United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι άμα ξαλάφρωσε από την πίκρα το Λάμωνα και τους δικούς του και τους εγέμισε χαρά, και θροφή εδοκίμασε και πήγε για ύπνο, όχι όμως δίχως δάκρυα κι αυτόνε, μόνο παρακαλώντας να ξαναϊδή τις Νύμφες στ' όνειρό του και νάρθη γλήγορα η μέρα, που του έταξαν τη Χλόη. Η νύχτα εκείνη του φάνηκεν ότι ήτανε πιο μεγάλη από όλες. Και τούτα γίνανε στο διάστημά της.

Λέγουσι δε οι αυτοί Δήλιοι ότι η Άργη και η Ώπις, παρθένοι εκ των Υπερβορείων, διελθούσαι διά των αυτών χωρών, έφθασαν εις την Δήλον προ της Υπερόχης και της Λαοδίκης και ότι έφερον εις την Ειλείθυιαν, χάριν του ευκόλου τοκετού των γυναικών, τον φόρον τον οποίον έταξαν. Προσθέτουσι δε ότι η Άργη και η Ώπις ήλθον ομού με αυτούς τους θεούς και ότι εδόθησαν εις αυτάς άλλαι τιμαί παρά των Δηλίων.

Ως και τη Φιλιππούπολη την κυρίεψαν ύστερ' από μάχη πολύ φονικιά. Και μόλις παραδεχτήκανε να μεταγυρίσουνε στα βορεινά τους λημέρια μαζί με σκλάβους και μ' άλλα αρπάγματα, όταν τους έταξαν οι Ρωμαίοι χρονιάτικο δόσιμο. Περνούνε δεν περνούνε μερικοί μήνες, και σαν τις ακρίδες πέφτουνε καταπάνω στις ίδιες χώρες αρίθμητα πλήθη, κι όχι πια Γότθοι μονάχα, μα και Σκύθοι, κι άλλοι.

Ο δεσπότης ο Φιλόθεος εβαρέθη στο λαιμό, στον πόλεμο, και σε δέκα μέραις επρίστηκε και πέθανε και ο Κούρμας εσκοτώθη. Ήρθαν οι Τούρκοι και έδιωξαν τους Βενετσιάνους και εγώ με άλλους πολλούς αγκαλά και μας έταξαν οι Τούρκοι με όρκο να μη μας πειράξουν, έφυγα με το αδέρφι μου το Γηώργη και με κάτεργο του καπετάν Στάθη Βλαστού ήρθα σε τούτο το νησί της Ζακύνθου.

Τούτων δε των αποστατήσεων αίτιοι ήσαν αυτοί οι σύμμαχοι· διότι οι περισσότεροι εξ αυτών, ένεκα της προς τας εκστρατείας οκνηρίας των και διά να μη εξέρχωνται από τας πατρίδας των έταξαν να δίδουν αντί πλοίων την αντιστοιχούσαν δαπάνην.

Εν θαυμασμώ και προσδοκία οι Απόστολοι εκέλευσαν το πλήθος ν' ανακλιθώσιν επί της πρασίνης χλόης. Τους έταξαν εις ομάδας ανά πεντήκοντα και εκατόν. Οι άνθρωποι «ανέπεσαν πρασιαί πρασιαί» ή «συμπόσια συμπόσια», κατά τας γραφικάς εκφράσεις των Ευαγγελιστών.

Διότι ο Λάμπρος ο Βατούλας και ο Μανώλης ο Πολύχρονος, αυτοί που είχαν το λύειν και το δεσμείν εις τα δύο κόμματα, του έταξαν «φούρνους με καρβέλια» δώσαντες αυτώ ουχί πλείονας των είκοσι δραχμών μετρητά απέναντι, καθώς του είπαν, και παρακινήσαντες αυτόν να εξοδεύση κι' απ' τη σακκούλα του όσα θέλει, άφοβα, διότι θα πληρωθή μέχρι λεπτού, σύμφωνα με τον λογαριασμόν ον ήθελε παρουσιάσει.

ΒΑΓΚΟΣ Ιδού, τα έχεις: Βασιλεύς και Καουδώρ και Γλάμης, τα πάντα όσα έταξαν αι τρεις των. Και φοβούμαι ότι το παν επρόδωκες διά να τ' αποκτήσης! Αλλ' είπαν δεν θα τα χαρή αυτά η γενεά σου, κ' εγώ θα γείνω κεφαλή και ρίζα βασιλέων.

Ημείς δεν καταδεχόμαστε, μπαρμπα-Διοματάρη να κάνουμε της δουλειαίς, που κάνει ο Μανώλης ο Πολύχρονος. — Δεν το καταδιώχνετε! ανεκάγχασε σκληρώς ο τραχύς ναύτης. — Ναι, αυτό που σου λέω εγώ. Δεν μου λες, μπαρμπα- Διοματάρη, στην άλλη εκλογή επήρες παράδες απ' το Μανώλη; — Εγώ να πάρω παράδες; είπε βλοσυρός ο γέρων πορθμεύς· εμένα μου έταξαν να βγάλουν την σύνταξίν μου.

Αυτά ενόμισα «καλόν να τα κοινοποιήσω εις εσέ, την αγαπητήν σύντροφον «των μεγαλείων μου, διά να μη στερηθής ό,τι σου ανήκει «από την χαράν μου, μη γνωρίζουσα τι μεγαλείον ακόμη σε «περιμένει. Κρύψε τα αυτά εις την καρδίαν σου και υγίαινε». Ιδού που είσαι Καουδώρ και Γλάμης, και θα γείνης κι' ό,τι σου έταξαν!