Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Αυτοί χωρίς να εξετάσουν άλλο με έφερον εις το καράβι, ομοίως και εκεί τους εδιηγήθηκα τα αυτά· επρόσφερα διά δώρον εις τον καραβοκύρην ένα εύμορφον δακτυλίδι, όμως με ευχαρίστησε χωρίς να το λάβη και μου έδειξαν μεγάλην αγάπην και περιποίησιν όλοι του καραβιού.

Διήρκεσεν εκείνος ο σφοδρός άνεμος δεκαπέντε ημέρες και βαστώντας όλος εκείνος ο καιρός, μας άμπωσε με τόσην ταχύτητα και μας έφερεν επάνω εις την μεγάλην θάλασσαν τρεις χιλιάδες μίλια μακράν από την Σερενδέβ, εις τόπους αγνωρίστους εις τους ναύτας και εις τον καραβοκύρην.

Εστοχάζονταν εκείνο, όχι διά ένα όνειρον, μα διά μίαν έκστασιν και σηκωνώμενη με απόφασιν διά να κάμη αυτό το ταξείδι που εις τον ύπνον είδεν, επήγε και ηύρε τον Δαλήκ, και του εδιηγήθη το όνειρον λέγοντάς του, πως εξ αποφάσεως θέλει να μισεύση· διά να μη την παρακούση, έκλινε να της κάμη το θέλημα, και επήγεν εις τον γιαλόν, και ηύρεν ένα καράβι, που εις δύο ημέρας ήθελε να μισεύση δι' αυτό το νησί, και εσυμβιβάσθη με τον καραβοκύρην διά να τους φέρη εκεί.

Ο θωπευτικός δε τρόπος με τον οποίον απευθύνονται προς τον καραβοκύρην και η ερωτότροπος επωδός «μάγια μούκαμες» μαρτυρούν ότι είνε διατεθειμέναι να προβούν εις σοβαράς θυσίας διά το κοκκινάδι, το οποίον, κατά τον καραβοκύρην: Πέντε γρόσια έχει το δράμι....

Τέλος πάντων ευρίσκοντας παχύτερον από όλους τον καραβοκύρην μας, τον άρπαξεν από τον λαιμόν με το ένα χέρι, και με το άλλο τον εσούβλισεν εις ένα από εκείνα τα σουλβιά που ήσαν στο παρόν, ωσάν ήτον ένα περιστέρι εις τα χέρια ενός μακελλάρη· έπειτα άναψε μίαν μεγάλην φωτιάν, και τον έψησεν εις ολίγον διάστημα, και ύστερα τον έφαγεν όλον έμπροσθέν μας.

Οι βασιλικοί υπηρέται λοιπόν κατά προσταγήν του βασιλέως ήλθον εις το καράβι και εφανέρωσαν την γνώμην του βασιλέως εις τον καραβοκύρην, ο οποίος απεκρίθη, ότι είνε έτοιμος να υπακούση εις την βασιλικήν προσταγήν.

Εγώ συνομιλώντας με τον καραβοκύρην, και διηγούμενος εις αυτόν το δεύτερόν μου ταξείδιον, όταν έφθασα εις εκείνο το μέρος της διηγήσεως, που εγώ αποκοιμήθηκα εις το νησί και το καράβιον εμίσευσε, και όταν εξύπνησα, ευρέθην μοναχός, και βλέπω και ευθύς ο καραβοκύρης με αγκάλιασε καταφιλώντάς με, και λέγοντάς μου· αδελφέ Σεβάχ είμαι ο καραβοκύρης, που τότε εξ απροσεξίας σε ελησμονήσαμεν εις το νησί.

Την ερχομένην ημέραν έπεμψεν εκείνος ο βασιλεύς διαφόρους άρχοντας αξιωματικούς, διά να συγχαρούν και τον καραβοκύρην και τους πραγματευτάς διά το καλό ταξείδι εκ μέρους του και να παρακαλέσουν διά να γράψη καθένας από ένα στίχον ιδιοχείρως του κατά τον χαρακτήρα και την καλλιγραφίαν που έκαστος ηξεύρει, λέγοντές του· επειδή ο βασιλεύς είχεν ένα βεζύρην πολύ επιτήδειον και καλλιγράφον, ο οποίος απέθανε προ ολίγου καιρού και έως τώρα εις όλον του το βασίλειον δεν ευρέθη παρόμοιος, ο σκοπός του είνε, όταν εύρη ένα επιτήδειον και παρόμοιον καλλιγράφον, να τον υψώση εις το αξίωμα του Βεζύρη.

Τότε ο Νίκος εθεώρησε το πράγμα ως σημείον, και είπεν ότι, όχι αυτός, αλλ' ο δίκαιος Θεός είχε καταδικάσει την γολέτταν και τον καραβοκύρην της· ο Θεός ας έκαμνεν έλεος! Μετά τρεις ημέρας ήλθεν είδησις ότι η γολέττα εχάθη. Όλοι οι θαλασσινοί του τόπου ηπόρησαν με την «ατζαμωσύνην» του Καβούληαγκαλά αυτός ήτο κτηματίας και οινέμπορος, δεν ήτο ναύτης.

Και αφού ο βασιλεύς εκείνος με εσύστησεν εις τον καραβοκύρην και εις τους πραγματευτάς του καραβιού, εις το οποίον έβαλα όλα τα δώρα και την ωραίαν κορασίδα, εμισεύσαμεν, και με επιτήδειον καιρόν εφθάσαμεν εις ολίγας ημέρας εις Βαλσύραν, και από εκεί ευθύς εμίσευσα διά την Βαβυλώνα.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν