Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Όταν έκανε όρκο ότι ποτέ δεν είχε αγαπήσει τη Βασίλισσα μένοχο έρωτα, οι προδότες γελούσαν για την αδιάντροπη αγυρτεία του. Αλλά σας επικαλούμαι, Άρχοντες: σεις που ξέρετε την αλήθεια για το φίλτρο που ήπιανε στη θάλασσα, σεις που καταλαβαίνετε, — έλεγε ψέμματα; Το έγκλημα δεν αποδεικνύεται από το πράγμα, παρά από την κρίσι.
Σα φάγανε και ήπιανε, ο Μοναχάκης στριφογύρισε μια το κομπολόι στον αέρα. — Κάτι θα σου πω, Γιαλή, είπε. — Ό,τι θέλεις, Μοναχάκη. Χατήρι δικό σου δε χαλάει. — Το μπρίκι πούχεις στα σκαριά κάθισε στην καρδιά μου. — Το καμαρώνω εγώ που τώκανα, είπε ο Γιαλής. Πετυχημένο καράβι Όλα δεξιά μου ήρθανε σε τούτο το καράβι Δε βαρυγκώμησα μια στιγμή απάνω του.
Εφτύς νερό τους έχυσαν οι κράχτες να νιφτούνε, κι' οι νιοί κροντήρια με πιοτό γιομίσανε ως τα χείλια, 175 κι' όλους κερνούνε, απ' τους θεούς με τα καφκιά αρχινώντας Και στάξοντας, σαν ήπιανε όσο η καρδιά ζητούσε, σηκώνουνται απ' του βασιλιά να πάνε την καλύβα, ενώ πολλές τους έδινε ο Μέστορας ορμήνιες, όλα λεφτολογώντας τους, μα του Δυσσέα πρώτα 180 τούλεγε και του σύσταινε ότι μπορεί να κάνει και του Πηλιά τον άξιο γιο να φέρει στα νερά τους.
Την κουβέντα του θάχωμε τώρα; Πολύ του πάει. Πρόσταξε ένα εκατοστάρι ακόμα. Το ήπιανε και σηκωθήκανε να φύγουν. Αυτό ήταν όλο! Σαν έγινε το κακό, οι δυο φίλοι θυμηθήκανε τα χθεσινά. — Δε στώλεγα εγώ, Γιώργη μου; Καλύτερα να σε πηγαίναμε στη σπετσαρία. Τα βλέπεις τώρα; Είπε ο Βαγγέλης, καθώς απιθώσανε, με τα πολλά τα βάσανα, τον χτυπημένο στο κρεββάτι, και κύτταζαν να τον συγυρίσουν.
Ύστερα θυμήθηκε μια μέρα, ανήμερα των Ταξιαρχών — στην Αθήνα. Ο παπάς γιόρταζε και είχανε τραπέζι το βράδυ. Δεν ήτανε πια κοπέλλα, ούτε νέα καλά — καλά. Είχε πατήσει τα τριάντα. Αφού φάγανε και ήπιανε, αρχίσανε την ψαλτική, τα τροπάρια. Άλλο τραγούδι δεν ήθελε ο παπάς στο σπίτι.. Πότε περάσανε τριάντα χρόνια!
Εκείνοι τον βιάσανε να κάτση. Ίσια-ίσια για να τ' αλλάξουνε λιγάκι το κακό κέφι. Ήπιανε ένα κρασί στα βουβά. Ο Γιώργης δε μιλούσε καθόλου. Εκεί που στρήβανε από ένα τσιγάρο, τους ζύγωσε ο Σταύρος ο Γιαννακός. — Γεια σας! — Γεια σου! του είπαν οι άλλοι δύο. Ο Γιώργης έσκυψε και σάλιωσε το τσιγάρο του δίχως να τον καλησπερίση. — Στο χωριό σου δεν καλησπερίζουνε; του είπε προκλητικά ο Σταύρος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν