Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025


Σεΐζη, σιάσε τ' άλογο,... πάρε καλίγωσέτο,... Βάλτ' ασημένια πέταλα, καρφιά μαλαμματένια, Βάλτου περίσσια την ταή, τη μεταξένια σέλλα, Και τα βαρηά τα φάλαρα, τι θάγω μοναχός μου. — Πού θε να πας, αφέντη μου, με τέτοιο κακοκαίρι; Η μέρα παίρνει να σωθή κ' έρχεται η μαύρη νύχτα, Ο κάμπος όλος έκλεισε και τα βουνά χιονίζουν.

Βάν' ασημένιον αργαλειό κ' υφάδια μεταξένια, Βάν' σαΐταις μάλαμμα και φιλτισένια χτένια, Κι' αγάλια-αγάλια ύφαινε και ψιλοτραγουδούσε. Από το βρόντο τ' αργαλειού κι' απ' τον ηχό της κόρης Ο ήλιος εσταμάτησε, δεν πάει να βασιλέψη.

Ήτονε σχεδόν παιδί ακόμα, που δεν έδειχνε πως τάχε κλεισμένα τα δεκάξη, καθώς έλεγε η θεια, ένα κοριτσάκι με κοντό φουστανάκι, απαλό και στρουμπουλό σαν κάτι άσπρες γατίτσες που νομίζεις πως δεν έχουν κόκκαλα. Είχε μεταξένια καστανά μαλλάκια με λάμψεις χρυσές και χείλια κόκκινα και υγρά, μισανοιγμένα σαν ανθόφυλλα. Σαν κάποιο ξημέρωμα γλυκό ήτον απάνω της, αλάλητο.

Σκουλαρήκια περίλαμπρα και μεγάλα· αρμαθιές μαργαριτάρια και διαμάντια κρεμασμένα κι από τα δυο τα μηλίγγια, που κατέβαιναν ως τα μάγουλα και λαμποκοπούσανε· στήθια και πλάτες ολομέταξη και διάφανη σκέπη· μέση περιζωσμένη με χρυσοκόλλητη και μαργαριτοσκέπαστη ζώνη· πέδιλα στα πόδια μεταξένια ή βυσσινιά χρυσοξόμπλιαστα.

Ολόγυρα το νερό πηχτό, σταχτοπράσινο σαν θαμπό κρύσταλλο τον εψηλαφούσε από παντού, τον έδενε σε μεταξένια βρόχια και σύγκαιρα του έδειχνε τον χιλιόμορφον κόσμο που τρέφει και συντηρεί στο φοβερό κράτος του.

Στη μεγάλη πρασινωπή μεταξένια γραβάτα του ένας αμέθυστος έρριχνε κοιμάμενες λάμψεις. Τα γάντια του τα γκρίζα, τα λεπτά, τόσο λεπτά που να φαίνωνται σχεδόν διαφανή, σαν χυτά γύρω σε χαριτωμένα χέρια. Ένα λουλούδι, από τα ορχεοειδή κρεμόταν τσακισμένο στην μπουτονιέρα της ρεδιγκότας του. Κάθισε δίχως ν' ακούση τις συστάσεις και μ' έναν τόνο εξηντλημένο παρακάλεσε την κ.

Θα μου χαμογελάσης τότες πιο σκανδαλιάρα κι αθώα μαζί, και τρελλός θα σου πάρω σαν τότες το πρώτο φίλημα απ' τα ζεστά σου χείλη, και θα χαμηλώσης τα μεγάλα μαύρα μάτια σου με τα κατάμαυρα μεταξένια ματοβλέφαρά σου και τα φαρδειά τους καγγελωτά φρύδια.

Μια λυγερήτον αργαλειό υφαίνει τα προικιά της, Πώχει ασημένιον αργαλειό κ' υφάδια μεταξένια, Πώχει σαΐταις μάλαμμα και φιλτισένια χτένια. Κάθε που ρίχτει σαϊτιά λέει κ' ένα τραγούδι, Κι' από το βρόντο τ' αργαλειού κι' απ' τον ηχό της κόρης Ο ήλιος εσταμάτισε, δεν πάει να βασιλέψη.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν