United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατηρώντο τον Καίσαρα, κατηρώντο τους ευνοουμένους πατρικίους. Όταν την νύκτα ο πρώτος επισιτισμός έφθασεν, ο όχλος κατηδάφισε την κυρίαν πύλην του Εμπορίου και διήρπασε τα τρόφιμα. Εις το φως της πυρκαϊάς εμάχοντο διά τους άρτους, των οποίων μεγάλη ποσότης κατεπατήθη υπό τους πόδας· το άλευρον των σχισθέντων σάκκων κατελεύκανε το έδαφος.

Οίνος και άλευρον, σίτος και έλαιον, επιστάται και φύλακες, εργάται και εργοδόται, βασιλείς και ποιμένες, οδοιπόροι και λησταί και ιερείς και Λευίται, μεγιστάνες εν χλιδή και πλούτω και νύμφαι με νυμφικάς αμφιέσεις, όλα ταύτα ευρίσκονται εις τους λόγους Του. Εγνώριζεν όλην την ζωήν και είχεν εμβλέψει εις αυτήν με ευμενές όπως και με βασιλικόν όμμα.

Αλλά το άλευρον αυτό το ευρωπαϊκόν πόσοι το εγνώριζον, και πόσοι ηδύναντο να το διακρίνωσιν; Ολίγοι μόλις. Οι άλλοι εδανείσθησαν πίτυρα και τα εξέλαβον ως άχνην.

Αντί όμως αρτίσκων, αι περισσότεροι ενορίτισσαι, κατά τους τελευταίους χρόνους, επροτίμων να προσφέρωσιν απλούν άλευρον, και διά τούτο η παπαδιά είπεν ότι «εζύμωναν από τα βλογούδια». Βήμα ηκούσθη εις τον πρόδομον.

Διότι η μήτηρ της, από μικράν, είχε ποτίσει αυτήν, το φιδόχορτον, την λευκήν εκείνην, ως άλευρον κόνιν, ην επώλουν διερχόμενοι από τα γρέκια των πλάνητες φαρμακευταί και ήτις έχει την δύναμιν να κάμνη αβλαβή ως γάλα και το δριμύτερον φαρμάκι των.

Ηθελήσαμεν και θέλομεν να φανώμεν πλούσιοι, ενώ είμεθα πτωχοί, . . . και ζυμόνομεν άρτον με πίτυρα, διότι άλευρον δεν έχομεν. Ουδ' ευρέθη τις εν μέσω του αγνώτος και απερισκέπτου πλήθους, όστις να οδηγήση τα πρώτα του βήματα, ή να φωνήση καν εις τους προς την άβυσσον χωρούντας τυφλούς, ότι βάραθρον χαίνει προ των ποδών των. Τουναντίον.

Αφού δε επρομήθευσαν οι Μυτιληναίοι πρέσβεις εις το πλοίον, οίνον και άλευρον και πολλά υπεσχέθησαν, εάν έφθανον εγκαίρως οι εις αυτό εισελθόντες. Τοσαύτη δε κατεβλήθη ταχύτης εις τον πλουν, ώστε οι κωπηλάται εκωπηλάτουν τρώγοντες συγχρόνως άλευρα ζυμωμένα με οίνον και έλαιον, και οι μεν εκοιμώντο, οι δε εκωπηλάτουν αλληλοδιαδόχως.

Δεν ήρκει δε η θλίψις, ήτις κατεβασάνιζεν, ήτις εσπάρασσεν ως το δηλητήριον τα σπλάγχνα της Θωμαής, είχε και τας ερωτήσεις των γειτόνων και των πελατών, οίτινες εζητούσαν δήθεν άλευρον, ενώ ήθελον αληθώς να βεβαιωθώσι περί της παρατεινομένης απουσίας του συζύγου της. Παρήλθον εβδομάδες, παρήλθον μήνες και ούτε ήκουσαν πλέον περί του Λαλεμήτρου αι δύο γυναίκες, ούτε γράμμα έλαβον.

Την παράτασιν δε ταύτην επέτυχαν οι Λακεδαιμόνιοι προσφέροντες πολλήν χρηματικήν αμοιβήν εις καθένα, που ήθελε φέρει εις την νήσον άλευρον, οίνον, τυρόν και κάθε άλλο τρόφιμον χρήσιμον εις τους πολιαρκουμένους, και υποσχόμενοι την ελευθερίαν εις κάθε είλωτα, ο οποίος ήθελεν εισαγάγει τοιαύτα είδη.