United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και αυτή, προς δυστυχίαν της Μαρίας Μύρτου και κάθε χειραφετημένης, είνε η μεγάλη διαφορά... Η σύζυγός του τον συλλαμβάνει εις τας αγκάλας της αντιζήλου σχεδόν επ' αυτοφόρω. Και τον εγκαταλείπει αμέσως και αδιστάκτως, διότι είνε υπερήφανος και διότι βλέπει, ίσως ολίγον αργά, ότι ο Κώστας δεν είνε ο άνδρας, με τον οποίον θα ημπορούσε να ζήση. Και φεύγει εις την Αμερικήν.

Τας είδα, αλλ' εκείνη δεν τας είχεν ίδει, και έπιε τον οίνον αδιστάκτως, εγώ δε απεσιώπησα το συμβεβηκός, όπερ, μολονότι είχα ίδει εναργώς, εθεώρουν ως προϊόν φαντασίας εξημμένης, ης την νοσηράν ενέργειαν επέτεινον οι τρόμοι της συζύγου μου, το όπιον και η νυκτερινή ώρα.

Ηγέρθη και είπεν ότι συμφέρει να θυσιασθή είς υπέρ του λαού, ένοχος ή αθώος, αδιάφορον, οι δε Φαρισαίοι και οι πρεσβύτεροι εδέχθησαν αδιστάκτως την φωνήν εκείνην της ασυνειδήτου προφητείας.

Και βεβαίως δεν ηδύναντο να είνε ευμαθέστεροι του γέροντος εκείνου ιερέως, όστις, ερωτηθείς προ χρόνων αν η Αγία Κυριακή ή η Μεταμόρφωσις είνε μεγαλειτέρα, απήντησεν αδιστάκτως ότι «η Αγία Κυριακή είνε μεγαλείτερη, διότι εορτάζεται καθ' εβδομάδα, ενώ η Μεταμόρφωσις μόνον μια φορά τον χρόνον είνε ». Και μήπως πλείστοι ακόμη και σήμερον δεν νομίζουν ότι ο περίκλυτος ναός της του Θεού Σοφίας είνε εις τιμήν της μεγαλομάρτυρος Αγίας της ΙΖ' Σεπτεμβρίου;

Δεν ειξεύρω, απήντησεν αδιστάκτως η Γύφτισσα. Βεβαίως δε, αν ηδύνατο να σκεφθή, ήθελε μετανοήσει διότι έσπευσε ν' απαντήση ούτω. Η απάντησις αύτη έκαμε την Αϊμάν να πεισθή περί όσων αμφέβαλλε. Δεν είξευρεν αν η κόρη της ήτο βαπτισμένη. Δεν ήτο άρα η μήτηρ της. Περί τούτου εσκέπτετο καθ' εκάστην η Αϊμά.

Ο Ματθαίος γνήσιος Εβραίος, έβλεπεν αδιστάκτως προφητικήν σημασίαν εις την διαμονην του Χριστού εν τη πόλει ταύτη της Γαλιλαίας, διότι το όνομά της υπενθύμιζε τον τίτλον «Κλάδος» με τον οποίον εχαρακτηρίσθη εν τη προφητεία του Ησαΐου.

Βεβαίως, εκείνος που πληρώνει από την τσέπην του, απήντησεν αδιστάκτως ο ξένος. — Βλέπεις; Ιδού διατί μισώ τας γενικότητας και επιθυμώ να ειδικεύω. Ομιλώ σχετικώς και όχι απολύτως. Δεν λέγω ότι η δωροδοκία είνε καλόν τι, λέγω ότι είνε το ολιγώτερον κακόν. Και σημείωσε ότι ουδείς ποτε εκλέγεται βουλευτής διά της δωροδοκίας. Ο απάνθρωπος τοκογλύφος, όσας και αν αγοράση ψήφους, ποτέ δεν θα εκλεχθή.

Φρονώ και αδιστάκτως διαβεβαιώ, ορμώμενος εκ της μικράς μου πείρας, ότι πολλά μυστήρια θέλουσιν ανακαλυφθή διά ταύτης της ερεύνης και θέλει προκύψη ότι συν τοις άλλοις ο ελληνικός λαός διατελεί εισέτι ο πιστός φύλαξ της θεραπευτικής επιστήμης των αρχαίων προγόνων του.

Παρά ταύτα όμως αι βάσανοι που υπέφερα ήσαν αδιστάκτως ισοδύναμοι, εάν εξαιρέσωμεν την διάρκειαν, με εκείνας της πραγματικής ταφής. Ήσαν τρομεραίήσαν μιας ακαταλήπτου αγριότητος. Αλλά συνήθως διά του δαίμονος ενεργεί ο Θεός. Το τυχαίον αυτό γεγονός, ένεκα του εξαιρετικού χαρακτήρός του, μου έφερεν αναγκαστικά αντίδρασιν εις το πνεύμα μου.

Προκειμένου δε και μεταξύ τούτων να εκλέξωμεν, ηθέλομεν προτιμήσει αδιστάκτως τας στροφάς, δι' ων περιγράφεται ο ίππος του Αλή, αποτελούσας το στιλπνότερον ίσως της βαλαωριτείου ποιήσεως κομβολόγιον μαργαριτών: Ακούει τον πόλεμο και χλημητάει, Τ' αυτιά του τέντωσε, άγρια τηράει· Ολόρθ' η χήτη του, ολόρθ' η ορά, Λιγάει το σώμα του σαν την οχειά κτλ.