United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρέπει να το πίνετε σκέτο το κρασί σας· και για να πυκνώση το αίμα σας που είνε πολύ αραιό, πρέπει να τρώτε χονδρό βωδινό, χονδρό χοιρινό, καλό ολλανδικό τυρί, σιμιγδάλι, ρύζι, κάστανα, και μπουρεκάκια για να κολλούν και να γλυστρούν. Ο γιατρός σας είνε ζώον. Θα σας στείλω ένα του χεριού μου και ενόσω θα μένω εδώ, θάρχωμαι από καιρού εις καιρόν να σας βλέπω. ΑΡΓΓΑΝ Θα με υποχρεώσετε πολύ.

Μείνανε μερική ώρα όλοι τους αμίλητοι, όλοι στεκάμενοι ο ένας αντίκρυ του άλλου, μες στο χαμώγι. Κι ότι σάλευε ο Πανάγος τ' αχείλι του κάτι να πη, κάτι να μουρμουρίση, χτυπάει αποπάνω η γριάείταν ανήμπορη αυτή κ' έμενε σπίτικαι φωνάζει πως να μην κρυώση ο καφές. Ανέβηκαν, κι άλλαξαν ομιλία. Ελιές, μαζώματα, λαγούς, κάστανα, κυνήγι, Τούρκους, τουφεκιές, μπαλλοτές, κ' έτσι πέρασε κάμποση ώρα.

Κυττάζει και βλέπει υψηλά επάνω εις τα κλαδιά κρεμασμένο το καλαθάκι της. Και η γη κάτω είχε σκεπασθή όλη από κάστανα. Εγέμισε το μεγάλο της καλάθι, εγέμισε την ποδιάν της και επήρε της όρνιθες εις το χέρι Δεν ήτο πλέον μακράν από το σπίτι· η θάλασσα εγυάλιζε πλησίον και διέκρινε τώρα εις την ακροθαλασσιάν την καλύβα της.

Ετύχαινεν όμως να διαβαίνω από κει και τες σκόλες κανέν' απόβραδο, πώβγαινα κατά την Καραβατιά, είτε για τα καστανά και γλυκά και μεγάλα και μυγδαλοσχισμένα μάτια των κορασιών της.

ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Στρογγύλον μέχρις ελαττώματος. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ως επί το πλείστον είναι ευήθεις οι τοιούτοι. — Τι χρώμα έχουν τα μαλλιά της; ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Καστανά, κυρία, και το μέτωπόν της τόσω χαμηλόν όσον ήθελε το επιθυμήση . ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ιδού, λάβε χρήματα. Μη παρεξηγήσης την πρώτην μου παραφοράν· θα σε μεταχειρισθώ και πάλιν· σε ευρίσκω πολύ κατάλληλον διά την υπηρεσίαν ταύτην.

Τον έχει ξετρελλάνη τον πτωχόν η Μάρω, η παχουλή εκείνη με τα γλαρά μάτια, το ροδοκόκκινο πρόσωπον, τα καστανά μαλλιά και την γλυκείαν φωνήν βοσκοπούλα! τον έχει πεθάνη με τα καμώματά της! Έκτοτε εις καμμίαν γυναίκα δεν δίδει προσοχήν· μόνη γυναίκα εις τον κόσμον είνε η Μάρω του. . . Μόλις ήκουσε τας τελευταίας λέξεις του Γενάρη: — Μπα! είπε· δε δίνω ένα παρά εγώ.

Εξοχή άδενδρος πλησίον του Φόρες. Κεραυνοί. Εισέρχονται αι ΤΡΕΙΣ ΜΑΓΙΣΣΑΙ. Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Πού ήσουν αδελφή μου; Β’ ΜΑΓΙΣΣΑ Χοίρους έσφαζα. Γ’ ΜΑΓΙΣΣΑ Συ, αδελφή, πού ήσουν; Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Μία ναύτισσα εις την ποδιά της μέσα είχε κάστανα κ' εμάσσα, 'μάσσα 'μάσσα. — Δος μου, λέγω της. — Κρημνίσου, στρίγγλα, λέγει, πήγαιν' απ' εδώ Και μ' έδιωξ' η βρωμούσα, η αχόρταγη!

Και παρεκάλεσε τον Κομποδήμον είτα να της σχίση ολίγα ξύλα, διά να έχη μικρά και ευκολοβόλευτα διά τας εορτάς, ότι συνήθιζεν αργά να κάθηται ο Μπάρμπα-Σταύρος παρά την εστίαν κρατσανίζων κιδώνια ευώδη, ή τρώγων κάστανα και πίνων από το ωραίον κρασί του το μοσχάτο. Είχε παρέλθει το δειλινόν. Έξω ηκούετο θόρυβος και ταραχή εν τη αγορά χιονοβολουμένων των ναυτικών διά την καλή χρονιά.

Γάλα όμως πρόβειο και μυζήθρες και καρύδια και κάστανα και γουρουνάκια κι αυγά, σου τα δίνουν οι Κρητικοί με την παλληκαρήσια καρδιά τους, και το χαίρουνται ολόψυχα σαν τα καλοδέχεσαι. Να μη σου τα πολυλογώ, τα ταιριάξαμε με τα δυο ταδέρφια, και τους πήρα μαζί μου στο ταξίδι.

Είδεν, ότι ήτο γεμάτη καρπόν· εγνώριζεν ότι ο καρπός της καστανιάς είναι απ' έξω σαν μία αγκιδωτή σφαίρα και μέσα έχει δύο ή τρία κάστανα η κάθε μία. — Τι καλά, εσυλλογίσθη, η Βασιλική αγαπά τα κάστανα, θα ανεβώ να της κόψω ολίγα. Δεν επρόφθασεν όμως, πέντε πουλάκια με κελαδήματα χαράς επετάχθησαν μέσα από το δένδρον και με το ράμφος των άνοιγαν τον καρπόν και τα κάστανα έπεφταν κάτω.