Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Μετ' ολίγα δευτερόλεπτα, η γραία ήκουσεν όπισθέν της κρότου θύρας ανοιγομένης, και ασθενή φωνήν. Εστράφη. Η θύρα της καλύβης είχεν ανοιχθή. Η άρρωστη γυνή, η μήτηρ των δύο κορασιών, ωχρά, και τυλιγμένη με μαλλίνην σινδόνα, ομοία με φάντασμα, ίστατο εις το χάσμα της θύρας. — Τι είναι; είπε μετά τρόμου η πάσχουσα γυνή.

Ενίοτε κόρη καταμόναχη τραγουδεί, θαρρείς, επάνω εις τον υψηλόν κόντραν, κόρη τον ταξειδεύοντα μνηστήρα ονειροπολούσα. Κατόπιν μήτηρ κλαίει τα παιδάκι της μέσα εις ταις γάμπιαις τυλιγμένη, αόρατος. Στιγμάς τινας εξέχει οξύτατος ο ήχος της γλυκυτάτης φλογέρας, επάνω εις το πανύψηλον φλέσι, ως νεαρού βοσκού κελάειδημα από του ύψους όρους.

Αντίο, αυτή τη φορά έφευγε στ’ αλήθεια και τακτοποίησε όλα τα πράγματα μέσα στην καλύβα: τα αγροτικά εργαλεία στο βάθος, την ψάθα τυλιγμένη στο πλάι, τη χύτρα αναποδογυρισμένη επάνω στη σανίδα, το δεμάτι με τα βούρλα στη γωνία, την εστία σκουπισμένη: όλα σε τάξη, όπως αρμόζει σ’ έναν καλό υπηρέτη που φεύγει και λογαριάζει την καλή γνώμη που θα σχηματίσει ο αντικαταστάτης του.

Κοιμάται κ' η σκούνα, τυλιγμένη μέσα εις αεροειδή πέπλον. Κι' αν εξυπνήση η θάλασσα μια φορά! Κι' αν εξυπνήση κ' η σκούνα μια φορά! — Ν' αρμένιζα μαζί της! Με τα πανιά! Το γνήσιον, το αληθές, το καθ' αυτό ταξείδι. Με τα πανιά! Άρρητος ο πλους, αχόρταστος η απόλαυσις, τρυφερά η συγκίνησις. Με τα πανιά!

Και όμως, όλην αυτήν την χαράν της γραίας ηλάττωνε μία θλίψεως γραμμή, βαθεία χαραττομένη εις το λευκόν της Θωμαής πρόσωπον, την οποίαν μετά προσοχής απέκρυπτεν εκείνη, υπό την μανδήλαν της την πολίτικην τυλιγμένη.

Καταπεσμένη μάνα τόρα αμαρτωλή, η αφρόπλαστη παρθένα του χωριού, των κοριτσιών η ζήλια πριν και το κρυφό καμάρι των λεβέντηδων αρωστημένη τόρα και αδύνατη, σούφρα και κατακίτρινη, με το ένα πόδι στον τάφο, αγκομαχά και κοίτεται στο φτωχικό τους παραγώνι σύγξυλη, μες τη βαριά της λεχωνιά η Αριστούλα η ορφανή·συντροφεμένη δίπλα της από μιαν άλλη αθώα και άπλερη ορφανή, τη νειογέννητη μικρή αμαρτωλή, που τυλιγμένη μες την αμαρτία της την έφερε στον κόσμο.

Παρετήρησε τότε, και ούτε είνε καλά τυλιγμένη εις το μασούρι. Αμέσως έφερεν η γειτόνισσα όλα τα μασούρια και μόνη της εδιάλεξεν ένα με την πειο ίσια, με την πειο γερή κλωστή, το επέρασεν εις την σαΐταν της. Αλλά, δύο τρεις, τέσσαρες φορές η κλωστή έσπασε, και ούτε ένα δάκτυλο πανί δεν είχε ακόμη υφασμένο. Ας δοκιμάση η δευτέρα, είπεν ο συμβολαιογράφος.

Το όλον της εφαίνετο ως όνειρον. Μόνον έσφιγγε τους οδόντας και ηπόρει πώς δεν ησθάνετο ακόμη πόνον. Αλλά μετ' ολίγα δευτερόλεπτα, ησθάνθη οξείαν αλγηδόνα. Την ιδίαν στιγμήν, η θύρα εβυθίσθη προς τα έσω. Ο είς χωροφύλαξ εισεπήδησε μετά κρότου εις το πάτωμα. Η Αμέρσα δεν ανεσήκωσε την κεφαλήν, έκυπτε και ήτο τυλιγμένη έως την μύτην εις το πάπλωμα.

Όλως διόλου, είπεν ο Κέβης. Αλλά νομίζω βέβαια, εξηκολούθησεν ο Σωκράτης, ότι θα αφήση το σώμα τυλιγμένη με εκείνο το οποίον έχει μορφήν σώματος, το οποίον και η συναναστροφή και η συνεύρεσις με το σώμα, επειδή πάντοτε ευρίσκετο μαζί με αυτό και το επεριποιείτο πολύ, κατέστησαν εις αυτήν ωσάν φυσικόν. Βέβαια, είπεν ο Κέβης.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν