Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Ψυχρά, παγετώδης τον ητένισε. Εκείνος έκλινε την κεφαλήν ανίσχυρος. Η Κίρκη έκυψε και του εθέρμανε το πρόσωπον με την πνοήν της την αποπνέουσαν μύρα και δηλητήριον . . . — Αλλά τότε φροντίζω εγώ μόνη· έχω τον τρόπον· δεν τον γνωρίζεις; Εις έν νεύμα μου μόνον . . . Του εψιθύρισε με την μαγευτικώς γλυκείαν φωνήν της. Εκείνος έπεσεν εξουθενημένος, ενώ εκείνη απεσύρετο βεβαία περί της νίκης της.

Και απεσύρετο προς την θύραν, διά να εξασφαλίση την υποχώρησιν εν περιπτώσει νέας εφόδου, οπότε ηκούσθη θόρυβος βημάτων. — Ο κύρης μου! εψιθύρισε και διευθετούσα τα ενδύματα και την κόμην της έτρεξε προς το τελάρον. Ο δε Μανώλης κατακόκκινος, παρετήρει γύρω, ως να εζήτει μέρος διά να φύγη.

Έτυχέ ποτέ, αναγνώστα μου, αφού διήλθες την ημέραν αναγινώσκων μυθιστόρημά τι του μεσαιώνος, τα Κ α τ ο ρ θ ώ μ α τ α τ ο υ β α σ ι λ έ ω ς Α ρ θ ο ύ ρ ο υ ή τ ο υ ς Έ ρ ω τ α ς τ ο υ Λ α γ κ ε λ ό τ ο υ κ α ι της Γ ι ν έ β ρ α ς, ν’ αφήσης το βιβλίον να καταπέση και συγκρίνων την τότε εποχήν προς την παρούσαν να ποθήσης τους χρυσούς εκείνους χρόνους, ότε η ευσέβεια, ο πατριωτισμός και ο αγνός έρως επεκράτουν επί της οικουμένης; Ότε καρδίαι πισταί έπαλλον υπό θώρακας σιδηρούς και χείλη ευσεβή ησπάζοντο τους πόδας του Εσταυρωμένου; ότε αι βασίλισσαι, ύφαινον τους χιτώνας των συζύγων, αι δε παρθένοι έμενον έτη ολόκληρα εις τα δώματα των φρουρίων περιμένουσαι την επιστροφήν του μνηστήρος; ότε ο κλεινός Ρολάνδος απεσύρετο εις σπήλαιον αντικρύ του περικλείοντος την ερωμένην του Μοναστηρίου και εδαπάνα τριάκοντα έτη θεωρών το φως του παραθύρου της; Πολλάκις εκ τοιούτων αναμνήσεων εκυκλοφόρησε θερμότερον το αίμα και υγράνθησαν οι οφθαλμοί μου. Αλλ' ότε αφήσας τους ραψωδούς εζήτησα την αλήθειαν υπό την κόνιν των αιώνων, εις τα Χρονικά των συγχρόνων τους νόμους των βασιλέων, τα

Εκ τούτου συνέβαινεν ότι ευθύς μετά το πρόγευμα απεσύρετο μεν έκαστος ημών εις το δωμάτιόν του προς μεσημβρινόν ύπνον, μετά τινα όμως λεπτά έβλεπέ τις πάντας κατά σειράν συνερχομένους εις την εν τω κέντρω του ξενώνος μικράν αυλήν, ως εις το μόνον κατά τας θερμάς ώρας οπωσούν κατοικήσιμον μέρος.

Τοιαύτη υπήρξεν η διαγωγή του γέροντος αρματωλού. Ουδεμία δε απομένει αμφιβολία ότι άλλως ήθελε διεξαχθή το δράμα των Θερμοπυλών αν απ' αρχής ενίσχυε διά των δυνάμεών του τους συναδέλφους του ή αν επί τέλους δεν απεσύρετο εντός του περιβόλου της Αγάθωνας. Καταδιωχθείς δε και εκείθεν απήλθεν εις το χωρίον Δύο Βουνά τόπον της γεννήσεώς του.

Αυτό απεσύρετο, καθ' ην στιγμήν ήδη η Καρολίνα εξήρχετο και είπε: «Λουδοβίκε, δος το χέρι σου εις τον εξάδελφον». Το έκαμε με πολλήν ελευθερίαν και δεν ηδυνήθην, μολονότι η μικρή του μύτη ήτο γεμάτη μύξες, να μη το φιλήσω με όλην μου την καρδίαν. — Εξάδελφος είπα, ενώ της έδιδα το χέρι· πιστεύετε ότι είμαι άξιος της ευτυχίας να είμαι συγγενής σας — Ω, είπε με ελαφρόν μειδίαμα, η συγγένειά μας είναι πολύ εκτεταμένη, και θα ελυπούμην αν θα είσθε ο πλέον μακρινός συγγενής μας.

Και καθ' εκάστην η χήρα υπέφερε το μαρτύριον να θέλη και να μη δύναται να εκστομίση το μυστικόν το οποίον κατέκαιε την καρδίαν της. Ενίοτε μόνον απετόλμα, ενώ του ωμίλει, να προστρίβεται, ως γαλή, εις τα ενδύματά του, αλλ' αμέσως απεσύρετο με ταραχήν, ως να ήγγιζε φλόγα.

Ολίγη ώρα ακόμη, και ο Άνθρωπος έρριπτε το ξύλον κατά γης, και απεσύρετο συντετριμμένος από τον κόπον. Είχε καταβληθή διά της υπομονής. Πλησιάζω τότε προς τον Όνον και λέγω: — Ιδού εγώ· λάλει, σε ακούω, αδελφέ. Έντρομος ερωτά ο Όνος και χωρίς προς τα οπίσω να στραφή: — Έφυγεν ο Άνθρωπος; — Έφυγεν· είμεθα μόνοι. — Παρετήρησε καλά. — Έφυγε και είνε μακράν.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν