United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μήστητί μου Κύριε! Δεν παίρνεις κανένα κοριτσάκι να σου βοηθάη στη χοντρή δουλειά, αφού δεν έχεις την υγειά σου ; Εσείς τον τρόπο σας τον έχετε. Ναν’ καλά ο άντρας σου! Δυό νοματέοι είσαστε. Από παιδιά κι από σκυλλιά έτσι κ’ έτσι δεν έχεις φόβο. Αυτό να το βγάλης απ’ το νου σου.

Εκείνος έφυγε, αλλά για άλλη μια φορά ακόμη η καρδιά του χτυπούσε δυνατά και του φάνηκε πως τα χτυπήματα στην εξώπορτα αντηχούσαν μέσα στα σωθικά του. Κεφάλαιο δέκατο έκτο Ήταν η Νοέμι που του άνοιξε. Ο Έφις την είδε να εμφανίζεται μπροστά του, στο γλαυκό φόντο της αυλής, ψηλή ψηλή, λεπτή, με το πρόσωπο χλωμό: η Λία κοριτσάκι, η Λία αναστημένη.

Άρχισε να τρέχη έξαφνα ακράτητη, σα νάχε κάμη φτερά, μέσα στα γρασίδια. . . . Έσκυβε κ' έκοβε ένα λουλούδι και πάλι σηκωνότανε γλήγορα κ’ έτρεχε και ξανάσκυβε παρακάτω, σα να την έστελνε τόνα λουλούδι στάλλο με μαντάτα, ή λες και φοβότανε μήπως φύγουν από 'κει που στέκονταν ή μαραθούν-και δεν τα προφθάση. . . Ο Νίκος ερχόνταν αποπίσω με το βήμα ανοιχτό, κρυφοπηδούμενο, με το πρόσωπο σαν ανθισμένο από μίαν ευτυχία πούχε ξεσκάσει μονομιάς απ’ όλα τα μπουμπούκια: κάθε τόσο, άθελα το κορμί του έκανε μπροστά να τρέξη μαζί με τη Λιόλια, να πάη κοντά της-μα πάλι σιγάλευε τα βήματτα του λες και τα βάραινε η πολλή χαρά Τρέχε, κοριτσάκι! τρέχε ! και σκύβε βαθιά στο χώμα και μάζευε τα λουλούδια της χαράς σου, μήπως και σου μαραθούν και δεν τα προφθάσης!. . . Και πάλι τρέξε ! Σε κυνηγά η μοίρα σου· κ' εκεί που πας τρέχοντας, πάλι θα τηνέ βρης να σε περιμένη. . . Αχ, η μοίρα των κοριτσιών! αλάλητη ευτυχία είναι ή χαλασμός ;-ή και τα δυο μαζί !. . . Κόβε λουλούδια, κοριτσάκι, κόκκινα λουλούδια σαν το αίμα των παρθένων και σα χείλια που τα ματώνουν τα φιλιά ! Μάζευε κίτρινα άστρα σαν τουρανού, γιατί σε λίγο η ψυχή σου θα γίνη ουρανός κι αυτά θα τη φωτίσουνε!

Τα παιδιά εκρατούσαν τη γιαγιά αγκαλιασμένη και τα χέρια της, το ένα δεξιά το άλλο ζερβά, ήταν ακουμπισμένα στους ώμους των. Έβλεπε πότε το ένα πότε το άλλο με το ουράνιό της χαμόγελο. Η μελωδική ψιλή φωνούλα έψαλλε το «Χριστός γεννάται». Έξαφνα η γρηά έκλινε το πρόσωπο στο κοριτσάκι σαν να θελε να το φιλήση κ' έμεινε ακίνητη . . . — Μάννα! την επλησίασε και της είπε η κόρη.

Ένα κοριτσάκι, θυγάτηρ του αρχαίου λοστρόμου των, την συνώδευσε. Τρεις ώρας έκαμαν ν' αναβώσι τον υψηλόν λόφον. Η ημέρα ήτο ωραία.

Η μικρότερα, συμπαθητικό κοριτσάκι, έως δώδεκα χρόνων, από πολύ πρωί εβοήθει την μητέρα της εις το ποτάμι να πλύνη, και έτρεξε καθώς ήτο με το βαμβακερό φόρεμα της εργασίας της. Πρώτην προσεκάλεσεν ο συμβολαιογράφος να καθίση εις τον εργαλειό την μεγαλειτέραν.

Κ' η Λιόλια το κρατούσε στην αγκαλιά της ολημέρα: κι αλήθεια σαν κούκλα ήτονε μέσα στα χέρια της που κι αυτή κοριτσάκι ήτον ακόμα κ' έδειχνε σαν κοριτσάκι πούπαιζε κ' έκανε τη μητέρα. . . Και την έσφιγγε η Λιόλια που δεν έπαιζε ποτέ της κούκλες την κερένια της την κούκλα μ' όλο το πάθος που αισθάνονται τα κοριτσάκια για τις μεγάλες κούκλες τους.

Όταν παντρεύτηκε, ορφανή κ' έρημη, ένα όμορφο κι' άξιο παλικάρι, είπε πρώτη φορά μέσα της με καμάρι: «Ας μου χαρίση ο Θεός τον καλό μου και να ξεχάσω όλες τις πίκρες μου». Σα να στραβοάκουσε ο Θεός την προσευχή της, μέσα σε δύο χρόνια της τον πήρε αφίνοντάς την χήρα με δυο ανήλικα παιδιά, ένα κοριτσάκι κ' ένα αγόρι. «Δόξα σοι ο Θεός και μη χειρότερα», είπε.

Μακάρι να μη μας την κάμη ξένος αυτή τη χάρη! Αλλού, αλλού ας κοιτάξουμε, αλλού ας κρυφοπετούμε. Ορίστε αντίκρυ μας μεγάλο σπίτι κι αρχοντικό. Σπίτι πολιτισμένο, και σαν τα ρομάντσα τους, από την Ευρώπη φερμένο. Εκεί, εκεί που ανοίγει η θύρα και βγαίνει ένα κοριτσάκι να πάη Σκολειό. Πρόβαλε κ' η μάννα και το κατευοδώνει. Πανώριες δεν είναι, μήτ' η μια μήτ' η άλλη.

Δε θα κάμουν οι δασκάλοι, αφτή η γλώσσα να μην υπάρχη, αφού υπάρχει, ακόμη κι αν τους αρέσει να φωνάξουν πως δεν υπάρχει γλώσσα. Και τώρα που την έχει ο λαός, θέλουνε να του τη σηκώσουν και να του καθίσουνε μιαν άλλη με το ζόρι, που μήτε ίδιοι τους δεν τη μιλούνε, μήτε ο λαός μπορεί να την καταλάβη. Αφτή τη γλώσσα, κοριτσάκι μου, ναγαπάςαφτή τη γλώσσα να γράφουμε, για να μας διαβάζης.