απαθής και ατρόμητος, ωθούμενος δε κάπως και υπό του παρακολουθούντος Ερμού, και ουδόλως υπό της επελθούσης συγχύσεως θορυβηθείς, εβάδισε με ευσταθές το βήμα προς τον Δία, και γονυπετήσας προ αυτού μετά της Ψυχής, — ως γονυπετούσι σήμερον επί θεάτρου προ των ωργισμένων πατέρων οι θέλοντες να εξιλεώσωσιν αυτούς ερασταί, — ελάλησε τα εξής, άτινα, είχεν ήδη καθ' οδόν προετοιμάσει.

Δεν ωμίλησε, αλλά το βλέμμα της έλεγεν: Ω, άφες με! θέλω να ίδω ακόμη την θάλασσαν και τον ουρανόν και τον δίσκον του δύοντος ηλίου! — Αλλ' ο γέρων έθεσε περιπαθώς την χείρα επί της χειρός της και ελάλησε προς αυτήν, και ήτο ικετευτικός της φωνής του ο τόνος. Η νέα ανέκυψε και επροσπάθησε να εγερθή, αλλά δεν ηδύνατο να κινηθή μόνη.

Ιωάννης ο Ευαγγελιστής παρρησία μας λέγει ότι η φωνή αύτη δεν ήχησε το αυτό προς όλους. Το πλήθος την εξέλαβεν ως παροδικήν βροντήν· άλλοι έλεγον ότι Άγγελος προς Αυτόν ελάλησε». Μόνον δι' ολίγους ήτο έναρθρος η φωνή· Αλλ' ο Ιησούς είπεν αυτοίς ότι η φωνή αύτη δεν έγεινε δι’ Αυτόν, αλλά δι' εκείνους». Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου, νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω.

Μωρέ, παιδιά, βουλιάζουμε! ακούω άξαφνα τη φωνή του καπετάνιου. Πηδάω έξω. Για πέντε λεφτά το νερό μας εκεφάλωσε. Ερριχθήκαμε πάλι ν' αρχίσουμε τον αγώνα. Αλλά τόρα δεν μας εφαινόταν βαρύς. Το καράβι όλο κ' επλάκωνε απάνω μας. Σε λιγάκι εφάνηκε ολόκληρο το σκαφίδι. Βέβαια είδε τη σημαία μας κ' ερχόταν να μας σώση. Αλλά δεν ξεύρω γιατί άξαφνα εκρύωσε η καρδιά μου. Κάτι ελάλησε μέσα μου.

Όχι δε μόνον το πλήθος και οι άρχοντες, αλλά και οι ίδιοι μαθηταί Του εσκανδαλίσθησαν εκ των λόγων. Και διά τούτο ο Σωτήρ, όταν κατέλιπον την Συναγωγήν και απήλθον κατ' ιδίαν, ελάλησε προς τους μαθητάς Του, και εξήγησεν Αυτοίς ότι, όχι μόνον κατά γράμμα, αλλά κατά πνευματικωτέραν εκδοχήν έπρεπε να εκληφθώσιν οι λόγοι Του. «Το πνεύμα εστι το ζωοποιούν· η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν.

Όταν ο Αυτοκράτωρ απέβη εις την Ασιατικήν παραλίαν, έσπευσεν ο Σαήν εις προϋπάντησιν και ερρίφθη κατά πρόσωπον επί της γης, όπως οι Πέρσαι μεγιστάνες επροσκύνουν τους βασιλείς των. Έπειτα ελάλησε προς τον αυτοκράτορα μεγαλοφώνως περί των ωφελειών της μεταξύ των δύο κρατών διαρκούς ειρήνης και ωρκίσθη ότι αυτός επεθύμει διακαώς τοιαύτην ειρήνην.

Και, ευρόντας αφορμή, έχωσε τα χέρια του στα στήθη της να βγάνει το φιλαράκο το τζίτζικα, που δεν εσώπαινε μήτε μέσα στο χέρι του. Η Χλόη εχάρηκε καθώς τον είδε κι αφού τόνε πήρε τον εφίλησε και τον έβαλε πάλι μέσα στον κόρφο της να τραγουδάη. Τους διασκέδασε ύστερα μια φάσα, που ελάλησε από το δάσος. Κ' επειδή η Χλόη ρωτούσε να μάθη τι λέει, της διηγιέται ο Δάφνης σαν παραμύθι ότι είχεν ακούσει.

Ελάλησε τώρα και ο πετεινός, είπεν ο έτερος των ποιμένων, και δεν φοβάται από Σκαλικαντζούρια. Τι γυναίκα αυτή η χριστιανή!

Και ο Αμπτούλ ευθύς της έδωκεν εις τας χείρας ένα τζιβούρι, και το ελάλησε με τόσην νοστιμάδα, που ο Καλίφης μην ημπορώντας πλέον να υπομείνη εφώναξε λέγοντας· Ω φίλε, μεγάλης ζήλιας είνε η τύχη σου· οι μεγαλύτεροι βασιλείς του κόσμου δεν είνε τόσον ευτυχισμένοι ωσάν του λόγου σου.