United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' υπέρ πάσας όμως τας άλλας, υπέρ την ορθρίζουσαν μουσικήν των ερρίνων κραυγών των σαλεπτζήδων και τας οξείας φωνασκίας των εφημεριδοπωλών, όπερ το εύχαρι και πλήρες ζωής θέαμα των εις τα σχολεία ταχυβατούντων παιδίων και κορασίων, και των από της αγοράς ερχομένων οψοκόμων, έν ιδίως ανεκλάλητον και απερίγραπτον, αλλά τακτικώς όμως καθ' ημέραν επαναλαμβανόμενον θέαμα ελκύει το βλέμμα του διαβάτου και ανακόπτει πολλάκις το βήμα του.

Μετά είκοσιν έτη ακόμη ευρίσκομεν τον Στάμον χηρευμένον από την πρώτην σύζυγον, εισελθόντα εις δεύτερον γάμον. Έκαμε και από τας δύο πολλά τέκνα, με πλεονασμόν των κορασίων, ως συνήθως. Αι υποθέσεις δεν επήγαν καλά· όλοι οι &κάπηλοι& και οι μικρέμποροι του τόπου ήσαν φοβεροί τοκογλύφοι.

Ετύχαινεν όμως να διαβαίνω από κει και τες σκόλες κανέν' απόβραδο, πώβγαινα κατά την Καραβατιά, είτε για τα καστανά και γλυκά και μεγάλα και μυγδαλοσχισμένα μάτια των κορασιών της.

Μετ' ολίγα δευτερόλεπτα, η γραία ήκουσεν όπισθέν της κρότου θύρας ανοιγομένης, και ασθενή φωνήν. Εστράφη. Η θύρα της καλύβης είχεν ανοιχθή. Η άρρωστη γυνή, η μήτηρ των δύο κορασιών, ωχρά, και τυλιγμένη με μαλλίνην σινδόνα, ομοία με φάντασμα, ίστατο εις το χάσμα της θύρας. — Τι είναι; είπε μετά τρόμου η πάσχουσα γυνή.

Σέλω νάναι πουλύ, πουλύ μεγάλη! είπεν ο μικρός. — Μεγάλη γρηά, ίσα μ' εμένα, είπεν η Φραγκογιαννού. Εν τω μεταξύ, το μικρότερον των δύο κορασίων, το Δαφνώ, καθώς εκύτταζεν εναλλάξ τον λύχνον και την Φραγκογιαννού με τεθηπός βλέμμα, ως να υπνωτίσθη από το όμμα της γραίας, ενύσταξε, έγειρε το κεφαλάκι του προς την εστίαν, και απεκοιμήθη.

Ετύχαινεν όμως να διαβαίνω από κει και τες σκόλες κανέν' απόβραδο, πώβγαινα κατά την Καραβατιά, είτε για τον βουνίσιον αέρα της, είτε για το κρύο νερό της, είτε για τα καστανά και γλυκά και μεγάλα και μυγδαλοσχισμένα μάτια των κορασιών της.

Ενθυμείτο ότι και άλλοτε συνέβη, η γραία, μεταξύ γυναικών και γραϊδίων της γειτονιάς, να εκφράση, μετά σείσματος εκφραστικού της κεφαλής, εις ώρας καθ' ας εγίνετο λόγος περί της μεγάλης πληθώρας των νεαρών κορασίων, περί της σπάνεως, περί του ξενιτευμού και των υπερμέτρων απαιτήσεων των γαμβρών, περί των βασάνων όσα υπέφερε μία Χριστιανή διά να αποκαταστήση «τ' αδύνατα μέρη», τουτέστι τα θήλεα, να εκφράση, λέγω, παραπλήσια αισθήματα.

Την καμάραν δεν την εχόρευσαν καμμίαν ημέραν της Διακαινησίμου. Και τόσον τας έθελγεν ο σεμνός ούτος χορός! Ήτο το μόνον εκ των του κόσμου τερπνών, όπερ επενήργει επί της τρυφεράς καρδίας των. Ο ηρέμα κινούμενος εν λαμπρά μεγαλοπρεπεία κύκλος εκείνος της καμάρας είχε τι το εξαρτικόν εν τη πραεία των κορασίων φαντασία.

Τώρα, γυιε μου, εγώ να σου κάμω γρηά, είπε τυχαίως η Φραγκογιαννού. — Δεν έχουμε αλεύρι, θεια, είπε το μεγαλείτερον εκ των δύο κορασίων. — Καλά· να έλθη ο πατέρας, να φέρη αλεύρι, είπεν η Φραγκογιαννού προς το παιδίον, κ' εγώ να σου κάμω «γρηά»! Ησύχασε τώρα. Αλλά το αγόρι δεν τα ήκουεν αυτά. — Γρηά θέλω, και νάνε ζαρωμένη γρηά! Νάχη και πετμέζι!

Η οξυδερκής μήτηρ δεν εβράδυνε να εννοήση εκ της συμπεριφοράς του Κ. Λιάκου, ότι δεν τον ηυχαρίστει μεγάλως η παρουσία των κορασίων και τα έστειλε να παίξουν, επισπεύδουσα την αμοιβήν της επιμελείας των. — Τι έχομεν πάλιν; ηρώτησεν άμα έμειναν μόνοι. Τι τρέχει; — Ποίος είπεν ότι τρέχει τίποτε; — Αι δα, ωσάν να μη σε γνωρίζω! Φαίνεται απ' εδώ έως εκεί, ότι έχεις να μου είπης κάτι σπουδαίον.