United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατ' αυτόν δε τον τρόπον θα επετύγχανεν ώστε κατά πρώτον μεν οι υπήκοοι του να μη θαυμάζουν και τόσον τα σοφά εκείνα επιγράμματα τα χαραγμένα εις το μαντείον των Δελφών, ως το &Γνώσι σαυτόν& και το &Μηδέν άγαν&, και τα άλλα τα παρόμοια, άλλα να θεωρούν πλέον σοφάς τας σκέψεις αυτού του ιδίου, έπειτα δε διά να συχνάζουν εις τας Αθήνας από τους αγρούς προς εντελή μόρφωσίν των οι διαβάται οι οποίοι εδιάβαζαν τας συμβουλάς αυτάς και ελάμβανον μέρος εις το γεύμα της σοφίας του.

Είχενε και πηγάδι με σπάνιο νερό ο Αζώηρος, οπού δεν άργησαν να το μυριστούν κι' άλλοι και που κατάντησεν από στόμα σε στόμα να διαλαληθήόλους εκείνους τους απάνου μαχαλάδες ο καφενές και να συχνάζουναυτόν όχι μονάχα οι γερόντοι μα κι άλλοι πολλοί.

Είχενε και πηγάδι με σπάνιο νερό ο Αζώηρος, όπου δεν άργησαν να το μυριστούν κι άλλοι και που κατάντησεν από στόμα σε στόμα να διαλαληθήόλους εκείνους τους απάνου μαχαλάδες ο καφενές και να συχνάζουναυτόν όχι μονάχα οι γερόντοι μα κι άλλοι πολλοί.

Πώς το βαρβάτο σε παχνί αργό παραχορταίνει και το καπίστρι σπάει κι' ορμάει στον κάμπο πιλαλώνταςγιατί να λούζεται έμαθε στα δροσερά ποτάμια265 περήφανο έτσι, κι' αψηλά βαστάει την κεφαλή του κι' απάνου κάτου η χήτη του στους ώμους κυματίζει, κι' αφτό γιομάτο λεβεντιά γοργά το παν τα πόδια όπου συχνάζουν αλόγα και στα λειβάδια βόσκουν· έτσι κι' εκείνος γόνατα και πόδια γοργοκούναε, κι' έκραζε ομπρός! άμα άκουσε τα θεϊκά τα λόγια. 270

Και η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη• «Πήγαινε, κράξε αυτόν εδώ, να τά 'πη όλα εμπρός μου. και ας παίζουν κείν', είτ' έμπροθεντην θύρα καθισμένοι 530 ή αυτού μέσατα δώματα, αφού καλόκαρδ' είναι. ότι έχουν όλ' ανέγγικτατο σπίτι τ' αγαθά τους, τον σίτον, το γλυκό κρασί• τρέφονται μόν' οι δούλοι• κ' εκείνοι εδώτο σπίτι μας ολοκαιρής συχνάζουν, και βώδια σφάζοντας, αρνιά κ' ερίφια σαρκωμένα, 535 συντρώγουν και το φλογερό κρασί μας καταπίνουν, χαμένα, και όλα φθείρουν τα• ότι άνδρας δεν υπάρχει, ως ο Οδυσσέας άλλοτε, το σπίτι αυτό να σώση. αλλ' αν εις την πατρίδα του γυρίσ' ο Οδυσσέας, με τον υιόν του εκδίκησι της αδικιάς θα πάρη». 540

Πότε εις τον Άγιον Νικόλαον του Γαλατά, που πηγαίνουν όλοι οι κεφαλλονήταις, πότε ς' του Τζουμπαλή που συχνάζουν όλα τα ισνάφια της Σταμπούλ με ευλάβεια, πότε εις το Φανάρι να ιδούμε τον Πατριάρχην μας και ν' ακούσωμεν τον Ραιδεστινόν τον πρωτοψάλτην. Και πότε ς' την Παναγίαν ς' το Σταυροδρόμι, ν' ακούσωμεν τον Καμπούρην, τον Ευστράτιον, που ο λάρυγγάς του λες κι' ήτανε αηδόνι.

Κι' ο Πάρης δε χασομεράει στον αψηλό του σπίτι, μόνε σα χαλκοφόρεσε την πλούσια αρμάτωσά του, περνάει τη χώρα τρέχοντας μ' ακούραστο ποδάρι. 505 Σαν άλογο, που στο παχνί αργό παραχορταίνει και το καπίστρι σπάει κι' ορμά στον κάμπο πιλαλώνταςγιατί να λούζεται έμαθε στα δροσερά ποτάμιαπερήφανο έτσι, κι' αψηλά βαστάει την κεφαλή του, κι' απάνου κάτου η χήτη του στους ώμους κυματίζει, 510 κι' αφτό γιομάτο λεβεντιά, γοργά το παν τα πόδια όπου συχνάζουν άλογα και στα λιβάδια βόσκουν· έτσι και του Πριάμου ο γιος, αστράφτοντας σαν ήλιος μες στη λαμπρή του αρματωσά, κατέβηκε το κάστρο καμαρωτός, και γλήγορα τον πήγαιναν τα πόδια.