Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Ο Μανώλης, όστις εξηκολούθει να σιωπά, κάτω νεύων, εγέλασε με το πάθημα του συναδέλφου του και εξεθαρρεύθη ολίγον με τον πατέρα του, από τον οποίον τον εχώριζεν αίσθημα ψυχρότητος και φόβου. Το μικρόν δ' εκείνο ξεθάρρευμα επωφελήθη ο Σαϊτονικολής διά να του παραστήση ότι ήτο καιρός πλέον ναφήση τα πρόβατα, διά να έμβη κιαυτός εις την τάξιν των ανθρώπων.

Αν μόνον κατά τας ώρας της σχολής αυτού παρεδίδετο εις τον ηδυπαθή τούτον βίον, ο κόρος και η εξάντλησις ήθελον συνετίση αυτόν, αλλά να σπαταλά τον χρόνον, όστις επιτάσσει εις αυτόν ναφήση τας διασκεδάσεις και να σκεφθή περί του ιδίου και του ημετέρου συμφέροντος, τούτο σημαίνει ότι είνε άξιος της τιμωρίας εκείνης, ην επιβάλλουσι συνήθως εις τους νεανίσκους, οίτινες έχουν μεν αρκούσαν μάθησιν, θυσιάζουν όμως την πείραν αυτών εις τας εφημέρους ηδονάς και γίνονται αποστάται της λογικής.

Γι' αυτό δεν μπορούσε κανένας μας ναφήση τον άλλον νακολουθά το δρόμο του και να δεχτή καρτερικά τον κλήρο της ζωής, που λέγεται απομόνωση. Γι' αυτό δεν μπορούσε να μην αιστάνεται καθένας μας μια πίκρα όταν έβλεπε πως ψεύτιζε η ελπίδα του.

Εννοείται πως η μαμά αγαπούσε την αρρεβωνιαστικιά του Σβεν τουλάχιστο όσο κι αυτός κι όταν ερχότανε κ' ήθελε να πάρη το Σβεν κι ο Σβεν δεν ήθελε ναφήση τη Μάρθα, τότε η μαμά έπαιρνε και τους δυο αρρεβωνιασμένους από το χέρι κ' έπαιζε μαζί τους και γινότανε η εμπιστεμένη τους.

Καταπονιέται ο Λικίνιος κι αναγκάζεται ναφήση του Κωνσταντίνου Ιλλυρία, Μακεδονία, καθαυτό Ελλάδα, κι άλλες μερικές χώρες. Μα μήτ' αυτό δεν τη σταμάτησε την ορμή της Μοίρας που τον έφερνε, όλο τον έφερνε τον Κωσταντίνο στη δύναμη και στη δόξα.

Μόνο στις μεταγενέστερες γλώσσες μπορεί να μας δείξη ένας τύπος καινούριος την ιστορική σειρά που έπρεπε να βαστάξη για ναφήση την παλαιά του μορφή και να πάρη άλλη. Εδώ είναι που βλέπουμε την αρχή και το τέλος, και για να σπουδάξη κανείς ένα φαινόμενο ιστορικό, θέλει ίσια ίσια να ξέρη πού και πώς αρχίζει, ύστερα πώς και πού τελειώνει.

Η παράκληση, που μου έκαμε να την αφήσω να πεθάνη, είτανε τόσο συγκινητική και τόσο σοβαρή, ώστε δεν είχα το θάρρος να την παρακαλέσω να ξαναγυρίση χάρη μου στη ζωή. Γιατί η ζωή άξιζε και γι' αυτή το ίδιο. Και παρατήρησα με ξάφνισμα πως μπορούσε ναφήση όλα όσα αγαπούσε, γιατί είταν ετοιμασμένη γι' αυτό. Μα ταυτόχρονα αιστανόμουνα μ' όλη τη δύναμη της απελπισίας πως εγώ δεν μπορούσα να τη χάσω.

Άρχιζε πάλε και του μάτωνε την καρδιά, και του σπάραζε τα σωθικά η σκληρή, η σφαχτερή, η σιδερένια η φωνή του Δημήτρη. Σα να τόννοιωθε πια πως ελπίδα δεν είχε, πως στη ζωή του αποπάνω ξάπλωσε τα μαύρα και τα διάπλατα της φτερούγια η συφορά και την απόδιωξε την ελπίδα. Του πέρασε μια στιγμή από το νου του ναφήση τον αδερφό του μέσα στο δρόμο και να ξεκόψη. Ναποχωριστή εκείνον παρά την ευτυχία του.

Ο Θευδάς ήθελε ναποσυρθή, αλλ' όμως έμεινε θεωρών εκ περιεργείας. «Κοιμάται!», είπε στραφείς προς αυτόν ο Μάχτος. «Άφησέ την να κοιμηθή», απήντησεν ο Θευδάς, κατά λάθος, διότι σκοπός του ήτο να είπη: «Εξύπνησέ τηνΗγνόει και αυτός πώς να εξηγήση τούτο, αλλ' όμως δεν επεθύμει ναφήση την Αϊμάν κοιμωμένην και ναπομακρυνθή εκείθεν. « Εξύπνησέ την! », είπεν ο Θευδάς, ζητήσας να επανορθώση το αμάρτημα της γλώσσης του.

Δεν ωφέλησε πως η μαμά τον παρακάλεσε να μην τονέ νοιάζη τι λέγανε τα μεγάλα αδέρφια. Δεν ωφέλησε ακόμα πως τον παρακάλεσε ναφήση τα μαλλιά του για χάρη της μαμάς, που ταγαπούσε τόσο. Ο Σβεν επίμενε πως πρέπει να τα κόψουν. — Δε θέλω να φαίνουμαι σαν κορίτσι, έλεγε. Η μαμά λυπότανε και με την ιδέα μόνο πως μπορούσε κανείς ναγγίξη τα ωραία μαλλιά.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν