Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Διηυθύνθη λοιπόν προς τα εκεί, ακόμη περισσότερον τόρα ανυπόμονος να ίδη τον Γιάννο, ωθουμένη μάλλον εξ επιθυμίας προς αυτόν ή από μητρικού φίλτρου προς την Μάρω, έκραξε κ' εκεί αλλά καμμία απάντησις· και του σκύλου το γαύγισμα είχε παύσει: — Τι διάβολο έγειναν; εψιθύρισεν εν αγανακτήσει, σταθείσα. Αίφνης ιδέα τις διήλθε του νου της.

Παρθένος μία περικαλλής φέρουσα ποδήρη χιτώνα ως ιερατικόν στιχάριον, σκεπασμένη δε την λυτήν κόμην της με πέπλον φαεινόν και αιγλήεντα, ως αραχνοΰφαντον βασιλικήν καλύπτραν, ιέρεια, θαρρείς, της αρχαιότητος, προέβη προς τας αγίας εικόνας ελαφρά και ταχεία ως άνεμος, χωρίς να πατή εις την γην. Εκεί σταθείσα, έκαμε σχήματα προσκυνήσεως. Ο ιερεύς έμεινεν άναυδος. Ο μπάρμπα-Γιωργός έτρεμεν ως φύλλον.

Αίφνης όμως ησθάνθη εις τας χείρας της την μαγευμένην άτρακτον, παλαιόν δώρον της μητρός της, την οποίαν εν τη σπουδή της είχε λάβει μαζί· και οι οφθαλμοί της ανέλαμψαν θριαμβευτικώς· τυχηρό κι' αυτό· θαρρείς και ήτο φώτισις Θεού!. . . — Ξακληριές και μαυρίλες! εψιθύρισε μετά θυμού. Και σταθείσα περιέστρεψεν εις χείρας την άτρακτον και την έρριψεν είτα μεθ' όλης της δυνάμεως της.

Σταθείσα αίφνης προ ενός των κατόπτρων, ησθάνθη πορφυρουμένας εξ ευχαριστήσεως τας παρειάς της. Τόσον ωραίαν ουδέποτε είχον δείξει αυτήν τα κάτοπτρα του πατρικού μεγάρου.

Η νεάνις τότε, σταθείσα πλησίον του πατρός της, «Πάτερ μου, τω είπεν, ιδού ήλθα και δίδω εκουσίως το σώμα μου ίνα θυσιασθή υπέρ της πατρίδος μου και υπέρ ολοκλήρου της Ελλάδος εις τον βωμόν της θεάς, αφού τοιούτος είναι ο χρησμός. Ευτυχήσατε όλοι διά της θυσίας μου. Η νίκη τα όπλα σας ας στέψη και νικηταί να επανέλθητε εις την πατρώαν γην. Δεν θέλω να μ' εγγίση κανείς.

Πού είνε ο Λαλεμήτρος; Ηρώτησε πάλιν ανυπόμονος η γραία, σταθείσα εις τα κεφαλόσκαλον εμπρός ως τελωνοφύλαξ; — Τον είδεθ εθύ; άδο τόθο τ' εγώ! Απήντησε βραδέως ο καπετάν Ηλίας, βραδύς ως το κόττερον, βραδύς την εργασίαν, και την γλώσσαν βραδύς. Και ήρχισε βραδέως να ρίπτη επί της αποβάθρας μίαν μίαν της τάβλαις, ως να ήτο πιασμένος τας χείρας.

Ο Γύφτος και η Αϊμά διευθύνθησαν εις το κέντρον του χωρίου, όπου ηγόρασαν τροφάς και εξήλθον εκείθεν σπεύδοντες. Η γυνή σταθείσα παρά τινα γωνίαν παρετήρει αυτούς μακρόθεν. Ιδούσα δε γειτόνισσάν τινα, την έκραξε·Βλέπεις εκεί; — Ποίος είνε; — Εκείνος ο άνθρωπος με το κορίτσι που σέρνει από το χέρι... — Βλέπω. — Μου φαίνεται παράξενο. — Διατί;

Εις την αυλήν διέκρινε πολλούς χωρικούς, άλλους ορθίους, άλλους καθημένους πέριξ μεγάλης πυράς και συνομιλούντας θορυβωδώς. — Ελεήστε μια χριστιανή, είπεν η Μάρω παρακλητικώς, σταθείσα προ του μεγάλου πυλώνος του κήπου. — Έμπα μέσα κόρη μου, έμπα μέσα· της εφώναξεν ευθύς παχουλός χωρικός μ' εύθυμον κ' ερυθρό όψιν· μπάσε και τ' αρνάκι σου.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν