United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένα βουνό από σκόνη μαυρειδερή σέρνεται στο δρόμο, κυλιέται και προβαίνει οκνό, σαν άρρωστο. Ο ήλιος το χτυπά κατακέφαλα και το δείχνει θεριό παράξενο. Η χήτη του κοκκινίζει και καίγεται. Κάποια σημάδια μέσα του σβύνουν και ξαναλάμπουν από στιγμή σε στιγμή, σβύνουν και ξαναλάμπουν σα λεπίδες σπαθιών. Ακούεται βαρύς και βαθύς ο ανασασμός του, βαθύς και βαρύς σα μακρινό μπουμπουνητό.

«Πικρό ψωμί! ξερό ψωμί», ξεχύθη κραυγή βραχνή, βοή βαρεία, βαθειά, σα να στενάξαν χίλια μύρια στήθη από της γης τα πέρατα πλατιά. Και με ολόρθο κορμί το παλικάρι, στην πλάτη η χήτη ανέμισε χυτή: «Ήρθε ο καιρός», ξανάκραξε, «να πάρη το δίκιο του καθένας στη ζωή.

Κάτω από το τραπέζι στέκανε δυο ξύλινα άλογα το ένα με τη χήτη μαδημένη, και μπρος στο τραπέζι είτανε μια μικρή, χαμηλή ξύλινη καρεκλίτσα, που την είχαμε χαρισμένη του Σβεν και κείνος την έπερνε μέσα στις κάμαρες όταν είτανε πολύ χαρούμενος κ' ήθελε να βάλη τη μαμά να του πη παραμύθια.

Προκειμένου δε και μεταξύ τούτων να εκλέξωμεν, ηθέλομεν προτιμήσει αδιστάκτως τας στροφάς, δι' ων περιγράφεται ο ίππος του Αλή, αποτελούσας το στιλπνότερον ίσως της βαλαωριτείου ποιήσεως κομβολόγιον μαργαριτών: Ακούει τον πόλεμο και χλημητάει, Τ' αυτιά του τέντωσε, άγρια τηράει· Ολόρθ' η χήτη του, ολόρθ' η ορά, Λιγάει το σώμα του σαν την οχειά κτλ.