United States or China ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επί τρεις μήνας και πλέον την εδιάβαζεν ο ιερεύς της Παναγίας της Κεχρεάς, και κατ' αρχάς αι φωναί της ήσαν ακατάληπτοι. Ύστερον όμως ο τραυλισμός εμετριάσθη, και ηδύνατο μετά δυσκολίας να εκφράση τι επεθύμει. Αλλά πέπλος βαθύς ηπλώθη επί της διανοίας της, όμοιον μ' εκείνον όστις έκρυπτε τους χαρακτήρας της μορφής της Καντίνας. Η πενθερά της «την είχε 'μόσιμο», τόσον πολύ την ηγάπα.

Και αυτή, την νύμφην της, «την είχε 'μόσιμο». Ηδύνατο να ακούη τοιούτον κακόηχον κρωγμόν; Μίαν ημέραν έχασε την υπομονήν και της λέγει: «Για να σου πω, γειτόνισσα, δεν μ' αρέσει να μ' το λες αυτό». Τότε η γραία στραφείσα της απεκρίθη: «Το ξέρω δα πως αμόνεις στ' όνομά της, γειτόνισσα· μα ησύχασε· το όνομά της δε θα χαθή!».

— Η μαμμίτσα μου, μητέρα, την ακούω εγώ πολλαίς φοραίς, που λέει της θειά-Περμάχους πως σ' έχει 'μόσιμο. Δεν μου λες, μητέρα, τι θα πη αυτό, να έχη κανείς έναν άνθρωπο 'μόσιμο; — Θα πη, παιδί μου, εμορμύρισεν η ημίπληκτος, πως αμόνει τάχα στ' όνομά του. — Και τι θα 'πη ν' αμόνη στ' όνομά του; — Θα 'πη να παίλνη όλκο στ' όνομά του, πώς λένε καμπόσοι, μα τον Θεό, μα την Παναγιά...

Και η γραία Παντελού ήτο απαρηγόρητος, λέγουσα ότι δεν ήθελε «να χάση την νυφούλα της, όπου την είχε 'μόσιμοΚαι η γειτόνισσά της η Περμάχου ηγωνίζετο να την παρηγορήση επαναλαμβάνουσα ότι «θα φάη κι' άλλη ψωμί!».